To Associated Press δημοσιεύει σήμερα ένα εκτενές αφιέρωμα στην υπόθεση του Μοχαμάντ Χανάντ Αμπντί, του Σομαλού μετανάστη που έχει καταδικαστεί σε 142 χρόνια φυλακή ενώ έσωσε 33 ζωές από τη θάλασσα. Σημειώνεται ότι την υπόθεσή του, μαζί με όλων εκείνων των ανθρώπων που ενώ αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον βρίσκονται καταδικασμένοι ως τάχα «διακινητές», αναδεικνύει η πρωτοβουλία του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Στέλιου Κούλογλου, «μια δίκαιη δίκη για τον Μοχαμάντ».

Ads

Υπενθυμίζεται ότι σε ένα πρώτο βήμα η πρωτοβουλία, που υποστηρίζεται από ακόμη 14 ευρωβουλευτές και πάνω από 400 πολίτες και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, στόχευε στην επίσκεψη αντιπροσωπείας των μελών της στον Μοχαμάντ και προετοιμασία για την υποστήριξη του όταν εκδικαστεί η υπόθεσή του στο εφετείο. Αυτό πραγματοποιήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα. Η υπόθεση έχει προκαλέσει αντιδράσεις στον διεθνή Τύπο

Ολόκληρο το ρεπορτάζ της Ελένης Μπεκατώρου στο Associated Press:

Ανάμεσα στους φυλακισμένους στο ελληνικό νησί της Χίου, τρεις άντρες από το Αφγανιστάν και τη Σομαλία εκτίουν δραματικά μεγάλες ποινές: 50 χρόνια για τους δυο πρώτους, και η απίστευτη των 142 χρόνων για τον τρίτο.

Ads

Αλλά αυτοί δεν είναι βίαιοι εγκληματίες – ακόμη και στις ετυμηγορίες εις βάρος τους φαίνεται αυτό. Καταδικάστηκαν επειδή έπιασαν το πηδάλιο των φουσκωτών πλεούμενων που τους μετέφεραν μαζί με άλλους μετανάστες, όταν οι διακινητές τους εγκατέλειψαν στο Αιγαίο μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας.

«Δεν ήξερα ότι το να σώσεις ανθρώπους είναι έγκλημα», λέει ο Μοχαμάντ Χανάντ Αμπντί, ο 28χρονος γλυκομίλητος Σομαλός, που καταδικάστηκε σε 142 χρόνια φυλακή σαν διακινητής όταν έφτασε στην Ελλάδα τον περασμένο Δεκέμβριο.

Ο Μοχαμάντ δήλωσε σε δημοσιογράφους και ευρωβουλευτές που επισκέφθηκαν τους τρεις στη φυλακή την περασμένη εβδομάδα, ότι δεν είχε άλλη επιλογή παρά να πιάσει το πηδάλιο. Ο διακινητής τον εξανάγκασε να το κάνει χτυπώντας τον στο πρόσωπο και απειλώντας τον με όπλο πριν εγκαταλείψει την λέμβο μέσα στην άγρια θάλασσα. Οι ζωές των επιβαινόντων ήταν σε κίνδυνο. Γνωρίζοντας την έκβαση των πραγμάτων, ο ίδιος επιμένει: «θα το έκανα ξανά, αν ήταν να σώσω ζωές».

Οι παρατηρητές λένε ότι οι υποθέσεις των τριών αντρών όπως και οι διώξεις και οι απειλές για ποινές εις βάρος εκείνων που δουλεύουν για την παροχή πρώτων βοηθειών σε αυτούς τους ανθρώπους, απεικονίζουν την ολοένα και μεγαλύτερη φαρέτρα των ελληνικών αρχών -αλλά και άλλων κρατών – προκειμένου να αποθαρρύνουν τους αιτούντες άσυλο.

«Δεν είναι δυνατόν κάποιος που έρχεται στην Ελλάδα αναζητώντας άσυλο να απειλείται με τόσο βαριές ποινές απλά επειδή εξαναγκάστηκε, υπό τις συνθήκες ή την πίεση, να πιάσει το πηδάλιο μιας βάρκας», λέει ο Αλέξανδρος Γεωργούλης, ένας από τους δικηγόρους που εκπροσωπούν τους τρεις φυλακισμένους στη Χίο.

Οι Ελληνικές Αρχές, δήλωσε, «στην ουσία βαπτίζουν τους διακινούμενους ως διακινητές». Το ταξίδι του Μοχαμάντ αποτελεί τρανταχτή ένδειξη του χάους, το οποίο βιώνουν οι αιτούντες άσυλο, που επιχειρούν να ταξιδέψουν ανάμεσα στις δύο χώρες, που εδώ και χρόνια οι σχέσεις τους ταλανίζονται.

