Δεν ξέρω αν το «Άνιμε» είναι ο καλύτερος δίσκος του Φοίβου Δεληβοριά όπως γράφεται. Το σίγουρο είναι πως ακούγοντας τα νέα του τραγούδια, ταράχτηκα πάλι ευχάριστα, συγκινήθηκα, τον θαύμασα ξανά και σκέφτηκα πως κανείς άλλος τραγουδοποιός της γενιάς μας δεν έχει αυτή την πολυπρισματική πυξίδα στην τέχνη του.

Ads

Πως μας χώρεσε πάλι όλους και όλες σε μια ενότητα τραγουδιών; Όχι μόνο εμάς, που νιώθουμε συγγενείς με την τέχνη του αλλά κι εκείνες-εκείνους που ανασαίνουν σ’ένα κοινωνικό σύμπαν που μας ταλαιπωρεί. Πώς έγλυψε πόντο πόντο την εποχή μας με όχημα το σύγχρονο λεξιλόγιο, χωρίς να κάνει καλλιτεχνικές εκπτώσεις, πως ενσωμάτωσε στον στίχο του την προφορικότητα χωρίς ν’απαλλείφεται η ποιητικότητα για χάρη ενός συνθηματικού στιχουργικού λόγου; Πώς καταφέρνει να διατηρεί το μουσικό του στίγμα χωρίς να σου δίνει την αίσθηση ότι επαναλαμβάνεται μουσικά;

Κατά τη γνώμη μου το ταλέντο δεν μπορεί από μόνο του να είναι η απάντηση σε όλα τα παραπάνω. Πίσω από τους στίχους του βλέπω έναν άνθρωπο που διευρύνει ολοένα την ευαισθησία και την παρατήρηση του στρέφοντας τον φακό μέσα του κι έξω διαρκώς, συχνά βασανιστικά, που δεν εφησυχάζεται, αποφεύγει όλο και περισσότερο την αυτοαναφορικότητα και την ευκολία και χρησιμοποιεί τους ήρωες και τις ηρωίδες του για να αφηγηθεί κάτι περισσότερο από την ιστορία τους. Την ιστορία, τα αιτήματα, τα βαρίδια, την σάπια ή ηρωική κληρονομιά όλων μας.

Έτσι το τραγούδι για την Ελένη Τοπαλούδη, δεν είναι μόνο φόρος τιμής σε ένα κορίτσι που έγινε σύμβολο στον αγώνα κατά της έμφυλης βίας. Ρίχνει μια θαρραλέα ματιά στο θλιβερό παρασκήνιο της εξουσίας και στη διαχρονική ανοχή μιας ολόκληρης κοινωνίας:

Ads

«Ο διάβολος εγγύηση θα πληρώσει

Κι ο πρώτος δολοφόνος θα γλιτώσει

Ο δεύτερος θα γίνει αγιογραφία

Που θα στολίζει τα ορφανοτροφεία»

Η «Άγρια Ορχιδέα» δεν καταγγέλλει απλά την πατριαρχία και τη διάχυτη ματσίλα γύρω μας. Το τραγούδι που βάζει τα αρχίδια να αιωρούνται πάνω από την χώρα, υπογραμμίζει ότι αυτό το έργο παίζει αιώνες «… Έχω βαρεθεί να κοιτάζω τ’ αρχίδια σου/ Τα περίφημα αρχίδια σου τ’ αρχαϊκά» και είναι άρρηκτα δεμένο με το εθνικιστικό αφήγημα, με τον χουλιγκανισμό, με τις σχέσεις εξουσίας στην κοινωνική διαστρωμάτωση, έχει διαποτίσει τις οικογενειακές σχέσεις.

