«Προσπάθησα να ενταχθώ σε άλλες ομάδες δίχως αρχηγούς, το Χιπ Χοπ, το σκέιτ, την αναρχία, μα ήταν μάταιο. Πάντα κάποιος προσπαθεί να επιβάλει την άποψη του και όχι πάντα με κακές προθέσεις αλλά αυτό με έφερε σε απόγνωση οπότε αφοσιώθηκα στην τέχνη χαμένος στα συμπλέγματα της εφηβείας.» γράφει στο μπλοκ του ένας από τους πιο δημοφιλείς street artists μας ο Cacao Rocks (Ιάσονας) για να εξηγήσει πως μπήκε με φόρα κι έμεινε στην τέχνη.

Ads

Από τα έργα του στους Αθηναϊκούς τοίχους, βρέθηκε  μέλος της ομάδας της Ελληνικής αποστολής στα Τίρανα για την Μπιενάλε νέων καλλιτεχνών της Ευρώπης και της Μεσογείου, στο εξώφυλλο της εφημερίδας New York times παρέα με τον ΙΝΟ και τον Opium και στο BBC. Ενώ ο ξένος τύπος μιλάει για δημιουργική αναγέννηση στην Ελλάδα χάρη σε αυτούς τους καλλιτέχνες,  («Greece: a Creative Renaissancce» ήταν ο γενικός  τίτλος) , εδώ αυτές οι ειδήσεις περνάνε στα ψιλά, ενώ για την Documenta,  τα αστέρια της street art σκηνής είναι αόρατα. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που ο Cacao Rocks υπογραμμίζει στη συνέντευξη που μας παραχώρησε της φράση «Support your local artists!».

«Τα ”πολιτικά” μου έργα έχουν γίνει κατά το πλείστον στον δημόσιο χώρο» λέει ωστόσο το πιο «πολιτικό» του έργο ισχυρίζεται πως είναι η απόφαση να γίνει επαγγελματίας καλλιτέχνης, αφού το θεωρεί μια πράξη αντίστασης.

Πότε ξεκίνησες το γκράφιτι και ποια ανάγκη σε έκανε να θέλεις να παρέμβεις στον δημόσιο χώρο; Βλέπεις τον δρόμο σαν προέκταση του προσωπικού σου χώρου;

Ads

Ξεκίνησα το 1998, επηρεασμένος από το χιπ χοπ συγκρότημα Terror x crew, το περιοδικό για skateboard ”Thrasher” που είχε εικόνες με γκραφίτι και το καρτούν Βart Simson που έκανε γκραφίτι στον τοίχο του σχολείου του, αυτές ήταν οι αναφορές μου, δεν είχαμε ίντερνετ τότε, ούτε πίστευα πως θα κολλήσω με αυτό μέχρι τα τριάντα μου. Αυτό που με έκανε να παρέμβω πρώτη φορά στο δημόσιο χώρο ήταν η ανάγκη να είμαι κουλ ανάμεσα στους συνομήλικούς μου και να γοητεύσω ένα κορίτσι, ήμουν δώδεκα χρονών, αυτά με απασχολούσαν τότε. Τώρα μένω σε ένα υπόγειο στο μοναστηράκι που είναι και παράλληλα το ατελιέ μου, όταν ανοίγω την πόρτα μου το πρωί βρίσκομαι κατευθείαν στον δρόμο και τεντώνομαι για να δω τον ήλιο της αυγής. Οπότε θα σου απαντήσω πως ναι, βλέπω τον δρόμο σαν προέκταση του προσωπικού μου χώρου. Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια σε χωριό, ο δρόμος έχει αντικαταστήσει την αυλή, για κάποιους άλλους ο ίδιος δρόμος είναι το σπίτι τους, στον δρόμο που μένω υπάρχουν πολλοί άστεγοι, για άλλους ο δρόμος είναι απλά ο χώρος που περνάνε με τα αυτοκίνητά τους για να πάνε στην δουλειά τους και για άλλους το μαγαζί τους, μιλώντας για τους πλανόδιους έμπορους. Άρα για εμένα ο δρόμος είναι κάτι σαν την αυλή του χωριού μου και τον προσέχω, τον καθαρίζω, ζωγραφίζω, ποτίζω και ταΐζω τα αδέσποτα. Δεν είμαι δηλαδή αντιπροσωπευτικό δείγμα γκραφιτά, δεν θεωρώ τον εαυτό μου βάνδαλο, απλά προσπαθώ να κάνω αυτό τον κοινό χώρο όμορφο σαν να ήταν ο κήπος μου. Είναι μια φλώρικη στάση αλλά έτσι νιώθω, έτσι κάνω, δεν είμαι το αρχέτυπο του γκραφιτά-βάνδαλου και αν αυτό είναι που ψάχνετε θα σας απογοητεύσω.

