Η θέση περί επαναδιαπραγμάτευσης του Μνημονίου, που προεκλογικά κέρδιζε έδαφος στις τάξεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων, μετεκλογικά διαψεύδεται καθολικά. «Άθικτο» θα παραμείνει το ελληνικό πρόγραμμα λιτότητας, τονίζει ο επικεφαλής του Eurogroup Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ενώ ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αρνείται ότι οι όροι του ελληνικού προγράμματος είναι πολύ σκληροί. Ωστόσο, ο ξένος Τύπος επιμένει πως θα πρέπει να υπάρξουν κάποιες αλλαγές.

Ads

«Το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής δεν μπορούμε να το αγγίξουμε», δήλωσε ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ στην εφημερίδα Kurier. Ο επικεφαλής του Eurogroup επισήμανε πως είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρόεδρο της ΝΔ, Αντώνη Σαμαρά, για να του τονίσει πως «μπορούμε να συζητήσουμε το χρονικό πλαίσιο, αλλά όχι τις μεταρρυθμίσεις και την ουσία του προγράμματος».
 
Μάλιστα σημείωσε πως αυτή είναι η θέση και των 17 κρατών-μελών της ευρωζώνης. Σχετικά με την παράταση της υλοποίησης του προγράμματος, ο επικεφαλής του Eurogroup σημείωσε πως το ζήτημα θα συζητηθεί την Πέμπτη το βράδυ από τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης.
 
Σχετικά με τις ανησυχίες που εκφράζονται για ενδεχόμενη απώλεια των χρημάτων που δόθηκαν στην Ελλάδα, ο Γιούνκερ, που βρέθηκε χθες στο κρατίδιο της Κάτω Αυστρίας, προσκεκλημένος του κυβερνήτη του ομόσπονδου κρατιδίου, Erwin Pröll,  σε συνέντευξη Τύπου τόνισε πως «η Αυστρία, η Γερμανία, το Λουξεμβούργο ή άλλες χώρες δεν έχουν δώσει ούτε ένα ευρώ, αντίθετα κερδίζουν τόκους».  Πρόσθεσε ωστόσο πως «η Αθήνα δεν πρέπει να θεωρεί πως η οικονομική βοήθεια θα συνεχιστεί επ’ αόριστον».
 
Από την πλευρά του ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υποστήριξε πως «δεν επιβαρύναμε υπερβολικά την Ελλάδα ούτε πρόκειται να το κάνουμε», απορρίπτοντας τον ισχυρισμό ότι στο ελληνικό πρόγραμμα λιτότητας έχουν διατυπωθεί υπερβολικές απαιτήσεις.
 
«Είναι στο χέρι των Ελλήνων να λύσουν τα προβλήματά τους», τονίζει σε απόσπασμα συνέντευξής του στη γερμανική εφημερίδα «Die Zeit» που προδημοσιεύεται στην ηλεκτρονική σελίδα της εφημερίδας, και σύμφωνα με το οποίο αρνείται ότι οι όροι του ελληνικού προγράμματος είναι πολύ σκληροί.
 
Ο Β. Σόιμπλε προβλέπει, πάντως, ότι η προετοιμασία της κοινής οικονομικής πολιτικής στην Ευρωζώνη θα ολοκληρωθεί πολύ πιο γρήγορα. «Δεν θα συμβεί όμως αύριο», διευκρινίζει και επαναλαμβάνει ότι, εάν δεν υπάρχει κοινή δημοσιονομική πολιτική, δεν είναι δυνατή και η «κοινοτικοποίηση» των βαρών (χρεών). «Η κρίση έδειξε ότι ο διαχωρισμός ρίσκου και ευθύνης είναι επικίνδυνος», προσθέτει.
 
Στο ίδιο μήκος κύματος και η εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών της Γερμανίας. «Υπάρχει ευρεία συναίνεση ότι πρέπει να εμμείνουμε στους όρους του πακέτου διάσωσης που συμφωνήθηκε», δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου, σύμφωνα με το Reuters, προσθέτοντας πως «οποιαδήποτε συζήτηση για αυτούς τους όρους θα εξαρτηθεί από τα αποτελέσματα του επόμενου έλεγχου της τρόικας».

