Τους λόγους για τους οποίους η δημιουργία της επιτροπής που προωθεί η κυβέρνηση για την τήρηση «της ηθικής και της δεοντολογίας» στα ΜΜΕ είναι κατά την γνώμη του απόπειρα περαιτέρω ελέγχου του μιντιακού τοπίου, αναλύει στο tvxs.gr ο καθηγητής στο τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ και επισκέπτης καθηγητής στο τμήμα Κοινωνιολογίας του ΕΚΠΑ, Γιώργος Πλειός.

Ads

Όσο για την έτερη διάταξη του νομοσχεδίου για τα ΜΜΕ που έχει προκαλέσει αντιδράσεις και προβλέπει την δυνατότητα μείωσης του αριθμού των άμεσα εργαζόμενων στους τηλεοπτικούς σταθμούς, ο καθηγητής θέτει τα ερωτήματα: «Ως πού θα φτάσει αυτή η εύνοια του Κράτους προς τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ; Γιατί γίνεται; Υπάρχουν ανταλλάγματα;»

Τα έξι προβληματικά σημεία της Επιτροπής Δεοντολογίας

Πρόκειται για την επιτροπή που θα είναι αρμόδια για την τήρηση «των αρχών της δημοσιογραφικής ηθικής και δεοντολογίας», η δημιουργία της οποίας αναφέρεται στο άρθρο 22 του νομοσχεδίου που βρίσκεται εδώ και μερικές ημέρες στη διαβούλευση υπό τον τίτλο «Ενίσχυση δημοσιότητας και διαφάνειας στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο – Σύσταση Ηλεκτρονικών Μητρώων Έντυπου και Ηλεκτρονικού Τύπου και λοιπές ρυθμίσεις αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και Ενημέρωσης». Ο κ. Πλειός βλέπει τουλάχιστον έξι προβληματικά σημεία στην προωθούμενη ρύθμιση, σημεία που τον οδηγούν σε πολιτικά συμπεράσματα.

Ads

«Πράγματι στον χώρο του Τύπου παρατηρούμε εφημερίδες, όχι απλά κίτρινες αλλά μαύρες και φασιστικές, να καταφέρονται εναντίον ανθρώπων και παρατάξεων παραβιάζοντας κάθε ηθικό κανόνα και να προσβάλλουν βάναυσα την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Πρόσφατα είδαμε τα όσα γράφτηκαν για τον γενικό γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος. Υπό αυτή την έννοια, η δημιουργία μιας τέτοιας επιτροπής θα μπορούσε να θεωρηθεί εύλογη. Ωστόσο, πρέπει να επισημάνουμε ορισμένα σημεία.

Πρώτον, τα συγκεκριμένα έντυπα δεν παραβιάζουν απλά την ηθική και τη δεοντολογία αλλά διαπράττουν κατά την γνώμη μου ποινικά αδικήματα για τα οποία θα όφειλε να παρέμβει η Δικαιοσύνη. Γιατί αυτό δε συμβαίνει; Και είναι αδύνατον να πιστέψουμε ότι η Δικαιοσύνη από μόνη της μένει σιωπηλή απέναντι σε παραβιάσεις τέτοιας βαρύτητας; Εκεί λοιπόν που δεν παρεμβαίνει η Δικαιοσύνη, θα αποκαταστήσει την τάξη μια επιτροπή αποκλείοντας το τάδε ή το δείνα μέσο από την κρατική διαφήμιση; 