Πως βρέθηκες  μέλος της ομάδας της Ελληνικής αποστολής στα Τίρανα για την Μπιενάλε νέων καλλιτεχνών της Ευρώπης και της Μεσογείου;

Έλαβα ένα ενημερωτικό e-mail από το Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών για την Μπιενάλε. Συμπλήρωσα μία φόρμα, έστειλα δείγμα της δουλειάς μου και μετά από λίγο καιρό μου απάντησαν πως θα είμαι μέρος της αποστολής. Εκείνο τον καιρό βρισκόμουν στις Η.Π.Α για το Global Graffiti Project στο πανεπιστήμιο του Michigan και έπρεπε ύστερα να πάω στη Νέα Υόρκη για την ομαδική έκθεση με τον τίτλο ”Trumpomania” αλλά γύρισα στην Αθήνα για να είμαι μέρος της Ελληνικής Αποστολής της Μπιενάλε. Ήταν μεγάλη τιμή για εμένα και ευχαριστώ πολύ όσους με βοήθησαν σε αυτό, την επιτροπή και την πρόεδρο της BJCEM Δώρα Μπέη που με εμπιστεύτηκαν. Οι συνθήκες στα Τίρανα δεν ήταν οι καλύτερες, πρώτη φορά θα γινόταν μια τόσο μεγάλη διοργάνωση στην Αλβανία και το έδαφος δεν ήταν έτοιμο για street art αλλά κατάφερα να ολοκληρώσω μια τοιχογραφία. Οι συνάδελφοί μου απ’ την Ισπανία δεν κατάφεραν να κάνουν τίποτα αφού οι προληπτικοί ντόπιοι αντέδρασαν και τους πήραν με τις πέτρες κυριολεκτικά όταν προσπάθησαν να ζωγραφίσουν σε ένα κεντρικό σημείο μια μαύρη γάτα. Αισθάνομαι πολύ τυχερός που είχα την ευκαιρία να επισκεφτώ τα Τίρανα, να γνωρίσω νέους καλλιτέχνες απ’ όλη την Ευρώπη, και να κάνω μια τοιχογραφία πάνω στην Πυραμίδα του Χότζα. Τα Τίρανα είναι πολύ όμορφη πόλη, σχεδόν όλοι μιλάνε Ελληνικά και είναι πολύ φιλόξενοι. Θα πρέπει να εστιάσουμε περισσότερο στην Ελληνοαλβανική φιλία. Η Αλβανία είναι η χώρα με τους περισσότερους αλλοδαπούς Ελληνόφωνους και θα έπρεπε να το σεβόμαστε αυτό. Έχουμε πολλά κοινά.

image

Στο blog σου περιγράφεις έναν καλλιτεχνικό στόχο. «Θέλω να χαρτογραφήσω ένα νέο μονοπάτι το οποίο θα κατευθυνθεί από τη Μονή των Καισαριανής μέχρι τον Ναό του Δία στην κορυφή, σε ευθεία γραμμή. » θέλεις να μας πεις δυο λόγια;

