Στο δικαστήριο μετέβη το πρωί της Πέμπτης η δράστις της επίθεσης με βιτριόλι κατά της Ιωάννας Παλιοσπύρου. Η Ιωάννα, στη δίκη που συνεχίζεται σήμερα, εμφανίστηκε και περιέγραψε τα όσα μαρτυρικά έζησε και συνεχίζει να βιώνει από εκείνο το πρωί του Μαΐου του 2020, όπου η κατηγορούμενη τής έστησε ενέδρα και την περιέλουσε με καυστικό υγρό, με κίνδυνο να χάσει τη ζωή της.

Ads

Η δίκη είχε ξεκινήσει στις 15 Σεπτεμβρίου, ωστόσο η διακοπή είχε κριθεί αναγκαία για την αναδιάταξη του καταλόγου των 34 μαρτύρων ώστε η Ιωάννα να καταθέσει πρώτη.

Αξίζει να σημειωθεί πως αρχικά, είχε γίνει γνωστό ότι η 37χρονη κατηγορουμένη δεν θα ήθελε να μεταχθεί από τις φυλακές στο δικαστήριο, ωστόσο έφτασε τελικά στο δικαστήριο από την πλαϊνή είσοδο.

Οι συνήγοροι της Ιωάννας και η μητέρα της την πλησίασαν, ενημερώνοντάς τη πως η κατηγορούμενη βρίσκεται στο κτίριο.

Ads

«Μη νιώσεις άσχημα αν συγκινηθείς, είναι ανθρώπινο», φαίνεται να της είπαν.

Η διαδικασία τελείωσε νωρίτερα απ’ ότι  αναμενόταν, καθώς οι δικηγόροι υπεράσπισης δεν υπέβαλαν ερωτήματα στην Η δίκη τελείωσε νωρίτερα απ’ ότι αναμενόταν, καθώς οι δικηγόροι υπεράσπισης δεν υπέβαλαν ερωτήματα στην Ιωάννα Παλιοσπύρου.

Η κατηγορούμενη κατά την διάρκεια της δίκης ζήτησε τον λόγο να κάνει μία δήλωση στην οποία, μεταξύ άλλων είπε ότι « εσύ Ιωάννα γνωρίζεις γιατί έχει γίνει όλο αυτό».

Αφού ολοκληρώθηκε η διαδικασία, η Ιωάννα απάντησε στην δήλωση τής λέγοντας ότι «Καλό θα ήταν να σταματήσεί να παίζει θέατρο η κυρία, να σταματήσει να υποτιμά τη νοημοσύνη μου και του δικαστηρίου και της κοινής γνώμης. Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορα που βλέπουμε θύτες που προσπαθούν να διαχειριστούν την κοινή γνώμη. Είναι προφανές, ότι ακόμη και σήμερα παίζει θεταρο, δεν υπάρχει ίχνος μεταμέλειας. Πιστεύω, πως όταν βγει απο τη φυλακή και πέντε και δέκα χρόνια να μείνει στη φυλακή, όταν θα βγει θα θελήσει να με αποτελειώσει».

Διαβάστε επίσης:

Η κατάθεση της Ιωάννας

Το θύμα της επίθεσης κατέθεσε τα εξής: «Σηκώθηκα για να πάω στη δουλειά μου και ήμουν στην είσοδο της πολυκατοικίας των γραφείων. Πάτησα το κουμπί του ασανσέρ και περίμενα να κατέβει. Κοιτούσα προς το κάτω περιμένοντας. Άκουσα κάποιους θορύβους. Δεν έδωσα σημασία. Σκέφτηκα ότι μπορεί να είναι η καθαρίστρια ή κάποιος άστεγος.

Καθώς περίμενα το ασανσέρ εμφανίστηκε μπροστά μου μια γυναίκα, σήκωσα το βλέμμα και με κοίταξε στα μάτια. Μου έριξε το βιτριόλι που εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα τι ήταν και έφυγε τρέχοντας. Θέλω να σας πω ότι λούστηκα με αυτό το υγρό, το ένιωσα παντού πάνω μου. Ήμουν παντού στο σώμα μου λουσμένη και κατευθείαν μου ήρθε η μυρωδιά. Το πρώτο πράγμα ήταν να τρέξω για κάποια βοήθεια.

