Πριν οι Ταλιμπάν καταλάβουν το Αφγανιστάν, 69 μέλη του Κοινοβουλίου ήταν γυναίκες. Τώρα, 25 από αυτές ζουν στην Αθήνα, ελπίζοντας ο κόσμος να μην ξεχάσει τα δεινά που πέρασαν, αλλά και τη χώρα τους.

Ads

Όταν οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την Καμπούλ, την πρωτεύουσα της χώρας, η 29χρονη Shagufa Noorzai, ήταν μια από τις νεότερες στο Κοινοβούλιο. Η ίδια, διοργάνωσε μια διαμαρτυρία μπροστά από το Υπουργείο Άμυνας. Στάθηκε στη μέση του δρόμου, με ένα χαρτόνι στα χέρια το οποίο έγραφε: «Μείνετε δυνατοί».

Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα όμως, η Noorzai, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Είχε κρυφτεί για 10 μέρες μαζί με φίλους της, ενώ πέρασε και ένα μήνα στο διαμέρισμά της, όπως αναφέρει το Spiegel σε αφιέρωμά του. Οι Ταλιμπάν την έψαχναν, και έφτασαν πολύ κοντά στο να την πιάσουν.

Όταν ο πατέρας της ένα πρωί άνοιξε την πόρτα, τον χτύπησαν, ενώ στη συνέχεια πήραν το τεθωρακισμένο αμάξι της Noorzai, με το οποίο πήγαινε στο Κοινοβούλιο, μαζί με τον σοφέρ της. Η ίδια έχασε αρχικά το γραφείο της, στη συνέχεια τη δουλειά και το εισόδημά της, και τελικά και τη χώρα της. Τώρα, ζει στην Ελλάδα.

Ads

Πλέον έχει νέα δουλειά: Το δίκτυο βουλευτών γυναικών του Αφγανιστάν. Στόχος της είναι να μιλά, για να μη ξεχαστεί τι συνέβη. Οι 25 γυναίκες που βρίσκονται στην Αθήνα, που μέχρι πρόσφατα κατείχαν θέσεις στο Κοινοβούλιο του Αφγανιστάν, μαζεύονται στο κέντρο της πόλης και συνομιλούν, άλλες προερχόμενες από μεγάλες σημαντικές πολιτικές οικογένειες, κι άλλες εκπροσωπώντας μειονότητες.

Ένα από τα κύρια θέματά τους είναι η ενδυνάμωση των γυναικών που έχουν μείνει πίσω στο Αφγανιστάν, γνωρίζοντας πως η ελευθερία τους περιορίζεται όλο και περισσότερο, όσο περνάνε οι μέρες όπου κυριαρχούν οι Ταλιμπάν.

Πλέον, η Αθήνα έχει γίνει ένα σημαντικό κέντρο για τις εκτοπισμένες από τη χώρα. Ορισμένες έχουν βρει καταφύγιο και σε άλλες χώρες, όπως η Τουρκία ή η Αλβανία. Πιθανότατα θα μείνουν στην Ελλάδα για λίγους μήνες, μέχρι να λάβουν τα απαραίτητα έγγραφα για να ταξιδέψουν στις ΗΠΑ, τον Καναδά ή το Ηνωμένο Βασίλειο.

Το Spiegel μάλιστα σημειώνει πως το γεγονός ότι κατέληξαν στην Αθήνα, την ώρα που η Ελλάδα κάνει ό,τι μπορεί για να κρατήσει τους πρόσφυγες έξω, δεχόμενη διεθνή κριτική, είναι «εκπληκτικό».

Η ιστορία της Noorzai

Όταν «έπεσε» η Καμπούλ, αρκετές οργανώσεις κατέλαβαν σημαντικές προσπάθειες για τη διάσωση γυναικών-πολιτικών. Το Δίκτυο Μέλισσα δημιούργησε μια λίστα με 150 γυναίκες «με επιρροή», προσπαθώντας να τις βγάλει από τη χώρα. Οι περισσότερες τα κατάφεραν, φτάνοντας στην Ελλάδα μαζί με τις οικογένειές τους, περίπου 800 άτομα συνολικά.

Η Noorzai, που έχει δημιουργήσει αυτό το «Κοινοβούλιο στην εξορία», μαζί με την πρώην συνάδελφό της Nazifa Bek, περιγράφει στο Spiegel την ιστορία της. Πρόκειται για μια γυναίκα που κατάφερε να φτάσει ψηλά, σε μια τρομερά πατριαρχική κοινωνία.