Από όταν μετακόμισα στην Αθήνα για να σπουδάσω στη Φιλοσοφική με γοήτευε ο Υμηττός και πάντα είχα την επιθυμία να τον ανέβω σε ευθεία πορεία. Μετά από αρκετά χρόνια τα κατάφερα. Στην Κορυφή του Υμηττού βρισκόταν ένας βωμός του Δία από την προϊστορική εποχή. Πριν τους Έλληνες ακόμα, απ’ την εποχή των Πελασγών οι άνθρωποι ανέβαιναν στην κορυφή του Υμηττού και προσεύχονταν για την βροχή. Αυτό που θέλω να κάνω είναι να χαρτογραφήσω ένα νέο μονοπάτι που να οδηγεί απ’ τα όρια της σύγχρονης Αθήνας σε ευθεία διαδρομή σε εκείνο το σημείο που ήταν ο ναός του Δία. Στη συνέχεια θέλω να παροτρύνω τους ανθρώπους να ακολουθήσουν αυτό το μονοπάτι και να αγναντέψουν την πόλη από ψηλά φτάνοντας εκεί με τα πόδια. Είναι μια καθαρτική διαδικασία και μια αξέχαστη εμπειρία που δεν παίρνει πάνω από τέσσερις ώρες, όσο κάθονται δηλαδή οι νεοέλληνες στα καφενεία τις Κυριακές.  Έχω ήδη βρει την διαδρομή και την έχω κάνει πολλές φορές, στη συνέχεια θα κλαδέψω τα βάτα στις δύσβατες περιοχές και θα βάλω σχοινιά στα απότομα βράχια, έχω βάλει και σημάδια με χρώμα σε πέτρες για να βρίσκω τον δρόμο μου. Έμπνευση μου για αυτό το πρότζεκτ ήταν όσο κι αν ακούγεται γραφικό η ”Ασκητική” του Καζαντζάκη που μελετούσα στα φοιτητικά μου χρόνια. Σε κάποιο σημείο του βιβλίου παρομοιάζει την ζωή με την ανάβαση ενός βουνού και παροτρύνει τους ανθρώπους να διαλέξουν την πιο δύσκολη διαδρομή. Κάτι τέτοιο είναι και αυτό το πρότζεκτ, μια θρησκευτική διαδικασία που σε φέρνει πιο κοντά στην αληθινή ύπαρξη. Είναι street art πέρα απ`τα όρια της πόλης αλλά με σεβασμό στο περιβάλλον. Θέλω να βιντεοσκοπήσω την διαδρομή, να κάνω ένα application για να βοηθάω τους ανθρώπους να βρουν το δρόμο για την κορυφή με την βοήθεια των κινητών συσκευών ακόμα και να κάνω ένα μονοπάτι σαν του Πικιώνη της Ακρόπολης. Είναι ένα πρότζεκτ σε εξέλιξη και θέλει χρόνο και πόρους για να το ολοκληρώσω, πάντως πάει καλά μέχρι τώρα.

Υπάρχουν όρια στην παρέμβαση στον δημόσιο χώρο; Ή αλλιώς πότε το γκράφιτι γίνεται βανδαλισμός;

Δεν υπάρχουν όρια στην παρέμβαση στον δημόσιο χώρο, ακόμα και η ατομική βόμβα μια παρέμβαση στον δημόσιο χώρο είναι, ο άνθρωπος δεν έχει όρια. Βανδαλισμός για μένα είναι οι ίδιες οι πόλεις που δεν σέβονται την Γη και τα αυτοκίνητα που μολύνουν το περιβάλλον. Δεν πρέπει να θεωρούμε δεδομένη την έννοια του δημόσιου χώρου. Ο δημόσιος χώρος προέκυψε μετά την απόφαση του ανθρώπου να οριοθετήσει τον ιδιωτικό χώρο, εις άτοπον απαγωγή δηλαδή. Και το δικαίωμα στην ιδιοκτησία ήταν μέρος της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του πολίτη μετά την Γαλλική Επανάσταση του 1789. Στο μέλλον ίσως, λόγω των συνθηκών όλος ο χώρος να είναι πάλι δημόσιος και οι άνθρωποι να ζουν πάλι σαν νομάδες ή ινδιάνοι του μέλλοντος. Η απελπισία του ανθρώπου που ζει στις πόλεις και η αίσθηση πως είναι ένα ”τίποτα” τον οδήγησε να αποτυπώσει την σκέψη του στους τοίχους με μπογιές ή απλά να δηλώσει την παρουσία του με ένα ταγκ. Ναι, αυτό μπορεί να το πει κάποιος βανδαλισμό της ιδιωτικής ή δημόσιας περιουσίας αλλά αυτό δεν απασχολεί και πολύ κάποιον που δεν έχει τίποτα.

