Θέση για όσα διαδραματίστηκαν στο δικαστήριο για την υπόθεση trafficking της Ηλιούπολης αλλά και για την απόφαση πήραν οι δύο δικηγόροι υπεράσπισης του αστυνομικού Δ. Μπουγιούκου, Δημήτρης Γκαβέλας και Βάσω Πανταζή.

Ads

Στην ανακοίνωση που εξέδωσαν, κάνουν λόγο για «εικόνες ντροπής», ενώ αναφέρονται και στο «αλαλάζων πλήθος», το οποίο με «ύβρεις, φωνές, απειλές και χειροδικίες» δεν άφηνε την διαδικασία να ολοκληρωθεί, δίχως να επισημαίνουν ωστόσο τη χρήση χημικών από τις αστυνομικές δυνάμεις μέσα στην αίθουσα.

Ακόμη, υπογραμμίζουν πως «ο εντολέας μας κρίθηκε αθώος για τις επτά από τις οκτώ συνολικά κατηγορίες που αντιμετώπιζε και καταδικάστηκε με οριακή πλειοψηφία (ψήφοι 4 έναντι 3 και με αθωωτική Εισαγγελική πρόταση απολύτως τεκμηριωμένη). Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι συντρέχει στο πρόσωπο του η ελαφρυντική περίσταση της καλής συμπεριφοράς για σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την φερόμενη πράξη του και του επέβαλε ποινή κάθειρξης 5 ετών», προσθέτοντας τα εξής:

«Μετά ταύτα χορήγησε αναστάλουσα δύναμη στην έφεση που άσκησε και έχει το δικαίωμα να είναι ελεύθερος μέχρι την εκδίκαση της κατηγορίας σε δεύτερο βαθμό.

Ads

Είμαστε βέβαιοι ότι στον δεύτερο βαθμό εκδίκασης της υπόθεσης δεν θα επικρατήσουν αυτές οι συνθήκες που ουσιαστικά “επέβαλαν” το αποτέλεσμα της οριακής καταδίκης που περιέρχεται σε προφανή αναντιστοιχία με το αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας».

Υπενθυμίζεται πως ανασταλτικό χαρακτήρα μέχρι την εκδίκαση της έφεσης έχει η ποινή της κάθειρξης 5,5 ετών κατά συγχώνευση που επιβλήθηκε στον αστυνομικό. Αυτό σημαίνει ότι ο καταδικασθείς πάει σπίτι του, με περιοριστικό όρο την παρουσία του κάθε 15 μέρες σε αστυνομικό τμήμα.

Η ανακοίνωση

«Ολοκληρώθηκε χθες το βράδυ η ακροαματική διαδικασία ενώπιον του μικρού Ορκωτού Δικαστηρίου για την υπόθεση της Ηλιούπολης. Αναγκαζόμαστε να εκδώσουμε το σχετικό δελτίο τύπου προκειμένου να εκφράσουμε τον αποτροπιασμό μας για τις εικόνες ντροπής στην αίθουσα του Δικαστηρίου και τα επεισόδια που προκάλεσε το συγκεντρωθέν αλαλάζων πλήθος κατά την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου.

Η διαδικασία έκδοσης της απόφασης διεκόπη από ύβρεις, φωνές, απειλές και χειροδικίες. Έπρεπε να επέμβουν αστυνομικές δυνάμεις εντός Δικαστικού Μεγάρου προκειμένου να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Παρέλκει να αναφέρουμε ότι αυτό δεν αρμόζει σε κράτος Δικαίου.

Δυστυχώς το Δικαστήριο ανέχθηκε σε όλη την διάρκεια της διαδικασίας να ακούγονται συνθήματα, ύβρεις, προπηλακισμοί κατηγορουμένων, των οικογενειών τους αλλά και των συνηγόρων υπερασπίσεως. Είδαμε τις επωνυμίες των δικηγορικών μας γραφείων σε τρικάκια…  Οι Εισαγγελείς και οι Δικαστές δεν πρέπει να εκβιάζονται. Οι δικηγόροι είναι συλλειτουργοί της Δικαιοσύνης. Η απονομή της Δικαιοσύνης είναι μια ιερή διαδικασία όπου δεν χωρούν ιδεοληψίες. Για τους νοσταλγούς των λαϊκών Δικαστηρίων αναφέρουμε ότι ευτυχώς αποτελούν παρελθόν.  Εκφράζουμε την θλίψη μας για εκείνους τους κομματικούς μηχανισμούς που ενόψει εκλογών και με προφανή στόχευση την άγρα ψήφου εξέδωσαν ανακοινώσεις προτρέποντας το δικαστήριο να καταδικάσει τον εντολέα μας(!).

Η πρωτοφανής θεσμική αυτή εκτροπή δεν πρέπει να μείνει αναπάντητη. Δεν έχει δικαίωμα οιοδήποτε πολιτικό κόμμα να εκφράζει άποψη για μια διαδικασία που δεν γνωρίζει και που διεξάγεται σε δημόσια συνεδρίαση.

Τους υπενθυμίζουμε ότι στην χώρα μας ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας για οιονδήποτε κατηγορούμενο μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη του νομίμως. Όφειλαν να γνωρίζουν την θεμελιώδη αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Ψιλά γράμματα δυστυχώς…

Ο εντολέας μας κρίθηκε αθώος για τις επτά από τις οκτώ συνολικά κατηγορίες που αντιμετώπιζε και καταδικάστηκε με οριακή πλειοψηφία (ψήφοι 4 έναντι 3 και με αθωωτική Εισαγγελική πρόταση απολύτως τεκμηριωμένη). Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι συντρέχει στο πρόσωπο του η ελαφρυντική περίσταση της καλής συμπεριφοράς για σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την φερόμενη πράξη του και του επέβαλε ποινή κάθειρξης 5 ετών.

Μετά ταύτα χορήγησε αναστάλουσα δύναμη στην έφεση που άσκησε και έχει το δικαίωμα να είναι ελεύθερος μέχρι την εκδίκαση της κατηγορίας σε δεύτερο βαθμό.

Είμαστε βέβαιοι ότι στον δεύτερο βαθμό εκδίκασης της υπόθεσης δεν θα επικρατήσουν αυτές οι συνθήκες που ουσιαστικά “επέβαλαν” το αποτέλεσμα της οριακής καταδίκης που περιέρχεται σε προφανή αναντιστοιχία με το αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας».