Εξώδικο στον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκο Ξυδάκη, έστειλε ο μητροπολίτης Αμβρόσιος, με αφορμή δηλώσεις του πρώτου στον ραδιοσταθμό «Στο Κόκκινο» σχετικά με τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της εκκλησίας, στη συμφωνία Τσίπρα – Ιερώνυμου.

Ads

Ο Ν. Ξυδάκης μεταξύ άλλων είχε πει ότι οι αντιδράσεις για τη συμφωνία ξεκίνησαν μέσα από την Εκκλησία και είναι δύο ειδών, οι θεμιτές και η μη. Οι θεμιτές, όπως εξήγησε, προέκυψαν από τους ιερείς, οι οποίοι δικαίως «φοβήθηκαν την υπερεξουσία του μητροπολίτη κατά την καταβολή του μισθού τους» και αυτό είναι το πιο συγκλονιστικό γεγονός, καθώς αυτό «είναι ένα κρυμμένο και μεγάλο συμπέρασμα» που πρέπει να προβληματίσει και την εκκλησία και τους πιστούς, καθώς τελικά αποδεικνύεται ότι οι ιερείς δεν εμπιστεύονται τους μητροπολίτες, αλλά όπως σημείωσε μπορεί να διευθετηθεί με περαιτέρω όρους.

Ο Ν. Ξυδάκης σημείωσε ότι «οι φιλοδοξίες δελφίνων, επιγόνων και διαδόχων είναι πολύ ισχυρότερες και από το καλό μιας συμφωνίας και από το καλό μιας αρμονικής συνύπαρξης» που επιδιώκει ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος ώστε να μπει ένα βιώσιμο πλαίσιο για το μέλλον.

Ο Αμβρόσιος ζητά από τον Νίκο Ξυδάκη να δώσει «αποδείξεις και ονόματα» για τον φόβο των ιερέων έναντι της υπερεξουσίας των ιεραρχών, αλλιώς απειλεί ότι θα προσφύγει στην Δικαιοσύνη.

Ads

Η απάντηση Ξυδάκη

«Ευτυχώς δεν είναι αυτό το πράγμα η Εκκλησία. Και ευτυχώς έχει περάσει ο καιρός του αναθέματος κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου και των αφορισμών» σχολίασε ο Ν. Ξυδάκης και κατηγόρησε τον Αμβρόσιο ότι επιδίδεται στην δημόσια υποκίνηση βίας και στην κατάχρηση του εκκλησιαστικού αξιώματος.

Αναλυτικά η δήλωση του Ν. Ξυδάκη:

«Προκαλεί αλγεινή εντύπωση σε κάθε καλόπιστο δημοκρατικό πολίτη ο τρόπος που μερικοί ιεράρχες αντιλαμβάνονται τον δημόσιο βίο. Πολιτικολογούν από άμβωνος, αποφαίνονται επί αστρονομικών θεμάτων, εξαπολύουν κηρύγματα μίσους, αρές και κατάρες, αλλά απαιτούν από τους αιρετούς αντιπροσώπους του ελληνικού λαού να μην εκφέρουν πολιτικές κρίσεις.

Κάποιοι ιεράρχες έχουν απομακρυνθεί φαίνεται από την ουσία της εκκλησιαστικής ζωής και της χριστιανικής παράδοσης, τόσο ώστε να θεωρούν ότι μια κρίση, μια σκέψη, ακόμη και η καλόπιστη, είναι ικανή να απειλήσει το οικοδόμημα της Εκκλησίας. Ισως διότι δεν ανέχονται την ελεύθερη σκέψη, ίσως διότι ανησυχούν για την άτυπη κοσμική εξουσία τους, ίσως διότι έτσι έχουν συνηθίσει: να επιδίδονται στη δημόσια υποκίνηση βίας και στην κατάχρηση του εκκλησιαστικού αξιώματος, και όχι στον λόγο του ποιμένα, τον λόγο της αγάπης και της καταλλαγής.

Ευτυχώς δεν είναι αυτό το πράγμα η Εκκλησία.

Και ευτυχώς έχει περάσει ο καιρός του αναθέματος κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου και των αφορισμών».