Θέση για την γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ισίδωρου Ντογιάκου, σχετικά με τη λειτουργία της ΑΔΑΕ,  που προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις, παίρνει η Ένωση Εισαγγελέων (ΕΔΕ), η οποία με ανακοίνωσή της υποστηρίζει ότι ανήκει στην αρμοδιότητά του «να γνωμοδοτεί επί θεμάτων που παρουσιάζουν γενικότερο ενδιαφέρον, ερμηνεύοντας διατάξεις νόμων».

Ads

Ακόμη: προσθέτει τα εξής: «Αμφισβητήσεις ως προς το αντικείμενο και τα όρια της γνωμοδοτικής αρμοδιότητας του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, όπως και της με αριθμό 1/2023 γνωμοδότησής του, θα μπορούσαν να εγερθούν, εάν το περιεχόμενο αυτής, αφορούσε συγκεκριμένο θέμα για το οποίο είχαν επιληφθεί τα αρμόδια δικαστικά όργανα, ώστε να αποκλειστεί κάθε ενδεχόμενο επηρεασμού της κρίσης τους, περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω».

Η Ένωση τοποθετείται και επί των ενστάσεων για τη γνωμοδότηση Ντογιάκου, αναφέροντας ότι «δεν μπορεί να αποτελεί την αφορμή για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων πολιτικών σκοπιμοτήτων και αφενός μεν να βάλλεται ο θεσμός και αφετέρου δε να επιχειρείται να παρεμποδιστεί η δικαιοδοτική κρίση και η έκφραση γνώμης δικαστικής αρχής».

Αναλυτικά η ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδας:

Ads

«Κατά το Σύνταγμα ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και όλοι οι εισαγγελικοί λειτουργοί εντάσσονται στη δικαστική λειτουργία της Πολιτείας και απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας.

Καθήκον της εισαγγελικής αρχής, μεταξύ άλλων, είναι η τήρηση της νομιμότητας, παρέχεται δε από τον νόμο και ειδικότερα από τη διάταξη του άρθρου 29 παρ.2 Ν. 4938/2022 (ΚΟΚΔΛ) , στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η αρμοδιότητα να γνωμοδοτεί επί θεμάτων που παρουσιάζουν γενικότερο ενδιαφέρον, ερμηνεύοντας διατάξεις νόμων.

Σχετικά δε με διατάξεις νόμων που αφορούσαν το απόρρητο των επικοινωνιών, έχουν εκδοθεί στο παρελθόν οι με αριθμούς 9/2009, 12/2009 και 9/2011 γνωμοδοτήσεις Εισαγγελέων του Αρείου Πάγου.

Αμφισβητήσεις ως προς το αντικείμενο και τα όρια της γνωμοδοτικής αρμοδιότητας του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, όπως και της με αριθμό 1/2023 γνωμοδότησής του, θα μπορούσαν να εγερθούν, εάν το περιεχόμενο αυτής, αφορούσε συγκεκριμένο θέμα για το οποίο είχαν επιληφθεί τα αρμόδια δικαστικά όργανα, ώστε να αποκλειστεί κάθε ενδεχόμενο επηρεασμού της κρίσης τους, περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω.

Η έκφραση επιστημονικών και άλλων απόψεων που αξιολογούν ή παρερμηνεύουν το περιεχόμενό της, δεν μπορεί να αποτελεί την αφορμή για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων πολιτικών σκοπιμοτήτων και αφενός μεν να βάλλεται ο θεσμός και αφετέρου δε να επιχειρείται να παρεμποδιστεί η δικαιοδοτική κρίση και η έκφραση γνώμης δικαστικής αρχής».