O Ζόραν Ζάεφ και ο Πάνος Καμμένος επέλεξαν να ξαναχτυπήσουν στο μαλακό υπογάστριο της κυβέρνησης, στην συμφωνία των Πρεσπών, την ώρα που ο Αλέξης Τσίπρας συναντούσε στο Κρεμλίνο τον Βλαντιμίρ Πούτιν.

Ads

Με διαφορετικές αφετηρίες και στοχεύσεις ο καθένας, έβαλαν ξανά στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας το Μακεδονικό με όρους αρνητικούς για τον κυβερνητικό σχεδιασμό. Προφανώς δεν ήταν η καλύτερη εξέλιξη για το Μαξίμου, και προφανώς δεν είναι η καλύτερη πολιτική υποθήκη για τον δύσκολο Φεβρουάριο που έχει μπροστά της η κυβέρνηση – τον μήνα που, όπως όλα δείχνουν, θα φθάσει προς κύρωση στην Βουλή η συμφωνία των Πρεσπών.

Και τούτο διότι ο μεν Ζόραν Ζάεφ – έστω και για λόγους εσωτερικής πολιτικής ανάγκης – έρχεται να δώσει νέα επιχειρήματα στους πολέμιους της συμφωνίας, ο δε Πάνος Καμμένος έρχεται να αναζωπυρώσει το δομικό ερώτημα περί των ορίων αντοχής και επιβίωσης της παρούσας συγκυβέρνησης.

Η νέα δήλωση Ζάεφ – «είμαστε Μακεδόνες και μιλάμε μακεδονικά, κανείς δεν θα πρέπει να μας το αμφισβητεί αυτό» – ήρθε πριν καν στεγνώσει το μελάνι της παρέμβασης Νίμιτς και των εξηγήσεων που έδωσαν τα Σκόπια για τις αναφορές του πρωθυπουργού της πΓΔΜ σε «Μακεδόνες της Ελλάδας». Και, παρ’ ότι το Μαξίμου εξακολουθεί να αποδίδει την ρητορική αυτή στην προσπάθειά Ζάεφ να κλειδώσει την δύσκολη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για τις συνταγματικές αλλαγές, είναι προφανές ότι μπορεί να κάνει ζημιά στο εξίσου λεπτό εγχείρημα διασφάλισης της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας που θα κυρώσει την συμφωνία των Πρεσπών και στην Αθήνα.

Ads

Υπό αυτό το πρίσμα, τα ραντάρ του Μαξίμου παραμένουν στραμμένα κυρίως προς την πλευρά του Ποταμιού, από το οποίο η κυβέρνηση αναμένει τέσσερις θετικές ψήφους στην συμφωνία – εκείνες των Σταύρου Θεοδωράκη, Γιώργου Μαυρωτά, Σπύρου Δανέλλη και Σπύρου Λυκούδη. Το κλίμα των τελευταίων ημερών όμως φέρεται να θέτει ερωτήματα για το σύνολο αυτών των ψήφων – ερωτήματα, που κάποιες πλευρές συνδέουν και με τα παρασκηνιακά σενάρια για πολιτικές γέφυρες του Σταύρου Θεοδωράκη με την ΝΔ.

Επ’ αυτού του κλίματος ίσως είναι ενδεικτική και η χθεσινή ανακοίνωση του Ποταμιού, με την οποία καλείται η κυβέρνηση, «αντί να αδρανεί, να ζητήσει από την ηγεσία της πΓΔΜ να δεσμευθεί επισήμως και με σαφήνεια και όχι απλώς με προφορικές δηλώσεις ότι δεν θέτει μειονοτικά ζητήματα», ενώ διακριτικές μεν, ορατές δε, επιφυλάξεις για την πορεία εφαρμογής της συμφωνίας των Πρεσπών εξέφρασε αυτή την εβδομάδα και ο Σπύρος Λυκούδης.

Την ίδια ώρα, η δήλωση Καμμένου ότι «έχει λήξει κάθε συζήτηση για επιβίωση της λεγόμενης “συμφωνίας των Πρεσπών”» έβαλε τέλος στο μορατόριουμ που είχε ακολουθήσει ο υπουργός Αμυνας μετά την παραίτηση Κοτζιά. Και έδωσε την ευκαιρία στην ΝΔ να κλιμακώσει ξανά την πίεση προς τον πρόεδρο τον ΑΝΕΛ – μια πίεση, που έχει σαφή στρατηγική στόχευση να τον εξωθήσει στην αποχώρηση από την κυβέρνηση πριν έρθει στην Βουλή η συμφωνία των Πρεσπών. «Ο τελευταίος που δικαιούται να καμώνεται τώρα ότι το κατάλαβε, είναι εκείνος που έδωσε το στυλό στον κ. Τσίπρα για να υπογράψει τη Συμφωνία των Πρεσπών. Αλλά ποιος έχασε τη ντροπή του για την βρει ο Πάνος Καμμένος», ήταν το χαρακτηριστικό μήνυμα της ΝΔ.

Απόντος και του Αλέξη Τσίπρα στην Μόσχα, οι εξελίξεις αυτές έφεραν μια σχετική αμηχανία στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Το κεντρικό στίγμα, ωστόσο, που εξέπεμπαν χθες το βράδυ κυβερνητικές πηγές ήταν πως η υλοποίηση της συμφωνίας των Πρεσπών παραμένει πρωταρχική και στρατηγική επιλογή. Πέραν τούτου, οι ίδιες πηγές έστελναν κι ένα διπλό μήνυμα. Ο πρώτος αποδέκτης ήταν το Ποτάμι, με την επισήμανση ότι αναμένουν από τον Σταύρο Θεοδωράκη «να κινηθεί βάση αρχών και πολιτικής συνέπειας». Ο δεύτερος ήταν βεβαίως ο κυβερνητικός εταίρος, ο Πάνος Καμμένος, για τον οποίον όπως έλεγαν «προφανώς και παραμένει εν ισχύ η δέσμευση του στο τελευταίο υπουργικό συμβούλιο».

Πρόκειται για την γνωστή δέσμευση ότι δεν θα συμπράξει με την ΝΔ για να πέσει η κυβέρνηση – μια δέσμευση, πάντως, που νωρίτερα μάλλον είχε αμφισβητήσει ο βουλευτής των ΑΝΕΛ Κώστας Κατσίκης λέγοντας ότι ενδεχόμενη αποχώρηση των Ανεξάρτητων Ελλήνων από την κυβέρνηση όταν έρθει προς κύρωση η συμφωνία των Πρεσπών σημαίνει και άρση της εμπιστοσύνης, άρα και απώλεια της δεδηλωμένης.