Δεύτερον, θα έλεγα ότι είναι πιθανό τα μέσα αυτά να συνεχίσουν την λειτουργία τους ακόμα και χωρίς την κρατική διαφήμιση. Μην ξεχνάμε ότι με την ποδοσφαιροποίηση που έχουμε στην πολιτική ζωή στην χώρα εδώ και πολλά χρόνια και τον λαϊκισμό που χαρακτηρίζει πολλά ΜΜΕ, τα μέσα αυτά έχουν πίσω τους ένα ακροατήριο που μπορεί να αποτελέσει δεξαμενή πόρων. 
Τρίτον, υπάρχει και ένα νομικό ζήτημα. Οι πόροι της κρατικής διαφήμισης προέρχονται από τη φορολογία όλων των πολιτών. Πώς μπορεί να συνδεθεί η δεοντολογία με την στέρηση εσόδων που προέρχονται από όλους τους πολίτες; Δεν είναι αυτό ένα είδος κατάχρησης από μέρους της Πολιτείας; 

Τέταρτον, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδειχθεί το τί θεωρείται και τί όχι παράβαση «της ηθικής και της δεοντολογίας». Αν όπως αναγράφεται στο σχέδιο νόμου, η Επιτροπή θα κρίνει με βάση τον Κώδικα Επαγγελματικής Ηθικής και Δεοντολογίας της ΕΣΗΕΑ, τότε κάθε δημοσίευμα που δεν διαχωρίζει το σχόλιο από την είδηση διαπράττει παράβαση. Μα σχεδόν όλα τα μεγάλα διεθνή μέσα πλέον έχουν ξεπεράσει αυτόν τον παλιό κανόνα του διαχωρισμού και εφαρμόζουν μια αφηγηματική τεχνική στην οποία ο σχολιασμός περιπλέκεται με την είδηση και αντιστρόφως. Θεωρείται πλέον αυτός ο κανόνας επαρκής και σύγχρονος; Μέσα που δεν ακολουθούν αυτόν τον κανόνα, θα στερηθούν εσόδων; 

Είναι σαφές πως η καθολική εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας της ΕΣΗΕΑ είναι αδύνατη. Αντιθέτως έχουμε σοβαρούς λόγους να πιστεύουμε – όπως για παράδειγμα ο τρόπος που μοιράστηκαν τα χρήματα της «λίστας Πέτσα», η επιλεκτική εφαρμογή του άρθρου 36 περί διασποράς ψευδών ειδήσεων, η χρησιμοποίηση της ενσωμάτωσης ευρωπαϊκής οδηγίας για να περάσουν ευνοϊκές ρυθμίσεις υπέρ των ιδιοκτητών τηλεοπτικών σταθμών – πως η επιβολή κυρώσεων από την εν λόγω Επιτροπή θα γίνεται με τρόπο επίσης επιλεκτικό. 

Πέμπτον, στο σχέδιο νόμου διαβάζουμε ότι η επιτροπή αυτή θα είναι αρμόδια για την «έγγραφη διατύπωση γνώμης» αλλά την τελική απόφαση για επιβολή κυρώσεων θα τη λαμβάνει η κυβέρνηση. Έτσι η επιτροπή αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως «κάλυψη» για να επιβάλει η κυβέρνηση τις δικές της επιλογές. 

Έκτο, η ίδια η σύνθεση της επιτροπής όπως περιγράφεται στο σχέδιο νόμου δημιουργεί την εντύπωση εξαιρετικής προχειρότητας και βιασύνης. Πρόεδρος της επιτροπής θα τοποθετείται στέλεχος του ιδρύματος Μπότση, δηλαδή του ιδρύματος που πρόσφατα βράβευσε τον κο. Ευαγγελάτο, βράβευση για την οποία έχουν διατυπωθεί πολλές ενστάσεις. Έπειτα γιατί να υπάρχει εκπρόσωπος της ΠΟΕΣΥ που είναι η πανελλήνια ομοσπονδία των δημοσιογραφικών ενώσεων και να μην υπάρχει ένας εκπρόσωπος από κάθε τοπική δημοσιογραφική ένωση, όπως η ΕΣΗΕΜ-Θ ή η ΕΣΗΕΠΗΝ; Επιπλέον, όσον αφορά τη συμμετοχή μέλους του ΕΣΡ, πώς ο άνθρωπος αυτός με την ιδιότητα του συμμετέχοντος στην εν λόγω επιτροπή θα επιβάλει κυρώσεις σε ένα μέσο εναντίον του οποίου σε δεύτερο χρόνο ενδεχομένως κληθεί να εξετάσει προσφυγή; Αν ο προσβαλλόμενος καταθέσει ένσταση, αυτό μπορεί να καταπέσει πολύ εύκολα κατά την γνώμη μου», υποστηρίζει ο κ. Πλειός.

