Η επιβίωση της ελληνικής γλώσσας σε πολλά χωριά του ανατολικού μικρασιατικού Πόντου  -στη σημερινή βορειοανατολική Τουρκία- είναι γνωστή στους ερευνητές από παλιά. H πρόσφατη έκδοση του λεξικού του εμβριθούς μελετητή Vahit Tursun με τίτλο  “ROMEİKA – TÜRKÇE SÖZLÜK (Trabzon Rumcası)” από τις εκδόσεις  Heyamola της Κωνσταντινούπολης καταχώρησε οριστικά πλέον στην διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα τη μορφή αυτή της ελληνικής γλώσσας που ακόμα επιβιώνει στη βορειοανατολική Τουρκία. 14.400 λέξεις και 8.500 φράσεις που περιέχουν τις αντίστοιχες λέξεις από ανέκδοτα, στιχάκια, ποιήματα, παροιμίες, ιστορίες κ.λπ  απλώνονται στις 610 σελίδες μιας ιδιαίτερα επιμελημένης και πολυτελούς έκδοσης. Η έρευνα αυτή έχει μια επιπλέον αξία γιατί καταγράφονται για πρώτη φορά  τρεις χιλιάδες ελληνικές λέξεις άγνωστες στην υπόλοιπες γλωσσικές μορφές των ελληνικών και ακατάγραπτες έως σήμερα.

Ads

Για την αξία της συγκεκριμένης γλωσσικής μορφής των ελληνικων, ο Βρετανός ελληνιστής και γλωσσολόγος Peter Mackridge γράφει: «Η ποντιακή ελληνική έχει διατηρήσει την αρχαία ελληνική σειρά των λέξεων (ρήμα + αντωνυμία αντικειμένου), ενώ στη νεοελληνική η σειρά αντιστρέφεται (αντωνυμία αντικειμένου+ ρήμα).
Η ποντιακή ελληνική έχει διατηρήσει την προφορά του αρχαίου ελληνικού [ε] ως [ε], ενώ στη νεοελληνική γλώσσα το «ήτα» στο μέσον του «αγαπήσαμε» προφέρεται [i]…. Ως ειδικός της ελληνικής γλώσσας και του πολιτισμού, θεωρώ θαυμαστό το γεγονός ότι τόσες πολλές λέξεις και γραμματικά φαινόμενα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας που εξαφανίστηκαν από την νεοελληνική που ομιλείται στην Ελλάδα σήμερα σώζονται στα στόματα εκείνων που εξακολουθούν να ζουν στις κοιλάδες και τα παρχάρια του Πόντου….»

image

Οι πρώτες εμφανίσεις

Η γνώση για την επιβίωση αυτής της ελληνικής γλωσσικής μορφής έλαβε πολύ συγκεκριμένη μορφή από τη στιγμή που εμφανίστηκαν διανοούμενοι από τον ίδιο τον  ελληνόφωνο πληθυσμό. Η έκδοση το 1996 μιας πρωτόλειας γλωσσολογικής αποτύπωσης από τον Omer Asan  με τίτλο “Pontos Kulturu” ξάφνιασε πολλούς στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Παράλληλα ενόχλησε αρκετούς από το βαθύ κεμαλικό κράτος της Τουρκίας με αποτέλεσμα να αντιμετωπίσουν το εγχείρημα με διώξεις και με καταστολή.

Ads

Όμως από τότε πέρασε πολύς καιρός. Τα πάθη καταλάγιασαν σχετικά και η έρευνα για τον πολιτισμό των ελληνόφωνων μουσουλμάνων αναβαθμίστηκε και έλαβε διεθνείς διαστάσεις, όπως αποδεικνύει ο εξαιρετικός πρόλογος του Peter Mackridge.

Το λεξικογραφικό εγχείρημα του Tursun έτυχε μεγάλης αποδοχής στην Τουρκία. Ήδη, δεκάδες ηλεκτρονικά Μέσα και περισσότερα από δέκα έντυπα –εφημερίδες και περιοδικά- έχουν κάνει αφιέρωμα σ’ αυτό. Μεγάλες εφημερίδες με εκατοντάδες χιλιάδες αναγνώστες, όπως  η Hurriyet και η Sabah έχουν αναφερθεί στην έκδοση με εγκωμιαστικό σχολιασμό.   

Ο Mackridge περιγράφει τους ομιλητές αυτής της μορφής της ελληνικής γλώσσας, οι οποίοι σύμφωνα με τον ελληνογάλλο γλωσσολόγο G. Drettas και τον πρωτοπόρο Ο. Αsan ανέρχονται στα 300.000 άτομα στη σύγχρονη Τουρκία: «Οι περισσότεροι από τους ομιλητές της ελληνικής διαλέκτου στον σημερινό Πόντο προέρχονται πιθανότατα από ορθόδοξους Χριστιανούς που στράφηκαν στο Ισλάμ κατά την οθωμανική περίοδο. Η αλλαγή θρησκείας όμως δεν συνοδεύτηκε από αλλαγή της γλώσσας. Ο Σουλτάνος δεν ανάγκασε τους μουσουλμάνους υπηκόους του να μιλούν τουρκικά. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε και στην Ελλάδα, ειδικά στο νησί της Κρήτης, όπου οι ελληνόφωνοι Χριστιανοί που ασπάστηκαν το Ισλάμ συνέχισαν να μιλούν ελληνικά