«Προέρχομαι από μια οικογένεια, όπου υπήρχαν πολλά εμπόδια», λέει η ίδια. Συγκεκριμένα, προέρχεται από μια οικογένεια Παστούν, από την επαρχία Χελμάντ, συντηρητική περιοχή. Οι γονείς της εργάζονται για την κυβέρνηση. Ο πατέρας της στον τομέα της Γεωργίας και η μητέρα της στην εκπαίδευση. Υποστηρίζει πως αμφότεροι την βοήθησαν καθώς χάραζε το δρόμο της στην πολιτική. «Το πρόβλημα ήταν τα αδέρφια και οι συγγενείς», λέει στο Spiegel. Τόσο οι αδερφοί της, όσο και οι αδερφές της, είχαν αντιταχθεί στις φιλοδοξίες της.

Όπως λέει, η νεανική της ηλικία ήταν γεμάτη από προειδοποιήσεις: «Μην βγαίνεις έξω τόσο αργά», «σταματήστε να διαβάζεις και παντρέψου», ή «οι γυναίκες δεν μπορούν να το κάνουν αυτό». Μάλιστα, ο αδερφός της κάποια στιγμή της προσέφερε χρήματα για να εγκαταλείψει το σχολείο.

Όταν τελικά τελείωσε το σχολείο, έγινε νοσοκόμα και βρήκε δουλειά στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα. Σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο, ενώ από το 2015 και μετά, εργάστηκε ως συντονίστρια για έναν τοπικό οργανισμό βοήθειας των γυναικών και των δικαιωμάτων τους.

Η δουλειά της περιλάμβανε τη διοργάνωση εργαστηρίων, όπου ενθάρρυνε τις γυναίκες να ξεκινήσουν τις δικές τους επιχειρήσεις στο σπίτι. Επίσης, έλαβε μέρος σε δικαστικές διαδικασίες, για την τιμωρία βάναυσων εγκλημάτων κατά γυναικών. Ακόμη, έπαιρνε μέρος σε συζητήσεις με δημοσιογράφους, οι οποίοι κάλυπταν τα πράγματα με μια «ανδρική προοπτική». Όπως αναφέρει, «ο ορίζοντάς μου έγινε όλο και ευρύτερος. Κι ο θυμός μου μεγαλύτερος».

Από ένα σημείο και μετά, η ίδια έγινε διάσημη στην περιοχή που έμενε, γνωρίζοντας γελοιοποίηση και σεβασμό ταυτόχρονα. Ο πατέρας της δεν ήταν σίγουρος για αυτό που ήθελε να κάνει, αλλά υποστήριξε πως πρέπει τουλάχιστον να το προσπαθήσει.

Ο δρόμος για την επιτυχία ήταν και σε αυτή την περίπτωση εξαιρετικά δύσκολος. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής της εκστρατείας, ένας βομβιστής αυτοκτονίας προσπάθησε να ανατιναχθεί έξω από το σπίτι της. Ακόμη, για να εξασφαλίσει καλύτερα αποτελέσματα στις εκλογές, ένας αξιωματούχος της πρότεινε να περάσει δύο βράδια μαζί του, ή να πληρώσει ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό.

«Τα κατάφερα χωρίς τη μαφία, χωρίς χρήματα και χωρίς να γίνω θύμα των ανδρών», διηγείται με δάκρυα στα μάτια. Τη νύχτα της εκλογής της, μέλη της οικογένειάς της έμειναν με συγγενείς για λόγους ασφαλείας. Το καλοκαίρι του 2018, σε ηλικία 26 ετών, εισήλθε στο Κοινοβούλιο.

Τι γίνεται με τις εκκενώσεις

Η πολιτικός Aziza Jalis, κάνει έκκληση μέσω του Spiegel για ταχύτερες εκκενώσεις, δηλαδή την απομάκρυνση όσων θέλουν να φύγουν. «Όλοι εξακολουθούν να έχουν συγγενείς στο εσωτερικό της χώρας που αγωνίζονται να πάρουν τα έγγραφά τους». Μια γυναίκα που κάθεται δίπλα, έπρεπε να αφήσει την κόρη της πίσω, γιατί δεν διέθετε τα έγγραφα που έπρεπε.

 Αυτό που τις πονάει είναι πως δεν μπορούν να βοηθήσουν έμπρακτα όσον αφορά την ανθρωπιστική καταστροφή της χώρας τους, ενώ θεωρούν την απόσυρση των δυτικών στρατευμάτων «προδοσία». «Η μια πλευρά δεν μας ακούει, η άλλη μας σκοτώνει», σημειώνει χαρακτηριστικά μια από τις παρευρισκόμενες, συνοψίζοντας την κατάσταση.

*Φωτογραφία: Der Spiegel