Φοβούμενοι για τις ζωές τους όταν ο διακινητής τους εγκατέλειψε, οι περίπου τριάντα πανικόβλητοι επιβάτες του σκάφους ξέχασαν το ταξίδι για την Ελλάδα. Ο Μοχαμάντ λέει ότι καλούσε επανειλημμένως την Τουρκική ακτοφυλακή, εκλιπαρώντας για βοήθεια. Αλλά όταν αυτή έφτασε, το τουρκικό σκάφος έκανε βίαιες κυκλικές κινήσεις γύρω από τη βάρκα των μεταναστών, προκαλώντας την εισροή υδάτων σε αυτή και προοδευτικά τους ωθούσε στα ελληνικά χωρικά ύδατα. Μέσα στο χάος, δυο γυναίκες έπεσαν στη θάλασσα και πνίγηκαν.

Η Ελληνική Ακτοφυλακή έσωσε τους επιζήσαντες, και ο Μοχαμάντ βοήθησε τους υπόλοιπους να επιβιβαστούν στο διασωστικό. Παραδέχθηκε ότι κυβέρνησε το πλεούμενο αφότου ο διακινητής τους εγκατέλειψε. Δεν του πέρασε ποτέ από το μυαλό ότι θα κατέληγε να δικάζεται ως διακινητής.

Οι εθελοντές και οι εργαζόμενοι σε ανθρωπιστικές οργανώσεις που παρέχουν βοήθεια σε μετανάστες έχουν επίσης βρεθεί στο στόχαστρο των Ελληνικών Αρχών. Μια περίπτωση που πήρε μεγάλη δημοσιότητα είναι αυτή της Σάρα Μαρντίνι, Σύριας μετανάστριας εργαζόμενης σε ανθρωπιστική οργάνωση, και του εθελοντή Σον Μπάιντερ, που συνελήφθησαν και κρατήθηκαν για μήνες το 2018 με την κατηγορία της κατασκοπείας, του ξεπλύματος μαύρου χρήματος και πολλών άλλων. Αυτοί αρνούνται όλες τις κατηγορίες, και δηλώνουν ότι δεν έκαναν τίποτα παραπάνω από το να σώζουν ανθρώπους.

Αλλά δεν είναι μόνο η Ελλάδα. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η Γερμανία, η Ιταλία, η Μάλτα, η Ολλανδία, η Ισπανία και η Ελλάδα έχουν ανοίξει έρευνες και έχουν προχωρήσει σε δίκες σε 58 περιπτώσεις από το 2016 εις βάρος ιδιωτών, που εμπλέκονται στον τομέα της διάσωσης.

«Νομίζω είναι σημαντικό να τα προσβάλλουμε αυτά στα δικαστήρια, και να μη καθόμαστε να τα αποδεχόμαστε και να μας αντιμετωπίζουν ως διακινητές ή κατασκόπους επειδή προσφέραμε πρώτες βοήθειες ή οτιδήποτε περισσότερο από ένα χαμόγελο σε κάποιον, που βρίσκεται σε απόγνωση», δηλώνει ο Μπάιντερ στο Associated Press. «Είναι εξοργιστικό ότι μας αντιμετωπίζουν σαν εγκληματίες. Δε το δέχομαι. Δεν έχει σημασία ποιος είσαι. Δεν σου αξίζει να πνιγείς στη θάλασσα».

Ο Μπάιντερ και η Μαρντίνι θα δικαστούν στη Λέσβο για τα αδικήματα της κατασκοπείας, της παραχάραξης και της παράνομης χρήσης ραδιοφωνικών συχνοτήτων, στις 18 Νοεμβρίου. Είναι αντιμέτωποι με οκτώ χρόνια φυλάκισης, που μπορεί να εξαγοραστεί. Όμως ακόμη ερευνώνται για αδικήματα, που μπορεί να τους οδηγήσουν σε 25 χρόνια φυλακή.

Ο Δημήτρης Χούλης, δικηγόρος στο νησί της Σάμου που εκπροσωπεί συχνά αιτούντες άσυλο και δεν εμπλέκεται στην υπόθεση του Μπάιντερ, πιστεύει ότι οι ποινικές διώξεις ή οι απειλές δίωξης αποσκοπούν εν μέρει στο να αποτρέψουν τις μη κυβερνητικές οργανώσεις από την καταγραφή πρακτικών όπως η παράνομη και συνοπτική απέλαση μεταναστών πριν μπορούν να υποβάλουν αίτηση για άσυλο.

«Ο μόνος τρόπος να σταματήσουν οι ανθρωπιστικές οργανώσεις να παρακολουθούν τι συμβαίνει στο Αιγαίο είναι να ποινικοποιηθεί η διάσωση», είπε ο Χούλης, ο οποίος μαζί με τον Γεωργούλη εκπροσωπούν τους τρεις άνδρες, που είναι φυλακισμένοι στη Χίο.