Ποιο έργο σου θεωρείς το πιο πολιτικό;

Γενικά έχω κάνει πολλά έργα με πολιτικό περιεχόμενο, κυρίως στον δημόσιο χώρο και όχι αντικείμενα ή πίνακες ζωγραφικής. Δεν θέλω να εκμεταλλεύομαι την επικαιρότητα και τον πόνο των άλλων ανθρώπων για να κάνω αντικείμενα τέχνης που μπορούν να πουληθούν. Τα ”πολιτικά” μου έργα έχουν γίνει κατά το πλείστον στον δημόσιο χώρο αλλά όχι σαν προπαγάνδα περισσότερο σαν σχόλια στα κακώς κείμενα, δεν μπορούμε να πούμε πως κάνω στρατευμένη τέχνη είναι απλά μια επικοινωνία, αντί να πάρω δηλαδή μια ντουντούκα και να φωνάζω στο δρόμο αυτά που θέλω να πω, βγήκα και τα έγραψα σε κάποιο τοίχο, αν και αυτό με την ντουντούκα το έχω κάνει σαν περφόρμανς αλλά δεν είχε το ίδιο αντίκτυπο. Το πιο ”πολιτικό” μου έργο είναι η απόφαση μου να γίνω επαγγελματίας καλλιτέχνης, το θεωρώ δηλαδή καθεαυτό σαν μια πράξη αντίστασης, ειδικά αν δεν έχεις εξασφαλισμένα τα προς το ζην είναι μια μάχη. Από την μια οι σύντροφοί σου σε θεωρούν πουλημένο αν κάνεις εμπορικές δουλειές και από την άλλη στους καλλιτεχνικούς κύκλους αν προέρχεσαι απ’ το δρόμο είσαι ένα αγρίμι που δεν θέλουν να μπουν στη διαδικασία να δαμάσουν. Το να είσαι καλλιτέχνης σε μια εποχή που μας θέλει σκλάβους, μπάτσους, ποδοσφαιριστές, survivors, τηλεπωλητές, καταναλωτές και τραπεζοπληρωτές είναι μια μαζοχιστική πράξη αντίστασης. Αν και έχει δοθεί περισσότερη σημασία στην τέχνη από ποτέ στην εποχή των εικόνων που ζούμε, οι καλλιτέχνες είναι αναλώσιμοι και πολύ λίγοι καταφέρνουν πραγματικά να βιοποριστούν από αυτό το επάγγελμα. Αισθάνομαι πολύ τυχερός που τα έχω καταφέρει έως τώρα περνώντας από πολλές δυσκολίες αλλά δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να κάνει κάτι άλλο.

Το γκράφιτι αποδυναμώνεται όταν μπαίνει στα μουσεία;

Το γκραφίτι όταν μπαίνει στα μουσεία δεν είναι πια γκραφίτι είναι κάτι άλλο, ίσως σύγχρονη λαϊκή τέχνη. Το γκραφίτι θα αποδυναμωθεί όταν οι γκραφιτάδες δεν θα έχουν πια κάτι σημαντικό να πουν.

image

Πως βλέπεις το μέλλον του;

Δεν μπορώ να προβλέψω το μέλλον του. Θα προσπαθήσουν οι αρχές και οι εταιρείες να το οριοθετήσουν και να εκμεταλλευτούν την δημιουργικότητα των graffiti artists πράγμα που είναι λογικό. Το ίδιο έγινε και σε άλλα αντισυστημικά κινήματα όπως την Πανκ μουσική και την ραπ, όλα κάνουν το κύκλο τους και το σύστημα θα αφομοιώσει ό,τι το απειλεί. Περιμένω να εμφανιστεί ένα νέο κίνημα με άλλες πρακτικές. Ίσως αυτό είναι η γκουερίλα περφόρμανς στο δημόσιο χώρο όπως αυτές των Ρώσων συναδέλφων μας (Pussy Riot, voina, Petr Pavlensky) κάτι σαν μεταμοντέρνο Καταστασιακό ή Ντα-ντα χάπενινγκ.