Θυμήθηκα ότι είχε φαρμακείο δίπλα και έτρεξα προς το φαρμακείο. Οι πόνοι ήταν φρικτοί, δεν έβλεπα καθόλου από το ένα μάτι. Μπήκα μέσα στο φαρμακείο ουρλιάζοντας. Οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι έλεγα, πανικοβλήθηκαν. Τους έλεγα δώστε μου λίγο νερό, πεθαίνω, βοήθεια, φώναζα. Πήγα στο νιπτήρα και έριξα νερό. Τα μαλλιά μου πέφτανε μέσα στο νιπτήρα. Έπιαναν το πρόσωπό μου και καταλάβαινα ότι καιγόμουν, λιώνω.

Φώναζα για βοήθεια, οι άνθρωποι τρόμαζαν. Καταλάβαινα ότι εκείνη τη στιγμή κάτι χάνω. …Κάλεσαν σε βοήθεια το 166. Μου είπανε να βγάλω τα ρούχα μου γιατί λιώνανε πάνω μου. Εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να μη χάσω τις αισθήσεις μου. Γιατί καταλάβαινα ότι μόνο εγώ μπορούσα να να σώσω τον εαυτό μου. Φώναζα, ‘Θεέ μου βοήθησε με γιατί μόνο εσύ μπορείς’».

Οι δύσκολες ώρες στο νοσοκομείο

Στη συνέχεια, η Ιωάννα περιέγραψε τις πρώτες της αναμνήσεις από το νοσοκομείο: «Θυμάμαι απλά να με βρέχουνε να ουρλιάζω, να πονάω, να ξανακοιμάμαι, να ξαναξυπνάω, μου έκαναν τομές στο μάτι μου και στο αυτί. Αυτά, δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω για να μην πονάω. Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομιστώ στο ‘Θριάσιο’.

«Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεία στους διαδρόμους. Μια κυρία αναφώνησε ‘θεέ μου’ και κατάλαβα ότι το είπε για μένα ότι η κατάσταση δεν είναι καλή» συνέχισε στην κατάθεσή της, κλαίγοντας.

«Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα και απλά παρακαλούσα να επιβιώσω. Μέσα στο νοσοκομείο ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου, έκανα επτά χειρουργεία. Θυμάμαι ότι δεν άντεχα το φως γιατί τα μάτια μου ήταν τραυματισμένα, ακόμα και το φως του δωματίου ηταν επίπονο. Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου».

Για την κατηγορούμενη

«Για όσο διάστημα ήμουν στο νοσοκομείο έλεγα στους αστυνομικούς ότι δεν έχω πειράξει κανένα. Προσπαθούσα να τους βοηθήσω αλλά δεν μπορούσα. Δεν πίστευα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τέτοιο κακό. Κάποια στιγμή λοιπόν μου είπαν ότι είχαν καταλήξει ποιος έκανε την επίθεση. Μου μιλούσαν για την κατηγορούμενη και μου έλεγαν ότι εκείνη μου επιτέθηκε. Μαζί με αυτούς προσπαθούσα να και εγώ να καταλάβω και να τους βοηθήσω. Αν ισχύει, τους έλεγα, αυτό που μου λέτε, ότι με παρακολουθεί εδώ και 1,5 χρόνο, άρα ξέρει ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτόν τον σύντροφο που είχε. Δεν μπορούσαν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα. Δεν ήξερα αν ισχύουν όλα αυτά, γιατί το έκανε αυτή, τι μου έχει συμβεί δε καταλάβαινα και δεν μπορούσαν να μου απαντήσουν.