Έχω βαρεθεί την Κατοχή του παππού σου

Που ολομόναχος νίκησε τους Γερμανούς

Κι ύστερα εξόρισε και πρόδωσε κι έσφαξε

Και βλέπει πια τ’ αρχίδια σου απ’ τους ουρανούς

Έχω βαρεθεί την ιδρωμένη ομάδα σου

Που σαν κόμμα έχει μέρα της την Κυριακή

Και κάθε που κλωτσάει αλλάζει ο ηγέτης σου

Και τ’ αρχίδια σου περνάνε στην Πρώτη Εθνική

Όμως ο Φοίβος Δεληβοριάς, ακόμα και στις στιγμές που γίνεται πιο  αυτοαναφορικός δεν ταλανίζεται σ’ένα ατέρμονο προσωπικό δράμα. Τσαλακώνει την εικόνα του superman στο «Αταίριαστο», ένα τραγούδι αυτοεξομολογητικό με όλες τις αντιφάσεις που χωρούν σ’ένα σώμα:

«Είμ’ ένας ανδρείος που φοβάται

Κι ένας έξυπνος που όλο κοιμάται

Είμ’ ένας περήφανος που λέει σε όλους «ναι»

Είμ’ ένας αυτάρκης που χρειάζεται

Είμ’ ένας παράφρων που το βλέπει λογικά

Είμαι χώμα κάτω από τη θάλασσα»

Στους «Λωτοφάγους» πάλι, υπάρχουμε όλοι και όλες που σκυμμένοι σε υπολογιστές και κινητά, απωθούμε τη συγκίνηση σε μια θάλασσα πολυδιάσπασης. Που ξεχνάμε τα μεγάλα μετρώντας views. Που αναρωτιόμαστε αν η μέρα έχει αρχή μέση και τέλος με τόση λήθη.

Το τραγούδι «Ο ποιητής και το ποίημα» μπορεί να μιλάει για την έμπνευση, όμως μοιάζει και σαν συνέχεια του «Μπάστραδου γιου». Μας καλεί να αποσυνδεθούμε από τις ενοχές της οικογένειας για να δημιουργήσουμε «Έχει η μητέρα σου μια υπάκουη ψυχή/ Κι ως εδώ όλα είναι εντάξει, το καταλαβαίνω/ Μα όταν την θρέφει η δική σου ενοχή/ Το τραγούδι σου πεθαίνει τη στιγμή που τρέχει να γεννηθεί».

Κι όπως στον «Μπάσταρδο γιο» το θέμα δεν ήταν μόνο ο πατέρας, αλλά το βάρος που έριξε η γενιά της μεταπολίτευσης στη δική μας, έτσι και στο τραγούδι  αυτό, η εικόνα διαστέλλεται, φεύγει από τη μάνα και τον πατέρα, απομακρύνεται από την Φροϋδική θεωρία και ο Δεληβοριάς προσγειώνεται σε έναν λυτρωτικά υπαρξιακό στίχο:

Ο κόσμος βρίσκει κάτι και προχωράει

Κάποια τραβηχτική θεωρία

Μα εγώ κοιτάζω κάποια και με κοιτάει

Με ρωτάει τι θέλω και λέω «Δεν ξέρω, κυρία»

Στα τραγούδια του «Άνιμε» περιφέρονται παιδάκια που αναπτύσσονται αργά, που λένε ψέματα, που τα έχουν καταστρέψει τα παινέματα. Παιδάκια που…

Όλα όμως κάποτε μετριούνται με τους άλλους

Όλα μια μέρα προσποιούνται τους μεγάλους

Όλα ελπίζουνε πως θα’ ρθει αυτός ο άγνωστος

Από τη χώρα που κανείς δεν είναι άρρωστος

Ναι, όλα κάποτε μαθαίνουν για το αντάλλαγμα

Δίνουνε το ‘να για να πάρουν το άλλο πράγμα

Και να πως ο Δεληβοριάς βρίσκει ξανά το νήμα που μας συνδέει όλους σκάβοντας πάλι τον κοινωνικό ιστό, ή αν θέλετε ένα σύστημα ασφυκτικά αδιατάρακτο μέσα στο οποίο ψάχνουν τρόπο να ανασάνουν τα όνειρα μας.

