Ανατροπή του διαπραγματευτικού πλαισίου για την επίλυση του Κυπριακού διαβλέπουν παρατηρητές των διεθνών σχέσεων μέσα από την εκλογή του κ. Ντερβίς Έρογλου στην ηγεσία των Τουρκοκυπρίων. Ο δρ Θάνος Ντόκος, γενικός διευθυντής στο Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ), εκφράζει την εκτίμηση στο tvxs.gr ότι, αν δεν σημειωθεί στροφή σε κάποιες από τις θέσεις του νέου Τουρκοκύπριου ηγέτη, «προφανώς δεν υπάρχει μέλλον στις διαπραγματεύσεις». Σχολιάζοντας τα δεδομένα που προκύπτουν για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις από την οικονομικά αποδυναμωμένη θέση της Αθήνας, ο ίδιος τοποθετεί προς το παρόν τον πήχυ των ελληνικών αξιώσεων ως εξής: «Να μην χειροτερεύσουν τα πράγματα».

Ads

Ακολουθεί το σχόλιο του γενικού διευθυντή του ΕΛΙΑΜΕΠ στο tvxs.gr:/>

Ο κ. Ντερβίς Έρογλου αποκαλείται από την ελληνοκυπριακή πλευρά σκληροπυρηνικός. Ποια είναι η βασική θέση του στο Κυπριακό και τι σημαίνει η επικράτησή του;

Είναι μία δυσάρεστη αλλαγή, οι θέσεις τις οποίες έχει διακηρύξει δημοσίως μέχρι τώρα ο κ. Έρογλου είναι εντελώς διαφορετικές από το όλο πλαίσιο των συζητήσεων Χριστόφια και Ταλάτ. Ουσιαστικά, δεν υπάρχουν σημεία επαφής, διότι ο κ. Έρογλου είχε υποστηρίξει μία Συνομοσπονδία. Μέχρι τώρα, το πλαίσιο συζητήσεων, με τις οποιεσδήποτε διαφορές ανάμεσα στις δύο πλευρές, αφορούσε σε μία Ομοσπονδία. Εκείνος προτείνει κάτι εντελώς διαφορετικό. Θέλει τη σύμπραξη δύο ανεξάρτητων κρατών, τα οποία κάτι θα τα ενώνει στην κορυφή. Αλλά αυτό δεν είναι πια ομοσπονδία. Ο κ. Έρογλου δεν μιλά καθόλου για αποχώρηση Τούρκων εποίκων και δεν επιθυμεί καμία αλλαγή στο σημερινό καθεστώς εγγυήσεων, κάτι που αποτελεί «κόκκινη γραμμή» για τη Λευκωσία. Ουσιαστικά, αν ο κ. Έρογλου δεν αλλάξει κάποιες από τις θέσεις του, γιατί καμιά φορά η εξουσία αλλάζει τις θέσεις των ηγετών προς το μετριοπαθέστερο, αν επιμείνει σε αυτές τις θέσεις, προφανώς δεν υπάρχει μέλλον στις διαπραγματεύσεις. Και αυτό που, επίσης, προβληματίζει είναι ότι η Άγκυρα, η οποία πάντοτε διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στις τουρκοκυπριακές εξελίξεις, είτε δεν θέλησε, είτε δεν μπόρεσε να επηρεάσει το αποτέλεσμα των εκλογών. Άρα το μέλλον προμηνύεται δυσοίωνο.

Ads

Πολιτικοί παράγοντες στην Κύπρο εκτιμούν ότι αναδείχθηκε στην ηγεσία χάρη στη στήριξη των εποίκων από την Τουρκία.

Έτσι φαίνεται. Την προηγούμενη φορά, ο κ. Ερντογάν είχε στηρίξει τον κ. Ταλάτ και γι’ αυτό ουσιαστικά τερματίστηκε η πολύχρονη ηγεμονία του κ. Ντενκτάς στα Κατεχόμενα. Τώρα, είτε ο Τούρκος πρωθυπουργός, λόγω των εσωτερικών συγκρούσεων στην Τουρκία, δεν μπόρεσε να περάσει τη «γραμμή» του, είτε δεν θέλησε. Και στις δυο περιπτώσεις το αποτέλεσμα προβληματίζει.