Μετά τη προφυλάκισή της προσπάθησα να εστιάσω στις δυνάμεις, για να μπορέσω να βγω από το νοσοκομείο και να βγάλω σε πέρας τα χειρουργεία που έπρεπε. Στα μισά των χειρουργείων ο οργανισμός μου δεν άντεξε. Ανέβαζα πυρετό, είχα πάθει λοίμωξη. Οι γιατροί μου είπαν ότι κινδυνεύσε η ζωή μου. Κόλλησα και δεύτερη λοίμωξη στο μάτι που κινδύνεψα για δεύτερη φορά να το χάσω. Κάποια στιγμή με τη βοήθεια των γιατρών τα ξεπεράσαμε. Ήρθε η στιγμή που μου ανακοίνωσαν ότι θα πάρω εξιτήριο. Μου είπαν ότι επούλωσαν τα τραύματα που είχα, ότι ξεκινάει ένας μαραθώνιος και ότι χρειάζονται πολλά χειρουργεία για να είμαι λειτουργική, να κουνάω τα χέρια μου, το λαιμό μου. Μου λέγανε ότι είναι ένας μαραθώνιος με διάρκεια».

Η συνομιλία της ξαδερφής της με την κατηγορούμενη

«Κάποια στιγμή αφού επέστρεψα στο σπίτι μου η έρευνα συνεχιζόταν. Κάποια στιγμή οι αστυνομικοί με ενημέρωσαν για κάποια στοιχεία που βρίσκονταν στο υπολογιστή της και με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Είμαστε από διπλανά χωριά αλλά ποτέ δε κάναμε παρέα με την κατηγορούμενη, γνωριστήκαμε εδώ στην Αθήνα. Βρεθήκαμε σε κάποιες γιορτές, γενέθλια στο σπίτι συγγενών μου και ανταλλάζαμε κάποιες κουβέντες. Μου είπανε για κάποιες κουβέντες που είχαν γίνει μεταξύ της ξαδέλφης μου και της κατηγορουμένης μετά την επίθεση. Οι αστυνομικοί με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Μου ζητήθηκε αν μπορώ να μάθω τι είχε ειπωθεί μεταξύ τους. Κάλεσα τη ξαδέλφη μου στο τηλέφωνο και την ρώτησα τι έχουν πει. Τη ρώτησα αν ισχύει και τι ακριβώς είχε ειπωθεί. Μου είπε ότι ισχύει, ότι υπήρχε επικοινωνία μεταξύ τους, ότι δεν μου είπε για να μη με φέρει σε δύσκολη θέση. Μου είπε μεταξύ των συζητήσεων ότι είχαν μιλήσει και για μένα, όπως όλοι φίλοι και γνωστοί μιλούσαν για μένα. Τη ρωτούσε η κατηγορουμένη πως είμαι, αν με είδε και πως ήταν τα μέτρα στο νοσοκομείο λόγω covid. Εκείνη της είπε ότι δε μπορούσε να μπει στο νοσοκομείο και ότι είχε δει μόνο τη μητέρα μου στο προαύλιο.

Επίσης, μου ανέφερε ένα συγκεκριμένο περιστατικό που της είχε κάνει εντύπωση. Η κατηγορούμενη, όπως της είπε, έκανε ένα σχόλιο πολύ προσβλητικό για μένα. Της είπε η Εφη “οκ αν δε μπορεί να δουλέψει, θα πάρει την αποζημίωση και θα ζήσει. Δεν έγινε κάτι”. Αυτό θύμωσε τη ξαδέλφη μου. Αυτό το περιστατικό σε συνδυασμό με τις αναζητήσεις που με ενημέρωσαν πως είχε κάνει μετά την επίθεση και σε συνδυασμό με άλλα τουλάχιστον 2 περιστατικά που έλαβαν χώρα στο νοσοκομείο – η μητέρα μου μού είπε ότι κάποιοι ήλθαν στο νοσοκομείο να με δουν αλλά δεν τους επετράπη η εισοδος- όλα αυτά με έκαναν να πιστέψω ότι ήθελε πραγματικά να με σκοτώσει και δε σταμάτησε ούτε και μετά. Όλα αυτά, αν τα συνδυάσει κανείς και σύμφωνα με το συμπέρασμα των αστυνομικών, ήθελε να με σκοτώσει.