Υπάρχει η άποψη ότι έχει γίνει πολύ θορυβώδης η παρέμβαση στην Αθήνα σήμερα. Την ασπάζεσαι;

Ναι , έχει γίνει πολύ θορυβώδης αλλά και αυτό είναι κάτι που δίνει χαρακτήρα στην πόλη καθώς είναι κάτι μοναδικό σε παγκόσμιο επίπεδο. Δεν έχω βρεθεί σε άλλη πόλη με τόσα πολλά γκραφίτι,  όμως με ενοχλεί περισσότερο η παράνομη στάθμευση, οι διαφημίσεις, η ανύπαρκτη ανακύκλωση, το κάπνισμα στα μπαρ παρά λίγη μπογιά στον τοίχο. Οι τουρίστες έρχονται στην Αθήνα και γεμίζουν την μνήμη των φωτογραφικών τους μηχανών με γκραφίτι εκτός απ`την Ακρόπολη. Αν οργανωθεί μπορεί να γίνει κάτι ωραίο σαν τα ”αζουλέζος” στην Πορτογαλία που διακοσμούν τις προσόψεις των κτηρίων και είναι χαρακτηριστικό της Λισαβόνα ή η Αθήνα να γίνει η πρώτη πόλη που θα νομιμοποιησεί το γκράφιτι και θα έρχονται από όλο τον κόσμο για να εκφραστούν ελεύθερα, αλλά δεν νομίζω να γίνει τίποτα απ`τα δυο και απλά θα οριοθετηθεί σε καφάο και μερικές εργολαβίες τυφλών προσόψεων. Δεν έχουμε αρκετά ανοιχτά μυαλά και θάρρος για τέτοιες αποφάσεις. Στην Ινδία η διακόσμηση των κτηρίων είναι κανονικότητα αλλά εκεί έχουν άλλα κωλύματα με την θρησκεία που περιορίζει την θεματολογία, κανείς δεν είναι τέλειος.

Υπάρχει διαμάχη ανάμεσα σας; Έχουν ζωγραφήσει άλλοι πάνω σε έργα σου;

Δυστυχώς υπάρχουν διαμάχες, προσωπικά τις αποφεύγω. Στο δρόμο όλα παίζουν, όχι μόνο καλλιτέχνες, φασίστες, οπαδοί, τρελοί, τα πάντα.  Ναι, εννοείτε πως έχουν ζωγραφίσει πάνω σε έργα μου και όσο αποκτά κάποιος φήμη στον καλλιτεχνικό κόσμο χάνει το ”ρισπέκτ” του δρόμου, ακόμα και τώρα που δίνω αυτή την συνέντευξη κάποιος θα τσαντιστεί με αυτά που λέω και θα πάει να μου ”πατήσει” κάποιο κομμάτι. Είμαστε και ζηλόφθονες οι Έλληνες, το ανέκδοτο με την κατσίκα του γείτονα δυστυχώς ισχύει. Ο κανόνας πάντως γενικά είναι πως δεν κάνουμε κάτι πάνω στο έργο άλλου καλλιτέχνη. Ωστόσο το πρώτο ντοκιμαντέρ για το γκραφίτι που γυρίστηκε το 1983 στη Νέα Υόρκη με τον τίτλο ”Style Wars” είχε αυτό σαν θέμα, έψαχναν να βρουν τον Cap που πατούσε τα κομμάτια των άλλων γκραφιτάδων.

