Η κυβέρνηση αναγνωρίζει το πρόβλημα. Η Κομισιόν προαναγγέλλει περισσότερες εγγυήσεις για δάνεια. Οι τράπεζες διατηρούν κλειστή την «κάνουλα». Η αγορά «ωρύεται». Περισσότερες από 130.000 χιλιάδες επιχειρήσεις υπολογίζεται ότι θα έχουν τερματίσει τη λειτουργία τους έως το τέλος του έτους λόγω της πρωτόγνωρης έλλειψης ρευστότητας.
 

Ads

«Η ύφεση την οποία προκαλεί η εξαιρετικά μεγάλη έλλειψη ρευστότητας αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα στην οικονομία της χώρας, σοβαρότερο και από το χρέος και από το έλλειμμα», δηλώνει στο tvxs.gr ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας Δημήτρης Ασημακόπουλος, τονίζοντας: «Οι τράπεζες έχουν κλείσει τελείως τις «στρόφιγγες»: δεν χρηματοδοτούν ούτε κεφάλαια κίνησης, ούτε τα νοικοκυριά, ούτε επενδυτικά σχέδια. Ως εκ τούτου, η πραγματική οικονομία αντικαθιστά το μεγάλο έλλειμμα ρευστότητας με τις επιταγές, γεγονός που αποτελεί μια μεγάλη «ωρολογιακή βόμβα» πάνω στην οποία «κάθεται» η αγορά. Αρκεί να σημειωθεί ότι βάσει τις τελευταίας έρευνας της ΓΣΕΒΕΕ τον Ιούλιο του 2011, για κάθε 10 επιταγές οι οποίες σφραγίζονται υπάρχουν άλλες 7 που είναι ακάλυπτες».
 
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η ΓΣΕΒΕΕ υπολογίζει ότι περίπου 134.000 επιχειρήσεις θα έχουν κλείσει έως το τέλος του 2011 και άλλες 220.000 θα ακολουθήσουν στους επόμενους 10 με 12 μήνες. «Δεν ξέρω αν τα χρήματα του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας έχουν περάσει στις τράπεζες, αλλά σίγουρα δεν έχουν περάσει στην αγορά», αναφέρει ο κ. Ασημακόπουλος, ο οποίος προβλέπει: «Ο επόμενος επιχειρηματικός τομέας ο οποίος θα αντιμετωπίσει μεγάλο πρόβλημα είναι ο τραπεζικός τομέας και ας ελπίσουμε ότι μετά από τις εξετάσεις που θα δώσουν οι ελληνικές τράπεζες θα εξασφαλίσουν κάποια πιστοποιητικά που θα τους επιτρέψουν να βγουν στις αγορές και να δανειστούν σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα. Ειδάλλως, η οικονομία δεν έχει μέλλον».
 
Ο ίδιος αξιώνει «επιτάχυνση της χρηματοδότησης σε συνδυασμό με τον περιορισμό της γραφειοκρατίας» προκειμένου να καταπολεμηθεί η εν εξελίξει «επενδυτική άπνοια». Παράλληλα, στέκεται στην ανάγκη βελτίωσης της ψυχολογίας στην ελληνική αγορά, αφού παρατηρεί μία «καταστροφολογία» στη δημόσια σφαίρα η οποία «δημιουργεί φοβερή ανασφάλεια, καταρρακώνοντας την οικονομία». Αναφερόμενος στην πρωτοβουλία του υπουργείου Ανάπτυξης για τη δημιουργία του επενδυτικού ταμείου ΕΠΕΑΝ, κάνει λόγο για μία «καλή διαδικασία χρηματοδότησης η οποία όμως «κολλάει», καθώς οι τράπεζες δεν προσέρχονται να συμμετάσχουν».
 
Ο υπουργός Οικονομικών Ευάγγελος Βενιζέλος, αναγνωρίζει ότι «το μεγάλο πρόβλημα είναι ο αρνητικός ρυθμός πιστωτικής επέκτασης, το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν χρήματα στην αγορά και το δημόσιο καθυστερεί να πληρώσει δικές του υποχρεώσεις και οι τράπεζες είναι εξαιρετικά φειδωλές και διστακτικές στη χορήγηση νέων δανείων και οι επενδυτές, βεβαίως, έχουν τους δικούς τους δισταγμούς». Συμπληρώνοντας ότι «ακόμη και για καταναλωτικές δαπάνες ο Έλληνας πολίτης έχει δισταγμούς παρ’ ό,τι μπορεί να έχει την αποταμίευση που του επιτρέπει να κάνει τη μία ή την άλλη επιλογή, σε σχέση με το σπίτι του, σε σχέση με τη δουλειά του, σε σχέση με την οικογένειά του», διαμηνύει πως «αυτός ο φαύλος κύκλος πρέπει να σπάσει».
 
Η κυβέρνηση παραπέμπει στο Πρόγραμμα Ενίσχυσης της Ρευστότητας της Οικονομίας που εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και υλοποιείται από το τέλος του 2008, περιλαμβάνοντας τις προνομιούχες μετοχές, τις εγγυήσεις και τα ομόλογα, καθώς και στην παροχή επιπλέον εγγυήσεων ύψους 15 δις ευρώ προς τις ελληνικές τράπεζες (συνολικά περίπου 80 δις ευρώ!). Όπως φαίνεται, την ελλιπή χρηματοδότηση από τις ελληνικές τράπεζες διαπιστώνουν και στις Βρυξέλλες, καθώς ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μανουέλ Μπαρόζο προανήγγειλε πρόσφατα τη δημιουργία ενός ευρύτερου μηχανισμού μέσα από τον οποίο θα διασφαλιστούν περαιτέρω εγγυήσεις για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών αποφεύγουν να αξιοποιήσουν τις εγγυήσεις του Δημοσίου, προκειμένου να αποφύγουν την εκχώρηση ανεξαρτησίας τους στο κράτος.
 
Στελέχη της Επιτροπής Χρηματοοικονομικών Αγορών στον ΟΟΣΑ σχολιάζουν πως οι ελληνικές τράπεζες, «αντί να απορρίπτουν όλες τις αιτήσεις που δεν μοιάζουν ελκυστικές με την πρώτη ματιά, λόγω της εφαρμογής αυστηρότερων κριτηρίων, θα μπορούσαν να καταβάλουν ένα ποσοστό των δανείων που ζητούνται με υψηλότερο επιτόκιο ανάλογα με το επίπεδο κινδύνου του δανειστή και πιθανότατα με μεγαλύτερη περίοδο ωρίμανσης». Οι ίδιοι τάσσονται υπέρ των εξαγορών και των συγχωνεύσεων ως ενός «πολύτιμου εργαλείου» για τους τραπεζικούς ομίλους, οι οποίοι δια στόματος του προέδρου της Ελληνικής Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών Βασίλη Ράπανου έχουν διαμηνύσει ότι «οι στρόφιγγες είναι ανοιχτές, αλλά η δεξαμενή δεν έχει ρευστό». Ως βασικά αίτια της σοβαρής έλλειψης ρευστότητας, επισημαίνουν τη μεγάλη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την παράλληλη μείωση των καταθέσεων, από τις οποίες πολλά δις ευρώ μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό