Διπλό «μέτωπο» φαίνεται πως έχει ανοίξει μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας μετά την προχθεσινή επιστολή του υπουργού Δικαιοσύνης, Χάρη Καστανίδη προς τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ι. Τέντε, με την οποία ζητάει να πληροφορηθεί ποια και πόσα, μη πολιτικά πρόσωπα παραπέμφθηκαν σε δίκη για έξι υποθέσεις, μεταξύ των οποίων της Siemens και του Βατοπεδίου και από την άλλη πλευρά την απόφαση της Ολομέλειας της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου να μη μεταβεί ο Ι. Τέντες για ακρόαση στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής.

Ads

Συγκεκριμένα η Ολομέλεια της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου αποφάσισε ότι ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ι. Τέντες, δεν πρέπει να ανταποκριθεί στην κλήση της Ειδικής Επιτροπής θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής για ακρόαση επί θεμάτων Δικαιοσύνης, καθώς η σχετική διάταξη του κανονισμού της Βουλής που προβλέπει ότι η συγκεκριμένη επιτροπή μπορεί να καλεί σε ακρόαση την ηγεσία των Ανωτάτων Δικαστηρίων, είναι ασυμβίβαστη με τη Συνταγματική αρχή της διακρίσεως των εξουσιών.

Επισημαίνεται ότι στις 26 Οκτωβρίου, ο πρόεδρος της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής με έγγραφό του κάλεσε σε ακρόαση τον κ. Τέντε για τα προβλήματα διοίκησης και λειτουργίας της Δικαιοσύνης, καθώς και του Σωφρονιστικού συστήματος. Επικαλέστηκε δε τον κανονισμό της Βουλής, που αναφέρει: «Η Επιτροπή μπορεί να καλεί σε ακρόαση τον πρόεδρο και τους αντιπροέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τον γενικό επίτροπο της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και τον γενικό επίτροπο των διοικητικών δικαστηρίων για θέματα που αφορούν σε λειτουργικά ζητήματα της δικαιοσύνης προς τον σκοπό της ενίσχυσης της διαφάνειας».

Ωστόσο, παρ’ ότι ο χρόνος συνεδρίασης της επιτροπής στην οποία θα παρουσιαζόταν ο κ. Τέντες θα προσδιοριζόταν από κοινού, το θέμα εκκρεμεί από τον περασμένο Οκτώβριο. Στο μεταξύ, Δευτέρα και Τρίτη συνήλθε προγραμματισμένα η Ολομέλεια της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου για το αν ο κ. Τέντες θα παραστεί στη Βουλή. «Η κλήση του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου για ακρόαση γίνεται με ρητή επίκληση διατάξεως του Κανονισμού της Βουλής. Ενόψει αυτού και με δεδομένη τη θέση και πεποίθηση ότι η διάταξη αυτή είναι ασυμβίβαστη με την αρχή της διακρίσεως των εξουσιών, δεν θα πρέπει ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου να ανταποκριθεί στην κλήση» αναφέρεται στην απόφαση της Ολομέλειας.

Ads

«Η εν λόγω διάταξη, κατά το μέρος που προβλέπει την “κλήση” και “ακρόαση” κορυφαίων λειτουργών της Δικαιοσύνης, όπως των Προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ενώπιον της συνεδριάζουσας Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας αφενός εισάγει περίπτωση επαφής των δύο εξουσιών, που υποθέτει σχέση υπεροχής συγκεκριμένου Οργάνου της Βουλής έναντι Οργάνων της Δικαστικής Εξουσίας και αφετέρου ενέχει-υποκρύπτει δυνατότητα ελέγχου» επισημαίνεται επιπλέον.

«Με ικανοποίηση διαπιστώνουμε ότι η Επιτροπή επιδεικνύει ζωηρό ενδιαφέρον για τα ζητήματα αυτά. Το κοινό, όμως, ενδιαφέρον για την αντιμετώπισή τους μέσω διαλόγου, θα μπορούσε το ίδιο αποτελεσματικά να ικανοποιηθεί με συναντήσεις προς τον σκοπό της ανταλλαγής πληροφοριών και απόψεων επί συγκεκριμένων θεμάτων μεταξύ αφενός του Προέδρου και όλων ή ορισμένων μελών της Επιτροπής και αφετέρου του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου ή και άλλων μελών της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, μετά από συνεννόηση, όχι βέβαια με βάση την προαναφερόμενη διάταξη του Κανονισμού της Βουλής, αλλά υπό καθεστώς ισοτιμίας προς διαφύλαξη του κύρους και της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης» καταλήγει η απόφαση.

Από την άλλη πλευρά, οι δικαστικοί κύκλοι φέρεται να χαρακτηρίζουν «ρητορικά» τα ερωτήματα που έθεσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Χάρης Καστανίδης στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για την πορεία των έξι υποθέσεων στις οποίες περιλαμβάνονται η Siemens, τα ομόλογα, οι τηλεφωνικές υποκλοπές και το Βατοπέδι.

Υπενθυμίζεται ότι την περασμένη Δευτέρα, 28 Μαρτίου 2011, ο κ. Καστανίδης απέστειλε επιστολή στον κ. Τέντε, με την οποία ζητούσε να ενημερωθεί για την εξέλιξη σε δικαστικό επίπεδο των υποθέσεων που έχουν χαρακτηριστεί ως σκάνδαλα αλλά και να επισημαίνει ότι «με συνεχείς δημόσιες δηλώσεις τους ορισμένοι δικαστικοί λειτουργοί διατυπώνουν την κατηγορία κατά των πολιτικών συλλήβδην ότι η ατιμωρησία υπουργών και υφυπουργών, που φέρονται να εμπλέκονται σε σκανδαλώδεις υποθέσεις του δημόσιου βίου τα τελευταία χρόνια, οφείλεται στο νόμο περί ευθύνης υπουργών, τον οποίο ψήφισαν οι πολιτικοί και όχι οι δικαστές».

Από την πλευρά τους οι δικαστικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι στην ουσία αποδέκτης της επιστολής δεν είναι ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου αλλά οι εκπρόσωποι των δικαστικών Ενώσεων που διατύπωσαν τις απόψεις ότι η ατιμωρησία των πολιτικών προσώπων οφείλεται στο νόμο περί ευθύνης υπουργών. Παράλληλα τονίζουν ότι ο κ. Τέντες δεν είναι αρμόδιος επί της πορείας των εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων, ενώ υποστηρίζουν ότι είναι γνωστό σε ποιο στάδιο είναι η κάθε μια από τις υποθέσεις. Τέλος αποδίδουν την επιστολή Καστανίδη σε «επικοινωνιακό τρικ», χωρίς ωστόσο να αποκλείουν ότι ο κ. Τέντες θα απαντήσει.