Έμαθα εκ τω υστέρων ότι έγιναν άλλες τρεις απόπειρες. Άλλες δυο έξω από το σπίτι μου, την είδαν οι γείτονες να κουβαλάει κάτι ύποπτο πάνω της. Σύμφωνα με τα στοιχεία, είχε γίνει μια ακόμη απόπειρα τη προηγούμενη ημέρα, η οποία απλά απετράπη διότι δε με πρόλαβε. Δεν κατάφερε να με σκοτώσει. Επίσης, θέλω να επισημάνω ότι πάλι, σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα, με τρομάζει ότι είχε μια συμπεριφορά ανθρώπου – είχε αναστωτωθεί όλος κοσμός για το ποιος το έκανε – και αυτή βγαίνει και διασκεδάζει και χορεύει πάνω στα τραπέζια. Αντί να πει “τι πήγα και έκανα” ενθαρύννεται ακόμη περισσότερο και αρχίζει και αναζητά τρόπους και όπλα ..Βλέπουμε έναν άνθρωπο που δεν πτοείται, που γίνεται ακόμη χειρότερος. Αυτό είναι που με φοβίζει. Και δεν ξέρω ακόμη ούτε τα κίνητρα, ούτε ποιοι άλλοι γνώριζαν γιατί υπάρχουν και άλλοι. Σίγουρα ξέρω ότι δεν έχει μετανιώσει».

Οι ερωτήσεις της Πολιτικής Αγωγής – Ένταση μεταξύ των συγγενών και της κατηγορούμενης

Πολιτική αγωγή: Ποιά ειναι η γνώμη σας; Ήθελε η κατηγορούμενη απλά να σας βλάψει;

Ιωάννα: Αυτό που συμπεραίνω από τον τροπο που έχει ενεργήσει η ίδια πριν και κατά τη διάρκεια της επίθεση, λόγω και της μεγάλη περιεκτικότητας του υγρού και το ότι το μετάγγισε σε δοχείο με μεγάλο στόμιο για να πέσει με μία κίνηση πάνω μου, το ότι με εγκλώβισε στο σημείο εκείνο και ότι όχι μόνο δεν έχει μετανιώσει αλλά έχει αποθρασυνθεί και σχεδιάζει να έρθει στο νοσοκομείο για να με αποτελειώσει, μου δείχνουν ότι ήθελε να με σκοτώσει.

Πολιτική αγωγή: Σας ζητησε μέσω κάποιου προσώπου συγνώμη;

Ιωάννα: Δεν έχει επικοινωνήσει κανένας από την οικογένειά της και δεν έχει ειπωθεί τίποτα ούτε προς εμένα ούτε προς την οικογένειά μου.

Πολιτική αγωγή: Σήμερα η κατηγορούμενη σας είπε κάτι;

Ιωάννα: Όχι. Με κοίταξε στα μάτια όπως εκείνη την ημέρα…

Κατηγορούμενη: Σας παρακαλώ κύριε πρόεδρε…

Αδελφός: Σκάσε μωρή, που θα μιλήσεις κιόλας!. Φίδι Ε φίδι μιλάς. Γ@@@ το @@@!

Μητέρα Ιωάννας: Σκύλα, απόβρασμα της κοινωνίας! μας διέλυσες…

Με τη συνοδεία αστυνομικών ο αδελφός της Ιωάννας βγήκε για λίγο από τη δικαστική αίθουσα για να ηρεμήσει, ενώ η μητέρα της κάθισε στη θέση της.

Η Ιωαννα περιέγραψε τον φόβο της για νέα επίθεση στο νοσοκομείο. «Ήταν ξεκάθαρες οι οδηγίες των αστυνομικών να υπάρχει φύλαξη και στο δωμάτιο μου. Είχα μάθει να αναγνωρίζω με την ακοή το βηματισμό της μητέρας μου και κάθε φορά που έμπαινε κάποιος άλλος στο δωμάτιο αναστατωνόμουν και φώναζα ποιος είναι γιατί φοβόμουν μην μπει κάποιος στο δωμάτιο να μου κάνει κακό».

