H νέα «κωλοτούμπα» της κυβέρνησης έρχεται με την υιοθέτηση της πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ στο κοινωνικό μέρισμα και τα νέα fake news του Κυριάκου Μητσοτάκη περιλαμβάνουν και… δημοσιονομικά θαύματα: Ο πρωθυπουργός πληροφόρησε σήμερα το εγχώριο και διεθνές ακροατήριο πως η κυβέρνησή του όχι μόνον παρέλαβε δημοσιονομικό κενό όταν εξελέγη αλλά μέσα σε τρεις μήνες (!) κατάφερε να το μετατρέψει – άγνωστο πώς – σε υπερπλεόνασμα. Και κατόπιν αυτού του άθλου, ενημέρωσε επίσης πως σκοπεύει να διαθέσει το επιπλέον πλεόνασμα τον Δεκέμβριο για την στήριξη των ασθενέστερων – να δώσει, δηλαδή, και εφέτος το κοινωνικό μέρισμα του ΣΥΡΙΖΑ που ο ίδιος καταδίκαζε προεκλογικά ως «αντιαναπτυξιακό, επιδοματικό μέτρο» και που το κόμμα του δεν είχε καν υπερψηφίσει στην Βουλή πριν από δύο χρόνια.

Ads

Η νέα εικονική πραγματικότητα της κυβέρνησης Μητσοτάκη ξεδιπλώθηκε στο πλαίσιο του Athens Democracy Forum και σε συνομιλία που είχε ο πρωθυπουργός με τον αρθρογράφο των New York Times. Εκεί, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι «όταν αναλάβαμε τη διακυβέρνηση υπήρχε δημοσιονομικό κενό για το 2019, τώρα είναι πιθανό να υπάρξει επιπλέον πλεόνασμα». Και πρόσθεσε πως το όποιο επιπλέον πλεόνασμα θα δοθεί τον Δεκέμβριο για την στήριξη των ασθενέστερων.

Η άμεση απάντηση, και ως προς το… δημοσιονομικό θαύμα της ΝΔ και ως προς την όψιμη κοινωνική ευαισθησία της κυβέρνησης, ήρθε από τον τομεάρχη Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ Ευκλείδη Τσακαλώτο, ο οποίος επεσήμανε μεταξύ άλλων:

«Από την  παρέμβαση του κ. Μητσοτάκη στο Athens Democracy Forum καταλάβαμε τα εξής:

Ads
  1. Ότι με μαγικό ραβδί μπορείς να μετατρέψεις προς το τέλος της χρονιάς ένα δημοσιονομικό κενό σε πλεόνασμα χωρίς καμία ουσιαστική παρέμβαση ούτε από την πλευρά των εσόδων ούτε από την πλευρά των δαπανών.
  2. Ότι παρά τα όσα έλεγε για το κοινωνικό μέρισμα (φιλοδωρήματα, δωράκια, κλπ)  τώρα καταλαβαίνουμε ότι το κοινωνικό μέρισμα είναι σημαντική παρέμβαση “για την στήριξη των ασθενέστερων”».

Άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνουν ότι η νέα «κωλοτούμπα» Μητσοτάκη στο θέμα του κοινωνικού μερίσματος ήρθε κόντρα όχι μόνον στις προεκλογικές αλλά και στις μετεκλογικές θέσεις του κόμματός του. Και υπενθύμιζαν ότι μόλις πριν από έναν μήνα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας χαρακτήριζε το κοινωνικό μέρισμα «προεκλογικό δώρο» το οποίο δόθηκε από την κυβέρνηση Τσίπα πριν από το Πάσχα. Και ερωτώμενος εάν θα δοθεί και από την κυβέρνηση Μητσοτάκη δήλωνε πως «το ποσό αυτό θα υπάρχει στον προϋπολογισμό του 2020 και θα δοθεί στο τέλος του επόμενου χρόνου». Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η προεκλογική παροχή ήταν η λεγόμενη «13η σύνταξη» και το κοινωνικό μέρισμα που – κατά τον Κυριάκο Μητσοτάκη πλέον – θα δοθεί ξανά στο τέλος του χρόνου είναι το προϊόν του προϋπολογισμού που είχε σχεδιάσει η προηγούμενη κυβέρνηση.

Ο δε προϋπολογισμός της νέας κυβέρνησης, εκείνος του 2020, περιλαμβάνει πολύ λιγότερες παροχές και πολύ περισσότερες δυσάρεστες εκπλήξεις από εκείνες που έταζε προεκλογικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Οι τελευταίες πληροφορίες από το μέτωπο της διαβούλευσης με τους θεσμούς αναφέρουν πως η απόσταση για το δημοσιονομικό κενό του 2020 έχει καλυφθεί αρκετά και περιορίζεται πλέον κάτω από τα 500 εκατομμύρια ευρώ. Για να συμβεί όμως αυτό η κυβέρνηση βγάζει από το «μανίκι» της νέες κρυφές περικοπές και επιβαρύνσεις.

Η πρώτη είναι η, κατ’ ουσία, μείωση του αφορολόγητου ορίου που έρχεται μέσα από την αύξηση των αναγκαστικών ηλεκτρονικών δαπανών για το χτίσιμο του. Είναι μια μείωση που θα συνοδεύεται και από φορολογικό πέναλτι, καθώς σύμφωνα με τις νεότερες πληροφορίες στο φορολογικό νομοσχέδιο θα προβλέπεται ότι οι μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες που δεν θα καλύπτουν το ελάχιστο όριο ηλεκτρονικών αγορών όχι μόνον θα χάνουν το αφορολόγητο αλλά θα πληρώνουν και επιπλέον πρόστιμο 25% επί της διαφοράς.

Το δεύτερο τρικ που επιστρατεύει η κυβέρνηση για να κλείσει το κενό του 2020 είναι, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, η προώθηση διπλής περαίωσης των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων της τελευταίας 5ετίας ή δεκαετίας: Η επιστροφή, δηλαδή, στην παλαιά γνωστή μέθοδο επιβράβευσης των φοροφυγάδων που, με βάση τουλάχιστον το φιλελεύθερο manual της ΝΔ, κάθε άλλο παρά στις «διαρθρωτικές» και «αναπτυξιακές» μεταρρυθμίσεις μπορεί να ενταχθεί.