Ο διοικητής της γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας Bundesbank Γενς Βάιντμαν επισημαίνει πως εάν η τρόικα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ελληνικό πρόγραμμα έχει εκτροχιαστεί, η Ελλάδα πρέπει να το επαναφέρει στο σωστό δρόμο. «Οι ελληνικές εκλογές δεν άλλαξαν το γεγονός ότι η Ελλάδα πρέπει να τηρήσει τους όρους του Mνημονίου για να λάβει περαιτέρω βοήθεια», δήλωσε σύμφωνα με το Reuters. «Εάν υπάρχουν αποκλίσεις (από το πρόγραμμα) πρέπει να αναλύσουμε τα αίτια, αλλά πρώτα απ’ όλα είναι στο χέρι της Ελλάδας να επανορθώσει», σημείωσε.
 
Οποιαδήποτε παραχώρηση στην Ελλάδα αρνείται και ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών Volker Kauder με δήλωσή του στο Spiegel-Online σύμφωνα με το γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων. Ο Kauder ζήτησε από τη νέα ελληνική κυβέρνηση να τρέξει τις μεταρρυθμίσεις, ώστε να αντιμετωπιστεί το χρέος.
 
«Τώρα θα ήταν πραγματικά σωστό, αν η νέα κυβέρνηση έλεγε: Ναι, προσπαθούμε να ανακτήσουμε αυτόν το χρόνο», πρόσθεσε και αρνήθηκε και την παράταση του χρονοδιαγράμματος. «Η γερμανική κυβέρνηση και ο κυβερνητικός συνασπισμός δεν θα πρέπει να στείλουν μηνύματα ότι μπορεί κανείς να αστειεύεται με τις συμφωνίες για λιτότητα», σημείωσε.
 
«Η βούληση των Ελλήνων, όπως προέκυψε από το εκλογικό αποτέλεσμα, είναι να παραμείνουν στο ευρώ και να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους», υποστήριξε ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ.
 
«Η Ευρώπη πρέπει να διευκολύνει αυτή τη πορεία, όχι θέτοντας υπό αίρεση τις υποχρεώσεις που υπάρχουν, αλλά ούτως ώστε η ανάπτυξη, οι βοήθειες που μπορούν να έλθουν μέσω των διαρθρωτικών ταμείων να μπορέσουν να ενεργοποιηθούν και να κινητοποιηθούν. Εγώ αυτή τη θέση παίρνω», πρόσθεσε. «Οπότε θα ξεκινήσει ο διάλογος πάνω στον οποίο θα πρέπει να εργαστεί η Ένωση, γιατί τώρα θα πρέπει να προχωρήσουμε γρήγορα», σημείωσε.
 
Την ίδια στιγμή, η εφημερίδα Financial Times επικαλείται ευρωπαίο αξιωματούχο, που δεν κατονομάζεται, σύμφωνα με τον οποίο «όσοι τυχόν υποστήριζαν ότι δεν χρειαζόμαστε και δεν μπορούμε να αναδιαπραγματευθούμε το μνημόνιο τρέφει αυταπάτες, διότι θα ήταν σαν να πίστευε ότι το πρόγραμμα, η όλη διαδικασία, έχει παραμείνει απόλυτα εντός στόχων από τις εβδομάδες πριν τις πρώτες ελληνικές εκλογές και μετά».
 
Σε άρθρο του στην εφημερίδα Stuttgarter Nachrichten ο Andreas Schröder επισημαίνει πως «η σκληρή στάση δεν έχει καμία αξία» και τονίζει πως «οι δανειστές θα πρέπει να προχωρήσουν σε περαιτέρω παραχωρήσεις».
 