«Με βάση τα παραπάνω, θα έλεγα ότι η κυβέρνηση θέλει να χρησιμοποιήσει την επιτροπή αυτή ώστε να λειτουργεί εν γένει εκφοβιστικά προς τα ΜΜΕ, κυρίως τα έντυπα και τα διαδικτυακά, με την απειλή της διακοπής της κρατικής διαφήμισης που τόσο έχουν ανάγκη. Είναι μία ακόμη κίνηση στην προσπάθειά της να ελέγξει το τοπίο των ΜΜΕ στην χώρα. Και το κάνει μάλιστα την στιγμή που η χώρα είναι υπόλογη για περιστολή της ελευθερίας του Τύπου, μετά τις αρνητικές για την Ελλάδα εκθέσεις σημαντικών διεθνών δημοσιογραφικών οργανισμών», τονίζει. 
Μια ρύθμιση «τριτοκοσμικού χαρακτήρα»

Την περασμένη εβδομάδα η ΕΣΗΕΑ κήρυξε προειδοποιητική απεργία για τους εργαζόμενους στους τηλεοπτικούς σταθμούς, αντιδρώντας στην προωθούμενη δυνατότητα που θα δίδεται στους ιδιοκτήτες των καναλιών να προσμετρούν στον υποχρεωτικό αριθμό εργαζομένων και υπαλλήλους άλλων, «συνδεδεμένων» εταιριών, μειώνοντας έτσι το ποσοστό των άμεσα εργαζομένων στο κάθε κανάλι στο 60% του συνόλου. 

«Δεν υπάρχει αμφιβολία πως πρόκειται για κίνηση τριτοκοσμικού χαρακτήρα που ευνοεί τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ», υπογραμμίζει ο κ. Πλειός. «Μιλάμε για τα ΜΜΕ που έχουν ευνοηθεί πλουσιοπάροχα κατά την περίοδο της καραντίνας. Θυμίζω ότι χρηματοδοτήθηκαν με ποσά άνω των 30 εκατ. ευρώ και τους δόθηκε απαλλαγή από την καταβολή των δόσεων για την απόκτηση των αδειών. Ως πού θα φτάσει αυτή η εύνοια του Κράτους προς τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ; Γιατί γίνεται; Υπάρχουν ανταλλάγματα;» 

Ο καθηγητής στο ΕΚΠΑ βάζει μία ακόμη παράμετρο: «Επίσης, πώς μπορεί να μετρηθεί ως εργαζόμενος του Μέσου κάποιος που εργάζεται σε συνεργαζόμενη εταιρία, outsourcing; Οι εταιρίες αυτές συνεργάζονται με πάρα πολλούς πελάτες, με το εκάστοτε κανάλι να είναι ένας από αυτούς, συνεπώς μπορεί να υπάρξει και σύγκρουση συμφερόντων». 

Ο κ. Πλειός στέκεται επίσης στο γεγονός ότι στο νομοσχέδιο δεν γίνεται καμία αναφορά στην προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων, ούτε υπάρχει πρόβλεψη για τις ώρες απασχόλησης των outsourcing υπαλλήλων ανά πελάτη, ή για τα προσόντα που πρέπει να πληρούν. «Συμπιέζεται όλο και περισσότερο το δημόσιο συμφέρον για να εξυπηρετηθούν οι ιδιώτες της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας», καταλήγει ο καθηγητής.