Ισχύει ότι υπάρχει επίσης μια διαμάχη ανάμεσα σε εσάς και τους διαφημιστές;

Η αλήθεια είναι ότι ”πατάμε” κάποιες διαφημίσεις και οι διαφημιστές κλέβουν κάποιες ιδέες μας αλλά και εμείς κλέβουμε πρακτικές της διαφήμισης και αντίστροφα. Αλλά με τους διαφημιστές μια χαρά τα πάμε. Πολλοί Graffiti Artists συνεργάζονται με διαφημιστικές εταιρίες και νομίζω είμαι οκ με αυτό, αρκεί να μην διαφημίζουν όπλα ή την Χρυσή Αυγή ας πούμε.

Ποια δουλειά σου είδαν και σε φιλοξένησαν στο National Geographic ;

Δεν ξέρω ποια δουλεία μου είδαν, μάλλον το σύνολο του έργου μου και όχι κάποιο έργο κράχτη. Είχα ”φιλοξενηθεί” στο εξώφυλλο της εφημερίδας New York times παρέα με τον ΙΝΟ και τον Opium και είχα ήδη δώσει συνέντευξη στο BBC, οπότε μάλλον το ένα έφερε το άλλο. Νομίζω ήθελαν να βρουν καλλιτέχνες της ντόπιας σκηνής που τους προσπέρασε σαν να μην υπάρχουν η Documenta. Με προσέγγισε ο δημοσιογράφος John Malathronas που έχει ελληνική καταγωγή και εργάζεται για το National Geographic. Ήρθε και μια φωτογράφος απ’ την Αγγλία και με έκανε να νιώσω άβολα, με φωτογράφιζε για πολλή ώρα, δεν είχα καταλάβει ότι πρόκειται να βάλουν την φάτσα μου στο εξώφυλλο δίπλα στον τον τίτλο <>. Ήταν ιδιαίτερα τιμητικό για μένα και για την χώρα μας,  αλλά εδώ αυτό το γεγονός πέρασε στα ψιλά. Για το έργο μου οκ, δε γαμιέται, δεν πειράζει, για τον τουρισμό της χώρας όμως ήταν σημαντικό ένα τέτοιο αφιέρωμα σε ένα τόσο σημαντικό έντυπο. Ο τουρισμός της Αθήνας μοιάζει  να πάει καλά πάντως, εγώ συνεχίζω να προσπαθώ να επιβιώσω παράγοντας τέχνη και όλα αυτά τα δημοσιεύματα έθρεψαν την ματαιοδοξία μου αλλά η πραγματικότητα για έναν καλλιτέχνη που επιμένει να ζει στην Ελλάδα είναι δύσκολη. Για τους νεοέλληνες,  το να ξοδέψει κάποιος χίλια ευρώ στα μπουζούκια σε ένα βράδυ είναι λογικό, ακόμα και την εποχή της κρίσης, ενώ το να δώσει κάποιος τα ίδια χρήματα για να αγοράσει ένα έργο κάποιου ανερχόμενου καλλιτέχνη θεωρείται παράλογο. Αυτό είναι όμως που θα μείνει και όχι μόνο στις συλλογές των πλουσίων αλλά και σαν καλλιτεχνική ταυτότητα της σύγχρονης Ελλάδας, και δεν μιλάω για τον εαυτό μου, ευτυχώς έχουμε πολλούς αξιόλογους νέους καλλιτέχνες. ”Support your local artists” λοιπόν.

Πως θα χαρακτήριζες την street art  στην Ελλάδα σήμερα;

Είναι μια Ελπίδα. Έχουμε πολλούς  καλλιτέχνες του δρόμου με διεθνή αναγνώριση, ο Φαϊτάκης, ο Βασμουλάκης, Ο B., o Woozy, ο ΙΝΟ, o Dreyk, O Fikos, o Nar, o Billy G, o Mappet… μια λίστα δίχως τέλος. Ελπίζω να συνεχίσουν να παράγουν και να ακολουθήσει η επόμενη γενιά με νέους καλλιτέχνες πιο δυνατούς από εμάς. Οι street artists που παραμένουν στην Ελλάδα είναι μικροί ήρωες. Αν και είναι εύκολο εδώ να κάνεις street art λόγο των άφθονων εγκαταλελειμμένων κτιρίων και της ελευθερίας στο δημόσιο χώρο, είναι δύσκολο να βιοποριστεί κάποιος από αυτή την τέχνη.