Στα ερωτικά τραγούδια του δίσκου όπως το «Ψέμματα», παραμένει ειλικρινής, βραδυφλεγής και ταυτόχρονα άμεσος. Κοντοστέκεται ξανά σε τοπωνύμια, συνοικίες και διευθύνσεις. Περιδιαβαίνει δρόμους που έχουμε περπατήσει, δίνοντας την αίσθηση στον ακροατή πως όπου να’ναι μπορεί να του χτυπήσει το κουδούνι ο ίδιος ο Φοίβος και να του τραγουδήσει ένα κανταδόρικο ρεφρενάκι, για να τον παρηγορήσει.

Πολλοί έγραψαν ότι ο Δεληβοριάς με αυτόν τον δίσκο περιέγραψε άριστα τα τελευταία χρόνια της ζωής μας, σε αυτόν τον γεωγραφικό χώρο που λέγεται Ελλάδα. Δεν έχουν άδικο. Ωστόσο, όσο ακούω τα τραγούδια όλο και περισσότερο αισθάνομαι ότι δεν είναι απλά ένα μωσαϊκό της εποχής. Δεν είναι απλά ένας δίσκος με έντονο φεμινιστικό περιεχόμενο. Γιατί όπως περιέγραψα παραπάνω, η γραφή του Δεληβοριά όσο και να επικεντρώνεται στο παρόν, πάντα εμπεριέχει τη ρίζα και -προσπαθεί τουλάχιστον- να ατενίσει ένα αβέβαιο μέλλον. Γι’αυτό είμαι σίγουρη, πως κι αυτά τα τραγούδια του ήρθαν, όχι για να αναγνωστούν ως ένα Κυριακάτικο φύλλο εφημερίδας, αλλά για να μείνουν στη δισκοθήκη μας, στα στικάκια μας και στον μέσα μας σκληρό δίσκο.

Δεν ξέρω λοιπόν αν μιλάμε για τον καλύτερο δίσκο του Δεληβοριά. Σίγουρα όμως αυτές τις μέρες χαιρόμαστε τον πιο ώριμο, μεστό, τον πιο συμπεριληπτικό, ευρύ,  τολμηρό, τρυφερό και σοφό Φοίβο Δεληβοριά. Έναν δημιουργό που κάνει τραγούδια τις πληγές μας και την ίδια ώρα τραβάει το χέρι μας από την πληγή και λέει χωρίς κανέναν διδακτισμό…δεν πειράζει. Δεν πειράζει καν να μετράς τα views αν έχεις επίγνωση πως βρίσκεσαι στο νησί των Λωτοφάγων και πως κάπου σε περιμένει μια Ιθάκη. Δεν πειράζει που πνίγεσαι στις αντιφάσεις… και ξέρεις κάτι; Κανένας μας δεν είναι κανονικό παιδί και όλοι λέμε ψέματα. Δες το αόρατο νήμα που μας ενώνει, ψάξε ένα όραμα να το κάνεις ζωή. Κατέβασε τουλάχιστον τα αρχαϊκά αρχίδια που σου κρύβουν τον ήλιο και στείλε τους στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Δες πως λειτουργούν οι εξουσίες έξω και μέσα μας. Ξεμπέρδευε με τις αχρείαστες ενοχές και φτιάξε κάτι που να αξίζει, να έχουμε να συζητάμε στην παρέα.

Και είναι απίστευτα συγκινητικό που  έχουμε ανάμεσα μας, έναν τουλάχιστον δημιουργό που ανθίζει ωραία και έρχεται  σαν χαραμάδα φωτός, να εκφράσει τον κόσμο μας. Έναν κόσμο που τόσο βλέπουμε να σκοτεινιάζει τελευταία.