Η Ece Çelik που παρουσίασε το Λεξικό στην Hurriyet με τον τίτλο Trabzon dağlarının sözlüğü… Kaybolma tehlikesi altındaki Romeika dili kitaplaştırıldı (Το λεξικό των βουνών της Τραπεζούντας…Τα Ρωμαίικά που είναι υπό εξαφάνιση) υποστηρίζει ότι  ερευνητής και συγγραφέας Vahit Tursun έχει πρωτοπορήσει και συγγράφοντας αυτό λεξικό της Ποντιακής διαλέκτου που ακόμη ομιλείται στην Τραπεζούντα. Εντάσσει το έργο στην προσπάθεια αντιμετώπισης μιας «φυσικής καταστροφής» όπως την περιγράφει η UNESCO, με τις απειλούμενες προς εξαφάνιση γλώσσες. Παραθέτει την άποψη του συγγραφέα για τους λόγους που αυτή η γλωσσική μορφή της ελληνικής γλώσσας –που κάποτε ήταν η κυρίαρχη σε όλη την περιοχή- διασώθηκε και αποτελεί ακόμα μια ζωντανή γλώσσα. Η Ece Çelik γράφει: «Σύμφωνα με τον Tursun, το καθυστερημένο άνοιγμα σχολείων στα ορεινά χωριά του Τραπεζούντας (Trabzon), η καθυστερημένη έναρξη της μετανάστευσης από τα χωριά  στις πόλεις και το γεγονός ότι οι άνθρωποι άργησε η εισβολή και της τηλεόρασης και των κοινωνικών μέσων ενημέρωσης είναι οι λόγοι που οδήγησαν σην επιβίωση των Ρωμαίικων  μέχρι σήμερα. Ο Τursun τόνισε ότι η εκπαίδευση του Κορανίου που δόθηκε σε τζαμιά σε κάποια χωριά του Τραπεζούντα πριν από 40 χρόνια, ακόμα και τα κηρύγματα και τα κηρύγματα που διαβάζονται κατά την προσευχή της Παρασκευής, είναι στην ελληνική γλώσσα, ενώ και ο ίδιος άρχισε να μαθαίνει τα τουρκικά μετά το δημοτικό σχολείο.»

 Ο εκδότης Omer Asan έγραψε για τη σημασία του έργου: «Τα ελληνικά της Μαύρης Θάλασσας έχουν χαρακτηριστεί ως γλώσσα που κινδυνεύει με εξαφάνιση. Η συνολική εμπειρία της ανθρωπότητας είναι ίσο με το άθροισμα των παγκόσμιων γλωσσών, μιας και κάθε γλώσσα έχει τον δικό της τρόπο να βλέπει και να νιώθει τον κόσμο. Μια γλώσσα που απειλείται με εξαφάνιση είναι σαν την απειλούμενη φύση. Όταν εξαφανίζεται μια γλώσσα, η πλούσια ποικιλία και η εμπειρία του ανθρώπινου πολιτισμού μειώνεται και γίνεται φτωχότερη, όπως εξαλείφεται η ποικιλομορφία της φύσης όταν εξαφανίζεται ένα είδος. Αυτό το έργο θα διαφυλάξει το πολύτιμο ελληνικό λεξιλόγιο και γραμματικό θησαυρό της περιοχής και θα ενθαρρύνει όσους εξακολουθούν να μιλούν να συνεχίζουν να χρησιμοποιούν….»
 
Επίλογος

Το Λεξικό του Vahit Tursun αποτελεί τον τελευταίο κρίκο μιας μακράς αλυσίδας μελέτης και καταγραφής της ποντιακής διαλέκτου, που ξεκινά το 1888 με τη διδακτορική διατριβή του Αργυρουπολίτη Δημοσθένη Οικονομίδη, με τίτλο Lautlehre des Pontischen (Η φωνητική της Ποντιακής), στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Λειψίας (Leipzig). Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα καταγράφονται τα πρώτα κείμενα στην ποντιακή. Με την ίδρυση της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών στην Αθήνα το 1927, η προσπάθεια αυτή έγινε συστηματικότερη. Παράλληλα, στις ποντιακές κοινότητες της Σοβιετικής Ένωσης την περίοδο του Μεσοπολέμου (δεκαετίες ’20 και ’30) εμφανιστηκε ένα σημαντικό γλωσσολογικό κίνημα που στόχευε στην ανακήρυξη της ποντιακής διαλέκτου ως της επίσημης ελληνικής γλώσσας στην ΕΣΣΔ. Σύμφωνα όμως με τον G. Drettas –ο οποίος έχει μια καλή εποπτεία της ιστορίας της ποντιακής στη Μικρά Ασία και την Ελλάδα- η καταγραφή με το σύγχρονο φωνητικό σύστημα έγινε μετά το 1980.

Ένα ενδιαφέρον φαινόμενο που θα άξιζε να μελετηθεί περισσότερο, είναι η αντιμετώπιση από τους Έλληνες γλωσσολόγους των  διαφορετικών από την κυρίαρχη κρατική (δημοτική σήμερα, καθαρεύουσα παλαιότερα) των υπόλοιπων γλωσσικών μορφών της ελληνικής γλώσσας.

Πάντως η έκδοση του “ROMEİKA – TÜRKÇE SÖZLÜK (Trabzon Rumcası)” του Vahit Tursun αποτελεί σταθμό στην ιστορία της αποτύπωσης της ελληνικής γλώσσας, εφόσον καταγράφει μια από τις πλέον ανθεκτικές μορφές της, που έως τώρα αντιστέκονται στην γλωσσική ισοπέδωση μέσω τις επιβεβλημένης (ίσως αναπόφευκτης) ομοιομορφίας τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία.

* Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ σύγχρονης Ιστορίας-μαθηματικός https://kars1918.wordpress.com/