Πολιτική αγωγή: Οι γιατροί σας έχουν πει ότι η εμφάνιση σας θα μπορέσει να αποκατασταθεί;

Ιωάννα: Η τοποθέτηση των γιατρών είναι ό,τι έγινε δεν μπορεί να ξεγινει. Η βλάβη είναι μόνιμη. Η αναπηρία μόνιμη θα με ακολουθεί σε όλη μου τη ζωή. Δεν υπάρχει τρόπος να επανέλθει η φυσιογνωμία μου όπως τη ήξερα. Ούτε το δέρμα μου να είναι ξανά όπως πριν…

Η αποκατάσταση της υγείας της

Ιωάννα: τα πρώτα τρία χειρουργεία είχαν να κάνουν με τον καθαρισμό των τραυμάτων, να μου κόψουν και να πετάξουν το απανθρακωμένο δέρμα. Κόπηκαν κομμάτια από το σώμα μου. Έχω μοσχεύματα, δεν έχω φυσικό δέρμα. Στα σημεία που έχουν χειρουργηθεί, δεν έχω αίσθηση. Τρέφομαι με καλαμάκι. Δεν μπορώ να σφίξω τα χείλη μου για να μασήσω. Τουλάχιστον για δέκα χρόνια δεν επιτρέπεται να με δει ο ήλιος λόγω των μοσχευμάτων.

Πολιτική αγωγή: Ποσες μάσκες φοράτε;

Ιωαννα: Όλα τα ελαστικά ενδύματα στο σώμα τα φοράω όλη τη μέρα. Μόνο για μία ώρα που κάνω το μπάνιο μου και φοράω τις κρέμες μου επιτρέπεται να τις βγάζω. Μόνο τα δάχτυλά μου είναι ελευθερα. Προβλέπεται να φοράω σίγουρα 7 χρόνια τη μάσκα. Το ποσοστό αναπηρίας σύμφωνα με δημόσια επιτροπή, είναι πάνω από 90%. Αυτή τη στιγμή είμαι σε άδεια ασθενείας από την εργασία μου και παίρνω ένα επίδομα από το κράτος.

Οι ερωτήσεις της έδρας

Πρόεδρος: Πώς σας προσέγγισε και σας έριξε το υγρό;

Ιωάννα: Ήμασταν στο ίδιο επίπεδο, σημάδεψε το πρόσωπο μου, ήταν τόσο κοντά που είδα μόνο το πρόσωπο της. Το έριξε όλο στο πρόσωπο μου και κατευθείαν θόλωσε η όραση μου. Δεν μου είπε τίποτα, με κοίταξε με ψυχραιμία, νομίζω ότι μπορεί και να ήθελε να την αναγνωρίσω, διακινδύνευε να έρθει τόσο κοντά μου με κίνδυνο να την αναγνωρίσω που μου έδωσε την εντύπωση ότι είχε την ικανοποίηση να δω τα μάτια της, να τη δω. Είδα τα πόδια της, φορούσε αθλητικά και παντελόνι.

Πρόεδρος: Στην αστυνομία περιγράψατε το υγρό, θυμάστε;

Ιωάννα: Ήταν παχύρρευστο, τεράστια ποσότητα, έπιανε τα μαλλιά μου, το πρόσωπο μου, τα χέρια μου, παντού.

Πρόεδρος: Είχατε ένα κοινό γνωστό, ανδρικού φύλου, για ποιον πρόκειται;

Ιωάννα: Τον Νοέμβριο του 2018 δέχτηκα αίτημα φιλίας από άγνωστο άνδρα, είχαμε κοινη φίλη την κατηγορούμενη και έκανα αποδεκτό το αίτημα..είναι ο Νώντας Οικονόμου. Στη συνέχεια δέχτηκα μήνυμα από την κατηγορούμενη για αυτό το θέμα, μου ζήτησε να τον διαγράψω γιατί σχετίζεται με εκείνον, δεν ρώτησα λεπτομέρειες, της είπα ότι δεν έχω κανένα πρόβλημα από τη στιγμή που μου το ζητάς εσύ που είσαι γνωστή μου και τον διέγραψα.

Μου ζήτησε να της στείλω το κινητό μου και να με καλέσει. Το έκανα, με πήρε, ήταν πολύ αναστατωμένη, έκλαιγε , της είπα να μην ανησυχεί, να μείνει ήσυχη μαζί μου, προσπάθησα να τη συμβουλεύσω ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος δείχνει την εντύπωση ότι στέλνει σε διάφορες κοπέλες μηνύματα, προσπαθήσα να την καθησυχάσω και να την ηρεμήσω. Θέλω να διευκρινίσω ότι δεν τον έχω δει ποτέ, δεν τον ξέρω, δεν ξέρω αν είναι στη δικαστική αίθουσα, προσπάθησα να τη βοηθήσω σε βαθμό που μπορούσα και δεν έβλαψα κανένα από τους δύο. Επικοινώνησαν και οι δύο με εμένα και εγώ προσπαθούσα ευγενικα να το διαχειριστώ.

