Βία είναι η, με πρόθεση, χρήση φυσικής πίεσης ή δύναμης, πραγματική ή με τη μορφή απειλής, εναντίον κάποιου προσώπου ή ομάδας ή κοινότητας που, έχει σαν αποτέλεσμα, ή, έχει την πιθανότητα να επιφέρει τραυματισμό, θάνατο, ψυχολογικό κίνδυνο, κακή ανάπτυξη ή στέρηση (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, 2002)

Ads

Με την Παγκόσμια Ημέρα Κατά της Βίας των Γυναικών να πλησιάζει και τα στοιχεία να κάνουν λόγο για ένα θάνατο από κακοποίηση κάθε εβδομάδα στην Ελλάδα, το Κέντρο Υποστήριξης Γυναικών Θεσσαλονίκης απειλείται με λουκέτο, καθώς αδυνατεί να καλύψει τα λειτουργικά του έξοδα.

«Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως υπολογίζουμε, κάθε εβδομάδα, πανελλαδικά, έχουμε ένα θάνατο από κακοποίηση», σημειώνει η Χρυσάνθη Ζαφειράτου, πρόεδρος της Εταιρία για τον Κοινωνικό Αποκλεισμό και την Ψυχική Υγεία (Ε.Κ.Α.Ψ.Υ.), παρέμβαση της οποίας αποτελεί το Κέντρο Υποστήριξης Κακοποιημένων Γυναικών. «Κάνοντας το προφίλ των ατόμων που ζουν σε καθεστώς βίας, πρόκειται συνήθως για γυναίκες από τις οποίες οι μισές είναι άνεργες, είναι απόφοιτες λυκείου, περίπου 40 χρόνων, και βιώνουν ενδοοικογενειακή βία περίπου 15 χρόνια πριν αποφασίσουν να προσφύγουν σε βοήθεια. Όσον αφορά τους δράστες, εκείνοι που διαπράττουν τις πιο βαριές μορφές κακοποίησης είναι άντρες με μεγάλη οικονομική και κοινωνική δύναμη και με ισχυρή ιδεολογική τοποθέτηση».

Η 52χρονη Ρικέτα Ζακάρ ζούσε επί 30 χρόνια σε καθεστώς μεθοδευμένης, οικονομικής βίας. Ο σύζυγός της είχε μεταβιβάσει στο όνομά του όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία και την είχε αναγκάσει, με τα δύο παιδιά τους, να ζουν σε καθεστώς ανέχειας. «Ερχόταν σπίτι και τα μάτια όλων μας πήγαιναν στο θερμοσίφωνα για να δούμε μη τυχόν ήταν αναμμένος και ”πυροδοτούσε” τη βίαιη αντίδρασή του», αναφέρει η κ. Ζακάρ, με αφορμή την πρόσκληση της Εταιρίας για τον Κοινωνικό Αποκλεισμό και την Ψυχική Υγεία και του Κέντρου Κοινωνικής Υποστήριξης Γυναικών που απειλείται με κλείσιμο.

Ads

Η κ. Ζακάρ έχει χωρίσει πια το σύζυγό της. Σύμφωνα με την ίδια, με τη βοήθεια του Κέντρου αισθάνεται πια πιο ασφαλής στο σπίτι της. «Οι άνθρωποι που με βοήθησαν εδώ στο Κέντρο με δίδαξαν το πιο σημαντικό πράγμα, ότι δεν είμαι ένοχη, ότι δεν φταίω εγώ για ό,τι έγινε».

Το Κέντρο Υποστήριξης Γυναικών Θεσσαλονίκης προσφέρει κοινωνική, ψυχολογική και νομική βοήθεια σε άτομα που έχουν κακοποιηθεί, φαινόμενο που παρουσιάζει ιδιαίτερη έξαρση τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, απειλείται με λουκέτο από τα τέλη Νοεμβρίου, καθώς, όπως εξηγεί η κ. Ζαφειράτου, δεν μπορεί να καλύψει πλέον τα λειτουργικά του έξοδα. «Η ελλιπής πληροφόρηση, η έλλειψη πρακτικών και δράσεων κατά της βίας και η άρνηση οικονομικής υποστήριξης, μέσα από χορηγίες, δωρεές ή χρηματοδοτήσεις, ακόμη και των περιορισμένων δράσεων, έχουν επιφέρει την απροθυμία πολιτών, επαγγελματιών, φορέων δημόσιων και ιδιωτικών, και πολιτείας να αναγνωρίσουν και να αντιμετωπίσουν σοβαρά και υπεύθυνα το πρόβλημα».

Το ΚΚΥΓ αδυνατεί πλέον να προσφέρει τη δωρεάν νομική, ψυχολογική και κοινωνική υποστήριξη σε κακοποιημένες γυναίκες που απευθύνονται στο Κέντρο για βοήθεια και ο αριθμός των οποίων έφτανε περίπου τις 250 το χρόνο. Από το 1998 που λειτουργεί η δομή, έχουν καταφύγει 2.445 γυναίκες που υφίστανται βία.

«Καμία μέριμνα για τις κακοποιημένες γυναίκες»

Στο μεταξύ, όπως καταγγέλλουν οι Οικολόγοι Πράσινοι, στη Θεσσαλονίκη του 2010 και του 1 εκατομμυρίου κατοίκων, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή καμία ολοκληρωμένη δομή υποστήριξης και φιλοξενίας κακοποιημένων γυναικών, παρότι ψήφισμά του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 1986 προβλέπει τη λειτουργία ενός ξενώνα κακοποιημένων γυναικών ανά 10.000 κατοίκους. Ο μοναδικός δημόσιος ξενώνας του ΕΚΚΑ (Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης), ο οποίος λειτούργησε για ένα χρονικό διάστημα, είναι κλειστός από πέρσι το Σεπτέμβριο επειδή οι συμβάσεις των εργαζομένων δεν ανανεώθηκαν και ουδείς ξέρει πότε και αν θα ανανεωθούν.

Ο δήμος Θεσσαλονίκης ανακοίνωσε πριν από μερικά χρόνια τη λειτουργία ξενώνα κακοποιημένων γυναικών, ωστόσο, οι προϋποθέσεις φιλοξενίας και τα άκαμπτα κριτήρια ουσιαστικά καθιστούν την πρόσβαση στον ξενώνα ανέφικτη για τις περισσότερες γυναίκες θύματα. Οι Οικολόγοι Πράσινοι κάνουν λόγο για «απαράδεκτο, ρατσιστικό και μισαλλόδοξο» κριτήριο, τη στιγμή που μια κοινωνική υπηρεσία που υποτίθεται ότι προσφέρεται από το δήμο για ένα τόσο σημαντικό και διαδεδομένο κοινωνικό πρόβλημα, να απαιτεί Ελληνική Ιθαγένεια από τη γυναίκα θύμα κακοποίησης. «Με τον κανονισμό αυτό ρυθμίζεται η ζωή και η λειτουργία του ΞΕΝΩΝΑ για κακοποιημένες γυναίκες που έχουν την ελληνική ιθαγένεια», αναφέρεται στο καταστατικό λειτουργίας του Ξενώνα, αποκλείοντας ουσιαστικά πρόσφυγες και μετανάστριες από οποιαδήποτε υπηρεσία στήριξης.