Οι Έλληνες αξιωματούχοι αρνούνται σθεναρά ότι η χώρα προβαίνει σε παράνομες επαναπροωθήσεις παρά τις αυξανόμενες ενδείξεις για το αντίθετο. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης απέρριψε ξανά τέτοιους ισχυρισμούς την περασμένη Τρίτη, λέγοντας ότι η κυβέρνησή του ακολουθεί μια «σκληρή αλλά δίκαιη» μεταναστευτική πολιτική.

Οι περισσότερες υποθέσεις που αφορούν ΜΚΟ έχουν σκοπό περισσότερο να εκφοβίσουν παρά να πετύχουν καταδίκες, υποστηρίζει ο Χούλης, σημειώνοντας ότι οι περισσότερες μένουν στο στάδιο της έρευνας. Τρία χρόνια μετά τη σύλληψή του, ο Μπάιντερ δεν έχει ακόμη κατηγορηθεί για κανένα από τα κακουργήματα για τα οποία είναι υπό έρευνα.

Τον Ιούλιο, η ελληνική αστυνομία ανακοίνωσε μια έρευνα για κακούργημα σε 10 άτομα, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων ξένων εργαζομένων σε ΜΚΟ, για καταγγελίες για διακίνηση μεταναστών. Δεν έχουν απαγγελθεί κατηγορίες μέχρι στιγμής.

Η σύντομη αλλά συχνά επικίνδυνη θαλάσσια διέλευση από την Τουρκία προς τα κοντινά ελληνικά νησιά είναι μια δημοφιλής διαδρομή προς την Ευρώπη για τους ανθρώπους που ξεφεύγουν από τις συγκρούσεις και τη φτώχεια στην Αφρική, την Ασία και τη Μέση Ανατολή. Για να αντιμετωπίσει τους διακινητές, η Ελλάδα θέσπισε ένα νόμο το 2014 που επιβάλλει αυστηρές ποινές: 10 χρόνια φυλάκιση για κάθε διακινούμενο ή 15 χρόνια ανά άτομο εάν υπήρχε κίνδυνος για τη ζωή και ισόβια κάθειρξη εάν κάποιος έχασε τη ζωή του.

Αλλά οι διακινητές προσαρμόστηκαν γρήγορα. Αντί να μεταφέρουν οι ίδιοι τους μετανάστες, τους έπεισαν ή τους ανάγκασαν να οδηγήσουν εκείνοι τις βάρκες, κάτι που επιβεβαιώνεται από πολυάριθμες μαρτυρίες αφιχθέντων αιτούντων άσυλο. Το αποτέλεσμα ήταν να καταδικάζονται οι μετανάστες ως διακινητές.

«Οι φυλακές μας είναι γεμάτες από αιτούντες άσυλο που οδηγούσαν μια βάρκα», είπε ο Χούλης. «Αυτό είναι παράλογο».

Αν και οι ποινές είναι δρακόντειες – εκτός από τα 142 χρόνια του Μοχαμάντ, οι Αφγανοί Αμίρ Ζαχίρι και Ακίφ Ρασούλι, και οι δύο στα 20 τους, καταδικάστηκαν σε 50 χρόνια έκαστος.  Ο πραγματικός χρόνος που θα περάσουν στη φυλακή σύμφωνα με τον ελληνικό νόμο είναι τα 20 χρόνια, που μπορεί να μειωθεί στα 12 λόγω καλής διαγωγής. Με την εργασία στη φυλάκιση να υπολογίζεται στη μείωση της ποινής, θα μπορούσαν να αποφυλακιστούν μετά από περίπου οκτώ χρόνια.

Και πάλι είναι μεγάλος χρόνος για να περνά κανείς σε ένα κελί αντί να χτίζει μια καινούρια ζωή. Ο Ζαχίρι, συνοδευόμενος από την έγκυο σύζυγό του και το μικρό του παιδί, και ο Ρασούλι έφτασαν με το ίδιο σκάφος πριν από περίπου δύο χρόνια. Από διάφορα μέρη του Αφγανιστάν, δεν είχαν συναντηθεί ποτέ πριν. Όπως και στην περίπτωση του Μοχαμάντ, ο διακινητής εγκατέλειψε τη λέμβο τους και οι επιβάτες πήραν εκ περιτροπής τιμόνι, είπαν.

Και οι δύο δικάστηκαν ως διακινητές. Είδαν για πρώτη φορά τον δικηγόρο τους που ορίστηκε από το δικαστήριο στη δίκη τους, η οποία διήρκεσε μόλις λίγα λεπτά. Ο δικαστής αφιέρωσε ένα λεπτό στον καθένα τους θέτοντας ερωτήσεις, είπε ο Ρασούλι.

«Για ένα λεπτό, 50 χρόνια», είπε. «Έκλαιγα για ένα μήνα».

Με νέους δικηγόρους να τους εκπροσωπούν πλέον, ο Ζαχίρι και ο Ρασούλι θα οδηγηθούν στο Εφετείο το Μάρτιο. Δεν έχει οριστεί ακόμη ημερομηνία έφεσης για τον Μοχαμάντ.

Φωτογραφία από το Associated Press