Εισαγγελέας: Από πότε τη γνωρίζατε την κατηγορουμένη;

Ιωάννα: Μετά το 2003-2004 που ήρθε στην Αθήνα για σπουδές, σε κάποια γενέθλια.

Εισαγγελέας: Μέσω μηνύματος τί σας είπε;

Ιωαννα: Με είπε «κοριτσακι μου» και με ρώτησε γιατί ήμουν φίλη του Νώντα Οικονόμου. Της είπα οτι δεν τον γνωρίζω, ότι είχα αίτημα φιλίας που το αποδέχθηκα. Μου ζήτησε να τον διαγράψω γιατί έχει σχέση μαζί του.

Εισαγγελέας: Πήρατε την ξαδέλφη σας;

Ιωαννα: Δεν με ενδιεφερε να μάθω, για τον Νώντα Οικονόμου, ούτε τη σχέση του. Μου είπε εκεινη κάτι και το έκανα.

Εισαγγελέας: Αλλά εκείνος συνέχισε…

Ιωάννα: Ναι μου εστειλε την επόμενη ημέρα. Του εξήγησα ότι το εχω διαγράψει και έμμεσα του εξηγησα το λόγο. Κάπου εκεί σταμάτησε, αλλά επανήλθε μετά από καιρό. Δεν θυμάμαι πότε… τα νέα μηνύματα ήταν όπως τα πρώτα, γενικά και αόριστα, ένας άνθρωπος που ήθελε μια παραπάνω επαφή χωρίς να το εκφράζει όμως. είμαι πεπεισμένη πως αν έδινα κάποιο πάτημα θα συνέχιζε. Ο ίδιος μου είπε ότι δεν έχει σχέση με την κατηγορουμένη, όταν του είπα ότι τον διέγραψα γιατί γνωρίζω την κατηγορουμένη. Μου είπε ότι δεν είχαν δεσμό και η κατηγορούμενη δεν μου είχε πει το αντίθετο. Στη συνέχεια με ρώτησε εκείνη αν με έχει ενοχλήσει και της είπα όχι. Τα μηνύματα ήταν σε εγκάρδιο κλίμα. Δεν ήταν ενοχλημένη.

Πρόεδρος: Πώς είναι η καταστασή σας σήμερα;

Ιωάννα: Καταρχάς να σας πω ότι μου έχουν πιστοποιήσει 90 % σωματική αναπηρία και 50% ψυχική αναπηρία. Αυτή τη στιγμή αφού έχω ξεπεράσει τον κίνδυνο ζωής, έχουν πάρει δέρμα να καλύψουν τα εγκαύματα, έχω πρόβλημα στην ακοή, έχω τραύμα χειρουργικό στον λαιμό μου,έχω τραύματα στα χέρια μου που αρκετά συχνά δεν μπορώ να ανοίξω, τα δάχτυλα μου έχουν ενώσεις λόγω των τραυμάτων,έχω προβλήματα λειτουργικά και ψυχικά, τα οποία δεν θα γίνουν ποτέ όπως πριν. Θα χρειαστούν πολλά επίπονα χειρουργεία αποκατάστασης με όλους τους κινδύνους που αυτά περιλαμβάνουν, λοιμώξεων και λοιπά.

Εισαγγελέας: Διασταυρώθηκαν τα βήματα σας;

Ιωάννα: 100%. Ήταν απόλυτα ψύχραιμη. Δεν μου είπε τίποτα. Ήταν πολύ κοντά μου.

Εισαγγελέας: Ήταν μεγάλη η ποσότητα του υγρού;

Ιωαννα: Ήταν μεγάλη σίγουρα. Όταν μου το έριξε ήταν σαν να ήταν ένα μπουκαλι με νερό. Ότι έφυγε επάνω μου ήταν με μία κίνηση και ήρθε όλο πάνω μου και με έλουσε από το κεφάλι μέχρι κάτω.

