Για σοβαρές ελλείψεις και παραβιάσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εγκαλεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) τις ελληνικές αρχές στην απόφασή του για το περιστατικό της σύλληψης τριών πολιτών Ρομά από την αστυνομία το 2016, που συνοδεύτηκε από αστυνομική βία, κάνοντας λόγο, μεταξύ άλλων, για «παράλειψη των αρχών να λάβουν όλα τα δυνατά μέτρα για να διερευνήσουν αν οι διακρίσεις έπαιξαν ενδεχομένως ρόλο στα προσβαλλόμενα γεγονότα», καθώς και για απουσία ιατροδικαστικής εξέτασης.
Όπως αναφέρει ο Συνήγορος του Πολίτη, «το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) κάνει εκτενή αναφορά σε δύο πορίσματα του Συνηγόρου του Πολίτη στο πλαίσιο διερεύνησης υπόθεσης αστυνομικής βίας με την ειδική αρμοδιότητα του Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας.
Μετά την μελέτη των στοιχείων της πειθαρχικής δικογραφίας, η Αρχή ανέπεμψε το πόρισμα διενεργηθείσης ΕΔΕ στην ΕΛΑΣ για συμπλήρωση λόγω διοικητικών πλημμελειών κατά την έρευνα με έμφαση στο διαφαινόμενο έλλειμμα ανεξαρτησίας της ποινικής δίκης από την πειθαρχική διαδικασία και το έλλειμμα ιατροδικαστικής εξέτασης.
Η ΕΛΑΣ, ωστόσο, μετά από συμπλήρωση της διοικητικής έρευνας, έθεσε την υπόθεση στο αρχείο υιοθετώντας πλήρως το απαλλακτικό για τους εμπλεκόμενους αστυνομικούς αποτέλεσμα της ποινικής διαδικασίας, χωρίς να ασκήσει την ευχέρειά της να κρίνει διαφορετικά στηρίζοντας την κρίση της στις διαφορετικές προϋποθέσεις που θέτουν οι ρυθμίσεις του πειθαρχικού δικαίου, όπως, μεταξύ άλλων, επισημαίνει η Αρχή στο καταληκτικό πόρισμά της.
Στην απόφασή του, το ΕΔΔΑ αναγνωρίζει παραβίαση του διαδικαστικού σκέλους του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ (αποτυχία των αρχών να διερευνήσουν αποτελεσματικά υπόθεση απάνθρωπης κι εξευτελιστικής μεταχείρισης) και για τους τρεις προσφεύγοντες, παραβίαση του ουσιαστικού σκέλους του άρθρου 3 για δύο εκ των προσφευγόντων (απαγόρευση απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης) και παραβίαση του άρθρου 3 σε συνδυασμό με το άρθρο 14 (αποτυχία των αρχών να διερευνήσουν αποτελεσματικά τυχόν ρατσιστικό κίνητρο σε υπόθεση απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης) για όλους τους προσφεύγοντες σε υπόθεση τριών πολιτών Ρομά σε περιστατικό καταδίωξης, σύλληψης, προσαγωγής και κράτησης σε ΑΤ(…)».
Τα γεγονότα
Όπως αναγράφεται στην απόφαση του ΕΔΔΑ, στις 8 Οκτωβρίου 2016, οι προσφεύγοντες ήταν επιβάτες σε ένα αυτοκίνητο που οδηγούσε ένα τέταρτο άτομο.
Κάποια στιγμή, η αστυνομία άρχισε να τους καταδιώκει. Οι προσφεύγοντες ζήτησαν από τον οδηγό να σταματήσει το αυτοκίνητο, αλλά εκείνος αύξησε την ταχύτητα και λίγο αργότερα, το αυτοκίνητο της αστυνομίας συγκρούστηκε με το αυτοκίνητό τους. Ο οδηγός και οι τρεις επιβαίνοντες εγκατέλειψαν το σημείο για να αποφύγουν τη σύλληψη. Οι τρεις προσφεύγοντες κρύφτηκαν σε μπαλκόνι διαμερίσματος. Ένας γείτονας που τους είδε ειδοποίησε την αστυνομία. Οι προσφεύγοντες ξάπλωσαν στο έδαφος για να διευκολύνουν τη σύλληψή τους. Ωστόσο, οι αστυνομικοί προχώρησαν σε ρατσιστικές ύβρεις και άσκησαν σωματική βία κατά τη σύλληψη των προσφευγόντων, κατά τη μεταφορά τους με περιπολικό στο αστυνομικό τμήμα των Άνω Λιοσίων και κατά τη διάρκεια της κράτησής τους, προκαλώντας τους σοβαρούς τραυματισμούς.
Σύμφωνα με τους προσφεύγοντες, οι αστυνομικοί άσκησαν βία σε μια ανεπιτυχή προσπάθεια να τους αναγκάσουν να ομολογήσουν ότι είχαν διαπράξει ποινικά αδικήματα και προκειμένου να αποσπάσουν το όνομα του οδηγού (ο οποίος είχε διαφύγει). Ο πρώτος προσφεύγων μεταφέρθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2016 στη μονάδα εντατικής θεραπείας του Θριάσιου Νοσοκομείου για δέκα ημέρες με αναφερόμενη καρδιακή προσβολή και τραύματα στα γεννητικά του όργανα.