«Η άτεγκτη σκληρότητα έχει νόημα μόνο όταν είναι κανείς αρκετά σίγουρος ότι αυτή μπορεί να έχει αποτέλεσμα. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η βεβαιότητα σχετικά με το εάν η χώρα μπορεί ή θέλει να εκπληρώσει τους όρους του προγράμματος διάσωσης, έχει παύσει να υπάρχει προ πολλού. Αυτό θα έπρεπε να το έχουν αναγνωρίσει οι πολιτικοί, οι οποίοι μέχρι πρότινος ήθελαν – τουλάχιστον επισήμως – να εφαρμοστεί το πρόγραμμα χωρίς εκπτώσεις», αναφέρει.
 
«Τι νόημα έχει άλλωστε να επιμένει κανείς σε ένα χρονοδιάγραμμα, το οποίο θα αποδειχθεί ούτως ή άλλως ως μη εφαρμόσιμο;», διερωτάται και καταλήγει πως «δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε, εάν τις παραχωρήσεις σε επίπεδο χρονοδιαγράμματος ακολουθήσουν σύντομα παραχωρήσεις σε επίπεδο περιεχομένου – ασχέτως της σκληρής στάσης, η οποία συνεχίζεται να τηρείται μέχρι σήμερα».
 
«Η Ελλάδα μπορεί να ελπίζει σε επιείκεια των δανειστών της» αναφέρει στο πρωτοσέλιδό της η Frankfurter Allgemeine Zeitung. Σύμφωνα με το δημοσίευμα διαφαίνεται προθυμία να δοθεί στην νέα κυβέρνηση μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από το αρχικά προβλεπόμενο για την εφαρμογή του προγράμματος λιτότητας και την προώθηση των μεταρρυθμίσεων.
 
«Στην Ευρωζώνη θεωρούν ότι το πρόγραμμα λιτότητας πρέπει να προσαρμοσθεί εκ νέου, δεδομένου ότι η Ελλάδα αδυνατεί αυτή τη στιγμή -είτε λόγω της ύφεσης είτε λόγω της ακυβερνησίας κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου- να εκπληρώσει τους όρους της συμφωνίας. Ακόμα και οι ΗΠΑ άφησαν για πρώτη φορά να εννοηθεί, ότι η Ελλάδα μπορεί να ελπίζει σε επιείκεια, όσον αφορά την τήρηση των υποχρεώσεών της έναντι των πιστωτών», τονίζεται στο δημοσίευμα και σημειώνεται:
 
«Από την Ευρωζώνη εκφράστηκε η προσδοκία, ότι το ΔΝΤ θα συνεχίσει να συμμετάσχει στην βοήθεια για την Ελλάδα. Σύμφωνα με υψηλόβαθμο αξιωματούχο της Ε.Ε., το ΔΝΤ μπορεί μεν να διαθέτει ξεκάθαρους κανόνες, ωστόσο είναι εξοπλισμένο με την αναγκαία ευελιξία, ώστε να μπορέσει να αντέξει μια αναπροσαρμογή του προγράμματος βοήθειας».
 
Και η εφημερίδα Financial Times Deutschland υποστηρίζει πως «η ΕΕ είναι έτοιμη για διορθώσεις στο πρόγραμμα λιτότητας». 

«Όχι δώρα στους Έλληνες», είναι ο τίτλος άρθρου της βελγικής εφημερίδας La Libre Belgique, στο οποίο αναφέρεται πως η Γερμανία δύσκολα θα επαναδιαπραγματευθεί το πρόγραμμα εξυγίανσης της Ελλάδας. Στο Βερολίνο, σημειώνεται, ο κυβερνητικός συνασπισμός διχάζεται στο αν θα πρέπει να δώσει περισσότερο χρόνο στη νέα ελληνική κυβέρνηση. Παράλληλα, η γερμανική κοινή γνώμη δεν εγκρίνει την ιδέα επιμήκυνσης του ελληνικού προγράμματος εξυγίανσης, σημειώνει η εφημερίδα, επισημαίνοντας ότι στον ιστότοπο του τηλεοπτικού δικτύου ARD, το 53% των χρηστών απορρίπτουν μια τέτοια παραχώρηση και ότι πριν τις εκλογές, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ φαινόταν πως θα νικήσει, το 79% των Γερμανών είχαν ταχθεί υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ.

Ads