Εισαγγελέας: Εισπνεύσατε ή κατάπιατε το υγρό;

Ιωάννα: Είμαι σίγουρη ότι το μύρισα και αν κάποιος μυρίσει καταλαβαίνει ότι είναι καυστικό. Δεν ξέρω πως έγινε και δεν το εισέπνευσα. Νομίζω από καθαρή τύχη και θαύμα. Η γιατρός μου μου εξήγησε ότι ήμουν τυχερή που δεν το κατάπια ή δεν το εισέπνευσα. Ενώ είμαι καμμένη στα χείλη και στη μύτη, από θαύμα δεν άνοιξα το στόμα μου. Νομίζω ότι δεν πρόλαβα ούτε αυτό να κάνω… αν το είχα κάνει, η ζημιά θα ήταν ανεπανόρθωτη και θα είχα πεθάνει.

Πρόσθεσε πως μετά την επίθεση «τα ρούχα μου έλιωναν πάνω μου. Πιστεύω ότι ήταν 1,5 με 2 λίτρα. Από ποσότητα τοίχου, ρούχα πάνω μου. Αποκλείεται να ήταν λιγότερο του λιτρου. Στο φαρμακείο με κοιτούσαν έντρομοι. Έβλεπαν πρόσωπο μου, ρούχα μου να λιώνουν πάνω μου. Μου φώναζαν να τα βγάλω» ενώ συμπλήρωσε ότι πλέον δεν έχει αριστερό αυτί. «Κάηκε έλιωσε απανθρακωθηκε. Ο γιατρός δεν μπόρεσε να το σώσει. Οι γιατροί μου είπαν ότι ήταν πεπεισμένοι ότι θα πέθαινα. Ζω από θαύμα μου είπαν. Ότι είμαι τυχερή που δεν το εισέπνευσα, που δεν άνοιξα το στόμα να το καταπιώ γιατί θα καταστρέφονταν μέσα όλα και δεν θα γλίτωνα, που ενστικτωδώς έτρεξα φαρμακειο που ξέπλυνα αμέσως πρόσωπο μου».

Εισαγγελέας: Οι γείτονες ανέφεραν ότι την είχαν δει κι άλλες φορές.

Ιωάννα: Μου το έχουν επιβεβαιώσει. Μου είπαν ότι για αρκετό καιρό είχαν παρατηρήσει την παρουσία μας γυναίκας που ήταν πολύ βαριά ντυμένη που ήταν μέσα στα σκοτάδια με το φακό του κινητού μπροστά από την είσοδο της πολυκατοικίας που σε τέτοιο βαθμό που το έκριναν επικίνδυνο. Τη θεώρησαν ύποπτη κίνηση, σαν κάτι να παραμονεύει. Ανησύχησαν ότι ήταν κάποια οργανωμένη ομάδα που κάνει κλοπές. Όταν την προσέγγισαν να τη ρωτήσουν, ήταν πολύ απότομη και θρασύς λέγοντας ότι είναι δημόσιος χώρος.

Εισαγγελέας: Δεν έπαιρνε προστατευτικά μέτρα;

Ιωάννα: Προσπαθούσε να κρυφτεί αλλά δεν τα κατάφερνε. Σύμφωνα με το γείτονα μου, κρυβόταν τη νύχτα στις φυλλωσιές. Ερχόταν μέσα στο σκοτάδι.

Εισαγγελέας: Σήμερα μετά από τοσο καιρό επαναλαμβάνετε πως δεν υπάρχει κάποιο άλλο κινητρο που να αιτιολογεί την επίθεση εις βάρος σας;

Ιωάννα: Εγώ δεν βρίσκω κανένα κίνητρο γιατί δεν έχει συμβεί μεταξύ μας το παραμικρό. Δεν υπαρχει τιποτα. Δεν έχουμε ανταλλάξει ουτε μια παρεξήγηση. Η σχέση μας ήταν σχεδόν ανύπαρκτη και το υφος της επικοινωνιας μας φαινεται από τις συνομιλιές μας.