Στις 12 Οκτωβρίου 2016, το Greek Helsinki Monitor (Ελληνικό Παρατηρητήριο του Ελσίνκι, το οποίο ειδοποιήθηκε για το περιστατικό, έγραψε επιστολή με αποδέκτες τον Αναπληρωτή Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, τον Γενικό Γραμματέα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Υπουργείου Δικαιοσύνης, τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών (εφεξής: «ο Εισαγγελέας»), το Πρωτοδικείο Αθηνών και την Αστυνομική Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας.
Η επιστολή περιέγραφε την εικαζόμενη κακομεταχείριση και ανέφερε ότι οι προσφεύγοντες, σε συνάντηση που είχαν με τον Εισαγγελέα στις 9 Οκτωβρίου 2016, είχαν ζητήσει να παραπεμφθούν σε ιατροδικαστική εξέταση, αίτημα το οποίο είχε απορριφθεί, διότι ο Εισαγγελέας τους είχε ενημερώσει ότι θα έπρεπε πρώτα να υποβάλουν ποινική μήνυση και να καταβάλουν τα σχετικά δικαστικά έξοδα προτού διαταχθεί ιατροδικαστική εξέταση.
Το Παρατηρητήριο ζήτησε να θεωρηθεί η επιστολή της ως ποινική καταγγελία, να διαταχθεί ιατροδικαστική εξέταση για την επόμενη ημέρα, να διοριστεί δικηγόρος στους προσφεύγοντες και να διενεργήσουν οι ανεξάρτητες αρχές προκαταρκτική ποινική και διοικητική έρευνα. Μετά την παραλαβή της επιστολής, ανοίχτηκε φάκελος της υπόθεσης.
Δεν διατάχθηκε ιατροδικαστική εξέταση.
Στις 18 Οκτωβρίου 2016, το Παρατηρητήριο, με δεύτερη επιστολή που απηύθυνε στον Εισαγγελέα Ρατσιστικής Βίας Αθηνών, ζήτησε από τον τελευταίο να λάβει αντίγραφα των υπερασπιστικών δηλώσεων που έδωσαν οι προσφεύγοντες στις 13 Οκτωβρίου 2016 κατά τη διάρκεια της ποινικής έρευνας εναντίον τους, διότι στις δηλώσεις αυτές είχαν περιγράψει τα τραύματά τους και είχαν ζητήσει να υποβληθούν τα τραύματα αυτά σε ιατροδικαστική εξέταση.
Ο φορέας τόνισε ότι – δέκα ημέρες μετά τα γεγονότα – δεν είχε ακόμη διενεργηθεί ιατροδικαστική εξέταση και επέμεινε ότι και οι τρεις προσφεύγοντες θα πρέπει να υποβληθούν σε ιατροδικαστική εξέταση το συντομότερο δυνατόν.
Στην επιστολή επισυνάπτονταν νοσοκομειακά έγγραφα που αφορούσαν τον πρώτο προσφεύγοντα και φωτογραφίες των άλλων δύο προσφευγόντων που ελήφθησαν στις 13 Οκτωβρίου 2016 από τον εκπρόσωπό τους αφού είχαν δώσει υπερασπιστικές καταθέσεις.
Εν κατακλείδι, το Παρατηρητήριο ζήτησε τη δίωξη των αστυνομικών που εμπλέκονται σε αυτό που περιέγραψε ως βασανιστήρια που είχαν ως κίνητρο το ρατσισμό.
Πρόστιμο
Το Δικαστήριο, αφού «θεωρεί περαιτέρω ότι οι προσφεύγοντες υπέστησαν αναμφίβολα ηθική βλάβη που δεν μπορεί να αντισταθμιστεί μόνο από τη διαπίστωση των παραβιάσεων», «λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης, και αποφασίζοντας επί τη βάσει της αρχής της δικαιοσύνης» επιδικάζει στον πρώτο και τον τρίτο προσφεύγοντα από 20.000 ευρώ και στον δεύτερο προσφεύγοντα από 12.000 ευρώ για ηθική βλάβη, συν κάθε φόρο που μπορεί να επιβληθεί.
Καλεί δε το ελληνικό δημόσιο να καταβάλει τα ποσά της αποζημίωσης εντός τριών μηνών.
Η απόφαση του δικαστηρίου στα αγγλικά:
Στην Ελλάδα τα ΜΜΕ που στηρίζουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, χρημαδοτούνται από το ... κράτος. Tο tvxs.gr στηρίζεται στους αναγνώστες του και αποτελεί μια από τις ελάχιστες ανεξάρτητες φωνές στη χώρα. Mε μια συνδρομή, από 2.9 €/μήνα,ενισχύετε την αυτονομία του tvxs.gr και των δημοσιογραφικών του ερευνών. Συγχρόνως αποκτάτε πρόσβαση στα ντοκιμαντέρ και το περιεχόμενο του 24ores.gr.
Δες τα πακέτα συνδρομών >