Η Αμμόχωστος και ειδικά τα Βαρώσια αποτελούν ένα είδος «βαρομέτρου» για την πορεία του Κυπριακού. Όταν οι δύο πλευρές συζητούσαν, διαπραγματεύονταν και διαφαινόταν στον ορίζοντα η προοπτική λύσης του Κυπριακού τότε, ως «ένδειξη καλής θέλησης» από την τουρκική πλευρά, καλλιεργούνταν οι ελπίδες για «άνοιγμα του λιμανιού της Αμμόχωστου», για «επιστροφή των Βαρωσίων στους νόμιμους κατοίκους τους» κ.λ.π. σαν ένα είδος «καρότου» προκειμένου να δελεαστεί η ελληνοκυπριακή πλευρά να συναινέσει, να συμβιβαστεί, προσφέροντας για παράδειγμα την «εκ περιτροπής προεδρεία» στο νέο ομοσπονδιακό κράτος που θα σχηματιζόταν.

Ads

Αντίθετα, όταν οι σχέσεις ήταν τεταμένες, υπήρχε ελληνο-τουρκική κρίση, οι διαπραγματεύσεις ήταν παγωμένες, η απαισιοδοξία κυριαρχούσε, οι απειλές και προκλήσεις εκ μέρους της Τουρκίας συνεχείς, τότε η Αμμόχωστος χρησιμοποιούταν ως «μαστίγιο» για να πιεστεί η ελληνική και ελληνοκυπριακή πλευρά ώστε να υποκύψει ή έστω να αναγκαστεί να συρθεί σε συνομιλίες εκτός του διεθνούς πλαισίου και δικαίου, σε «διαπραγματεύσεις αλά καρτ» που θα ευνοούν την Τουρκία. Αυτό συμβαίνει και την περίοδο που διανύουμε.
 
Το άνοιγμα τμήματος της περίκλειστης Αμμόχωστου ως «πολιτικό σοκ»

Το άνοιγμα για τους Τουρκοκύπριους τμήματος της κλειστής παραλιακής ζώνης των Βαρωσίων, η οποία έλαβε χώρα την Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2020, έπειτα από απόφαση του ίδιου του Ερντογάν και εκτελεστικό όργανο την «κυβέρνηση» της λεγόμενης Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου (ΤΔΒΚ), ήρθε για να προσθέσει ακόμη ένα αρνητικό φορτίο στις ήδη τεταμένες ελληνο-τουρκικές σχέσεις, σε μια περίοδο που αναζητείται διέξοδος στην κρίση της Ανατολικής Μεσογείου μέσω του διαλόγου και των διαπραγματεύσεων.

Το δεύτερο «μερικό άνοιγμα» των Βαρωσίων που επιχειρείται τα τελευταία χρόνια, εκτός από «έκνομη και κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου και των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας 550 (1984) και 789 (1992)», όπως επισήμανε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, αποτελεί νέο μοχλό πίεσης προς την ελληνική και ελληνοκυπριακή πλευρά για να διαπραγματευτεί υπό πίεση, αλλά κι ένα εργαλείο για να οδηγηθεί το Κυπριακό στην οριστική διχοτόμηση μέσω δύο κρατών, η οποία αποτελεί και τον μακροχρόνιο στρατηγικό στόχο της Άγκυρας.

Ads

Το λιγότερο θα αποτελέσει ένα ακόμη επικίνδυνο στάδιο στην κλιμάκωση του «δόγματος του σοκ» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, που επιδιώκει τη ερντογανική εθνικιστική ηγεσία της Τουρκίας, η οποία απομακρύνεται όλο και περισσότερο από την Ευρώπη και τη Δύση και αποκτά έναν ευρασιατικό προσανατολισμό. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ατά Ατούν από το Πανεπιστήμιο Επιστημών Κύπρου: «Το εκ νέου άνοιγμα των Βαρωσίων θα αποτελέσει ένα πολιτικό σοκ για την ελληνοκυπριακή διοίκηση αλλά και την Ελλάδα καθώς προσπαθούν να επιβάλουν τις δικές τους θαλάσσιες διεκδικήσεις στην Τουρκία ασκώντας πίεση μέσω της Ε.Ε.».
 
