Προσβολή της αρχής του κοινωνικού κράτους και του συνταγματικού δικαιώματος εργασίας διαπιστώνει η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής σε βασικά άρθρα του νομοσχεδίου το οποίο ψηφίστηκε από τη Βουλή. Συγκεκριμένα, η κατάργηση του κατώτατου ορίου αποδοχών και οι συμβάσεις μαθητείας, σημειώνεται, καταλύουν τις εργασιακές σχέσεις και ενισχύουν φαινόμενα εκμετάλλευσης εργαζομένων.

Ads

Οι αλλαγές οι οποίες κρίνονται ως αντισυνταγματικές αφορούν τα εξής:

– Η κατάργηση του γενικού κατώτατου ορίου αποδοχών αποτελεί «προσβολή της αρχής του κοινωνικού κράτους και του κοινωνικού δικαιώματος στην εργασία», όπως αυτό κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα.
Επιπλέον, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων δεν συνοδεύεται και από όριο ως προς την απόκλιση των όρων μεταξύ κλαδικών και γενικών συλλογικών συμβάσεων. Ελλείψει αυτού, διερωτάται κανείς αν «παρέχεται η δυνατότητα να οριστεί με μια τέτοια συλλογική σύμβαση οποιοδήποτε ύψος αμοιβής και να παραπεμφθεί το ζήτημα του κατώτατου μισθού αποκλειστικώς στον συσχετισμό δυνάμεων, χωρίς, δηλαδή, οποιαδήποτε προστατευτική παρέμβαση της Πολιτείας.»

– Η διάταξη που προβλέπει τη μαθητεία ανέργων για 12 μήνες και με αμοιβή στο 80% του κατώτατου βασικού μισθού οδηγεί σε εκμετάλλευση των ανέργων, με συνεχείς συμβάσεις μαθητείας από τον έναν εργοδότη στον άλλο. Δεν προσδιορίζεται αν η εν λόγω ρύθμιση αφορά μόνο νεοεισερχομένους στην αγορά εργασίας ή και τις λοιπές κατηγορίες ανέργων, καθώς και αν μια σύμβαση μαθητείας «μπορεί να συναφθεί από τον ίδιο άνεργο μόνο μία φορά ή και περισσότερες και με τον ίδιο ή με άλλον εργοδότη.»

Ads

– Καθώς δεν προβλέπεται η υποχρέωση απασχόλησης του εργαζομένου για κάποιο χρονικό διάστημα, μετά τη λήξη του χρόνου κατά τον οποίον καταβάλλονται οι χαμηλότερες αποδοχές, «κάθε εργοδότης μπορεί, μετά τη λήξη της σύμβασης απόκτησης εργασιακής εμπειρίας, να συνάψει νέα αντίστοιχη σύμβαση προσλαμβάνοντας άλλον άνεργο ή νεοεισερχόμενο στην αγορά εργασίας και απασχολώντας τον και πάλι για ένα χρονικό διάστημα με τις αναλογικά χαμηλότερες αποδοχές», επισημαίνει η επιτροπή.

– Η ασαφής διάκριση ορίων μεταξύ μετάθεσης (μεταβολή δημόσιας αρχής) και μετακίνησης (παραμένει εντός δημόσιας αρχής και επέρχεται απλή μεταβολή οργανικής μονάδας) δημοσίων υπαλλήλων ενέχει τον κίνδυνο καταστρατήγησης της συνταγματικής εγγύησης στην πράξη.

Δεν προσδιορίζεται εάν η διάταξη αυτή επιφέρει μόνιμη τροποποίηση των κανόνων συρροής συλλογικών συμβάσεων εργασίας, ή αν έχει περιορισμένη χρονική ισχύ, αντίστοιχη με εκείνη του προγράμματος του άρθρου 1 του υπό ψήφιση νομοσχεδίου.
Στην πρώτη περίπτωση, σημειώνει η Επιτροπή, θα μπορούσε να δημιουργηθεί επιπλέον και προβληματισμός σχετικά με το κατά πόσον μια τέτοια ρύθμιση συμβαδίζει με την αρχή της συλλογικότητας.

Σημειώνεται, τέλος, ότι, σύμφωνα με δύο αλλαγές που κατατέθηκαν χθες τη νύχτα στο νομοσχέδιο επανακαθορισμού των δώρων-επιδόματος, το όριο του 60ού έτους για την καταβολή τους δεν ισχύει για συντάξεις λόγω θανάτου συζύγου. Με την έτερη αλλαγή δεν θίγονται θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα μέχρι 31/12/2010 και για στελέχη Ενόπλων Δυνάμεων, Σωμάτων Ασφαλείας και Πυροσβεστικής.