Σε ποια φάση βρίσκεται σήμερα το Κυπριακό; Έγιναν βήματα μέσα από τη διαπραγμάτευση με τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ;

Είχε τερματιστεί ο πρώτος γύρος των διαπραγματεύσεων, κατά τον οποίο η κάθε ενότητα συζητήθηκε ξεχωριστά (το ζήτημα της ασφάλειας, των περιουσιών, το πολιτειακό, το οικονομικό κλπ). Πλέον, είχαμε μπει ουσιαστικά στο δεύτερο γύρο συνομιλιών, όπου όλες οι εκκρεμότητες θα τοποθετούνταν στο τραπέζι, ώστε να υπάρξει μια συνολική διαπραγμάτευση, αν θέλετε ένα «παζάρι» του τύπου: «στο ένα θέμα σου δίνω αυτό, για να πάρω στο άλλο θέμα κάτι άλλο». Αλλά αυτή η διαδικασία είχε καθυστερήσει σε μεγάλο βαθμό, ύστερα από επιδίωξης της ελληνοκυπριακής πλευράς, έως ότου να ξεκαθάριζε το τοπίο με τις εκλογές. Διότι τα μηνύματα περί εκλογής Έρογλου έρχονταν εδώ και πολλούς μήνες, οι δημοσκοπήσεις καταδείκνυαν την υπεροχή του. Άρα, από ελληνοκυπριακής πλευράς, υπήρχε μια ανησυχία. Ότι -δηλαδή- αν κάναμε παραχωρήσεις με ανταλλάγματα, αυτές δεν θα είχαν κανένα νόημα ύστερα από την εκλογή Έρογλου, καθώς οι διαπραγματεύσεις θα έμπαιναν σε μία τελείως διαφορετική βάση. Γι’ αυτό υπήρχε μια σχετική αναβλητικότητα από την ελληνική πλευρά.

Σε ποιο βαθμό επηρεάζει τις διαπραγματεύσεις στο Κυπριακό, και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις εν γένει, η υφιστάμενη οικονομική εικόνα της Ελλάδας;

Στο Κυπριακό, νομίζω ότι, η Ελλάδα σε καμία περίπτωση δεν έχει κεντρικό ρόλο, δεν συγκρίνονται η επιρροή και ο ρόλος της με την περίπτωση της Τουρκίας έναντι των Τουρκοκυπρίων. Διότι και οικονομικά η Κύπρος (και πριν από την κρίση) ήταν σε καλύτερη κατάσταση από την Ελλάδα, και λόγω παρελθόντος και ιστορίας υπήρχε μια μεγάλη επιφύλαξη από ελληνικής πλευράς να παρέμβουμε στα ελληνοκυπριακά ζητήματα. Και, νομίζω, ορθώς σε μεγάλο βαθμό, διότι δεν νοείται να επιβάλει η Αθήνα μία λύση στους Ελληνοκύπριους. Εκείνοι πρέπει να αποφασίσουν, εκείνοι θα ζήσουν με τη λύση, η Αθήνα θα πρέπει να στηρίξει όσο μπορεί. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, μηδενική παρουσία, γιατί η Ελλάδα είναι μία εγγυήτρια δύναμη, έχει δυνάμεις στο νησί και αν ο μη γένοιτο συμβεί κάτι, θα εμπλακεί. Άρα, μία παρουσία χρειάζεται αλλά προσεκτική. Δεν νομίζω ότι αυτό επηρεάστηκε, όμως, από την κρίση.

Όσον αφορά τις σχέσεις με την Τουρκία, νομίζω ότι μία Ελλάδα η οποία οικονομικά -αλλά όσον αφορά και την εικόνα, το γόητρο της χώρας- είναι αποδυναμωμένη, προφανώς θα είναι πιο δύσκολα να συζητήσει επί της ουσίας με την Τουρκία. Θεωρώ πως μέχρι να αλλάξει το κλίμα, και έως ότου περάσουμε σε μία καλύτερη περίοδο, η Ελλάδα θα πρέπει να φροντίσει να μην χειροτερεύσουν τα πράγματα. Να διασφαλιστεί σταθερότητα, ηρεμία, μείωση της έντασης -αν η Τουρκία είναι διατεθειμένη, βέβαια, να συναινέσει σε κάτι τέτοιο, γιατί δυστυχώς η στάση της δεν δείχνει κάτι τέτοιο- και ίσως θα έπρεπε να αφήσουν μια οριστική επίλυση των διαφορών για την περίοδο που η θέση της Ελλάδας θα είναι πιο ενισχυμένη.

Μην ξεχνάτε ότι οι δυσκολίες είναι μπροστά μας. Και όλα αυτά, όλοι οι εταίροι μας και όχι μόνο η Τουρκία, τα ζυγίζουν και τα αξιολογούν. Όταν κανείς πηγαίνει σε μία διαπραγμάτευση πολύ σημαντικών θεμάτων με τη συνολική του ισχύ -είτε αυτή λέγεται διπλωματική, είτε οικονομική- σχετικά αποδυναμωμένη, η όποια διαπραγμάτευση γίνεται πιο δύσκολη.

*Στη φωτογραφία απεικονίζεται ο νέος ηγέτης των Τουρκοκυπρίων, Ντερβίς Έρογλου.