«Ξεχάστε την Αμμόχωστο»: μετακίνηση της Τουρκίας προς τη διχοτόμηση

Η Τουρκία, σκληρύνοντας κι άλλο τη στάση της στο Κυπριακό, είναι σα να λέει «ξεχάστε πλέον την επιστροφή της Αμμόχωστου» στα πλαίσια της λύσης που επιδιώκεται ως τώρα με βάση τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία (στην οποία οι Τουρκοκύπριοι θα πρέπει να επιστρέψουν τμήμα των κατεχομένων εδαφών στους Ελληνοκυπρίους). Η ίδια επιθυμεί να τοποθετήσει τις επόμενες διαπραγματεύσεις σε διαφορετική βάση, με άξονα μόνο τη συνομοσπονδία και τη λογική των δύο κρατών στη μεγαλόνησο, δηλαδή την οριστική διχοτόμηση και αυτό στη βάση μιας συνεκμετάλλευσης του ενεργειακού πλούτου της Κύπρου, στην οποία και η ίδια θα έχει λόγο και μερίδιο.

Ας σημειωθεί πως ο Ερντογάν, ο οποίος είχε υποστηρίξει το 2003-2004 το «Σχέδιο Ανάν» και μια  προοπτική λύσης του Κυπριακού, στην οποία βέβαια επιδίωκε να υπάρχει ορισμένη τουρκική στρατιωτική παρουσία στην Κύπρο, τα τελευταία χρόνια μετακινήθηκε από τις αρχικές θέσεις του και ουσιαστικά προωθεί τη διχοτόμηση της μεγαλονήσου. Το ερώτημα είναι τι θέλουν οι ίδιοι οι Τουρκοκύπριοι, και προπαντώς οι Ελληνοκύπριοι, στους κόλπους των οποίων φαίνεται να ωριμάζει τα τελευταία χρόνια, αν και δεν ομολογείται ανοικτά, η ιδέα των «δύο κρατών» στην Κύπρο, προκειμένου να μην απολέσουν τον έλεγχο της, αν και εδαφικά ακρωτηριασμένης, Κυπριακής Δημοκρατίας, χώρας-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το θέμα είναι ποια θα είναι η αντίδραση και στάση της ελληνοκυπριακής και ελληνικής πλευράς, της Ε.Ε., του ΟΗΕ και της διεθνούς κοινότητας γενικότερα, που φαίνεται να έχει κουραστεί από αυτή την «παγωμένη» επί 46 έτη σύγκρουση αλλά δεν επιθυμεί την ενεργοποίησή της, που θα καταστήσει το τρίγωνο Ελλάδα-Τουρκία-Κύπρος ένα πραγματικό «Τρίγωνο του Διαβόλου».
 
Η τελευταία πόλη-φάντασμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Τα Βαρώσια είναι η πιο γνωστή πόλη-φάντασμα στην Ευρώπη. Πρόκειται για την, εγκαταλελειμμένη εδώ και 46 χρόνια από τους Ελληνοκυπρίους κατοίκους της, παραθαλάσσια νότια συνοικία της Αμμόχωστου. Πριν από την τουρκική εισβολή στην μεγαλόνησο το 1974, τα Βαρώσια ήταν η πιο σύγχρονη τουριστική περιοχή όχι μόνο της Αμμόχωστου, αλλά και ολόκληρης της Κύπρου κι ένα πραγματικό «μαργαριτάρι» της Ανατολικής Μεσογείου.

Πριν από την εισβολή κατοικούσαν 39.000 Ελληνοκύπριοι, που αναγκάστηκαν να εκκενώσουν, «προσωρινά» υποτίθεται, τα σπίτια, τα καταστήματα και τα πολυτελή ξενοδοχεία τους και να καταφύγουν ως πρόσφυγες στη νότια Κύπρο (κυρίως στο Παραλίμνι, τη Δερύνεια και τη Λάρνακα) φοβούμενοι σφαγές από τους Τούρκους. Μέσα σε μια μέρα αυτή η πόλη και τουριστικό θέρετρο, στο οποίο σύχναζαν στις αρχές της δεκαετίας του 1970 πολλές διασημότητες, όπως η Μπριζίτ Μπαρντό, η Ράκελ Γουέλς, ο Πολ Νιούμαν, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ και ο Ρίτσαρντ Μπάρτον, έγινε ξαφνικά πόλη-φάντασμα.

Στις 20 Ιουλίου του 1974 ο τουρκικός στρατός κατέλαβε την Αμμόχωστο, και προχώρησε μέχρι την Πράσινη Γραμμή. Τα Βαρώσια πέρασαν υπό τον έλεγχο των Τούρκων, αλλά περιφράχτηκαν και τέθηκαν υπό την επίβλεψη του ΟΗΕ, ώστε να επιστραφούν στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους σε περίπτωση επίλυσης του Κυπριακού. Από τότε η είσοδος στην περιφραγμένη, περίκλειστη πόλη απαγορεύεται στο κοινό, εκτός από τους Κυανόκρανους του ΟΗΕ.

Το 1978, υπό το βάρος και του αμερικανικού εμπάργκο στις πωλήσεις όπλων στην Τουρκία, προτάθηκε από τον Ραούφ Ντενκτάς να επιστραφεί η Αμμόχωστος, να επιστρέψουν 35.000 Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες στην πόλη και στην ευρύτερη περιοχή, με αντάλλαγμα να επανακινηθούν οι συνομιλίες για το Κυπριακό. Η ελληνοκυπριακή πλευρά απέρριψε όμως τη συγκεκριμένη πρόταση ζητώντας συνολική και όχι τμηματική λύση.
 
Έρημη εδώ και 46 χρόνια

Το Φθινόπωρο του 2020 και 46 χρόνια μετά την τουρκική εισβολη και την αναγκαστική εκκένωσή τους από τους Ελληνοκυπρίους κάτοικους τους τα Βαρώσια εξακολουθούν να είναι έρημα και ακατοίκητα. Η Άγκυρα απειλεί συχνά να τα ενσωματώσει πλήρως στη λεγόμενη Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου ή τα χρησιμοποιεί ως διαπραγματευτικό χαρτί στο Κυπριακό, ακόμη και ως εργαλείο διχοτόμησης.

Τα πολυώροφα κτίρια και ξενοδοχεία, έχοντας μείνει επί δεκαετίας ασυντήρητα και βορά στον ήλιο και στους ανέμους της Ανατολικής Μεσογείου, έχουν διαβρωθεί και το εσωτερικό τους έχει κατά καιρούς λεηλατηθεί από τους Τούρκους. Δρόμοι και πάρκα έχουν γεμίσει με δένδρα και θάμνους, ακόμη και οι ταράτσες των σπιτιών.

Η φύση επανέκτησε την κυριαρχία της και μόνον η παραλία θυμίζει κάπως εκείνη την τουριστική πόλη, η οποία περιγραφόταν κάποτε ως το «μαργαριτάρι της Ανατολικής Μεσογείου».

Σύμβολο της διαιρεμένης Κύπρου

Τα Βαρώσια είναι σήμερα μια τυπική πόλη-φάντασμα. Η τελευταία στην Ευρώπη, μαζί με το Πριπιάτ, την πόλη δίπλα στο Τσερνομπίλ, που εκκενώθηκε βιαστικά στα τέλη Απριλίου του 1986 μετά το πυρηνικό ατύχημα. Συνεχίζει να αποτελεί σύμβολο της διαιρεμένης Κύπρου. Έτσι, οι επιθετικές κινήσεις της Τουρκίας στο ζήτημα της Αμμόχωστου απειλούν να βάλουν την ταφόπλακα σε νέες προσπάθειες επανένωσης της Κύπρου και να πυροδοτήσουν εξελίξεις στην κατεύθυνση της διχοτόμησης. Όλα αυτά όμως αποτελούν ένα μικρό τμήμα της «μεγάλης εικόνας» που είναι η προσπάθεια της αναθεωρητικής Τουρκίας να βρει ένα νέο ρόλο σε ένα γεωπολιτικά ρευστό διεθνές περιβάλλον και να επανατοποθετηθεί στον άξονα Δύσης-Ανατολής.