Σε συμφωνία με ενισχυμένη πλειοψηφία φτάσανε οι υπουργοί Εσωτερικών των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τη χθεσινή σύνοδο στο Λουξεμβούργο, όσον αφορά το νέο σύμφωνο μετανάστευσης και ασύλου. Αν και, μεταξύ άλλων, η Επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων, Ίλβα Γιόχανσον, χαιρέτισε την «ιστορική συμφωνία», φορείς και ΜΚΟ που ασχολούνται με τη διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού, εκφράζουν τους προβληματισμούς τους ή τάσσονται κατά της συμφωνίας με αυτούς τους όρους.

Ads

«Η συμφωνία στο σύνολο της βρίσκει το ζήτημα των ανθρώπων που έχουν ανάγκη προστασίας ως «πρόβλημα». Και όταν το βλέπεις ένα ζήτημα ως «πρόβλημα», προσπαθείς να βρεις μια λύση που στην πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται στην κάλυψη των αναγκών. Οι άνθρωποι δεν είναι πατάτες, ούτε τσουβάλια, ούτε κουτιά.  Άρα συζητάμε για κάποιους ανθρώπους που έχουν ανάγκη για προστασία, αλληλεγγύη, υποστήριξη και ένταξη στις κοινωνίες.

Η συζήτηση γίνεται καθαρά σε μια βάση «διαχειρίζομαι αριθμούς» και αφού συμφωνήσω και αποφασίσω πώς θα κάνω τη διαχείριση των αριθμών, θα δω μετά αργότερα πώς θα εκφράσω την αλληλεγγύη μου, αν πρέπει να είναι  υποχρεωτική αλληλεγγύη, αν πρέπει να πάρουμε μέτρα κλπ» ανέφερε ο γενικός διευθυντής της ΜΚΟ «INTERSOS Hellas», Απόστολος Βεΐζης.

Εξέφρασε, στη συνέχεια, την άποψη ότι «δεν υπάρχει η πολιτική βούληση από την Ευρώπη να υπάρχει μια κοινή πολιτική, μια πολιτική που να λέει «πράγματι σέβομαι τη συνθήκη της Γενεύης», η οποία δίνει τη δυνατότητα σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη προστασίας να προστατευτούν, όταν, ήδη, και στο σύμφωνο που συζητήσαν από την πλευρά τους αναφέρονται σε «ασφαλείς χώρες», άρα ο όρος «ασφαλής χώρα» παραμένει στο τραπέζι, όπως η Ελλάδα, δηλαδή, θεωρεί ότι η Τουρκία είναι μια «ασφαλής χώρα». Προσπαθούν για θέμα που θέλει μια ουσιαστική συζήτηση και λύση, οι οποίες λύσεις είναι εφικτές, να διαθέσουν κυρίως λύσεις αυτού του τύπου για να ξεγελαστούν ανά μεταξύ τους και μετά να αλληλοκατηγορηθούν.

Ads

Ο κ. Βεΐζης υποστήριξε, επίσης, ότι αυτή τη στιγμή μιλάμε για ένα πολύ μικρό αριθμό ανθρώπων, προσφύγων-μεταναστών, που καταλήγουν στις πόρτες της Ευρώπης, οι οποίες είναι κλειστές, είτε επειδή γίνονται επαναπροωθήσεις είτε επειδή δημιουργούνται κέντρα κράτησης είτε επειδή υπάρχει φράχτης και πως στην ουσία η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα ήθελε να συμβάλει από τη δική της πλευρά στη διαχείριση της καθημερινότητας των ανθρώπων.

Τόνισε ότι, παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση, προσπαθεί να επενδύσει εκατομμύρια σε τρίτες χώρες για να κάνει τη διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού, ή να επενδύσει σε λάθος μοντέλα που έχουν να κάνουν με κέντρα κράτησης, φράχτες, την Frontex κλπ, τη στιγμή που το ζήτημα «θα ήταν πολύ εύκολο να λυθεί εάν πραγματικά υπήρχε διάθεση. Ναι πράγματι να δούμε τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη για άσυλο και αυτούς που δεν έχουν ανάγκη για άσυλο ή που δεν ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία, αλλά θα έπρεπε να υπάρχει σεβασμός στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια».

Πρόσθεσε ότι «η κάθε χώρα έχει και μια διαφορετική τοποθέτηση, ο ένας συμφωνεί ο άλλος διαφωνεί. Όταν μιλάμε για μια κοινή Ευρωπαϊκή απόφαση, συμφωνούμε να υλοποιήσουμε όλοι, να μοιραστούμε το βάρος, αν το θεωρήσουμε βάρος, αλλά εδώ δεν τίθεται κάτι τέτοιο. Γι’ αυτό θεωρώ ότι είναι πυροτέχνημα και δεν θα δώσει λύση την επόμενη μέρα και άρα θα έχουμε τους ανθρώπους να εγκλωβίζονται στα ελληνικά νησιά ή στην ενδοχώρα.

Στο πρόγραμμα που υλοποιούμε στο κέντρο της Αθήνας που ονομάζεται «φαγητό για όλους», το 30% των ανθρώπων που είναι στο πρόγραμμα, είναι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες, οι οποίοι μετά από 30 ημέρες χάνουν οποιαδήποτε οικονομική υποστήριξη, και αυτή τη στιγμή είναι σε αναζήτηση φαγητού». Έχουμε εξυπηρετήσει 7000 ανθρώπους, Υποστήριξε, παράλληλα, ότι η συμφωνία δεν ανταποκρίνεται «στην ουσία της διαχείρισης αυτού του ζητήματος που λέγεται μεταναστευτικό προσφυγικό και δεν καθρεφτίζει καθόλου τη δυνατότητα που έχει η Ευρώπη, σε πόρους και οικονομικά», τη στιγμή που 103 εκατομμύρια ανθρώπων είναι σε μετακίνηση και η συζήτηση επικεντρώνεται σε κάποιες 100αδες χιλιάδων που φτάνουν στα σύνορα της Ευρώπης. «Όταν, βέβαια, αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να καταλήξουν στις πόρτες της Ευρώπης, γιατί χιλιάδες χάνουν τη ζωή τους στη θάλασσα, είτε στο Αιγαίο είτε στη Μεσόγειο. Από τη μία πλευρά η Ευρώπη λέει ότι θα καταπολεμήσει τα κυκλώματα, αλλά εγώ μπορώ να σας πω ότι τα κυκλώματα των διακινητών υπάρχουν, επειδή δεν υπάρχει ασφαλής και νόμιμη οδός για αυτούς τους ανθρώπους».

Όσον αφορά στο τι αλλάζει η συμφωνία για την Ελλάδα και τους πρόσφυγες-μετανάστες που φτάνουν στα νησιά ή την ενδοχώρα, ο Απόστολος Βεΐζης επανέλαβε την άποψη που έχει συνολικά για τη συμφωνία, ότι επί της ουσίας δεν αλλάζει τίποτα για τη χώρα. Είπε χαρακτηριστικά ότι «όταν έχεις μια ασθένεια διαχειρίζεσαι το νόσημα, όχι τα συμπτώματα. Είναι μια συμφωνία για να λέμε, όπως ο κ. Σχοινάς που είναι και Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής, «όταν η Ευρώπη θέλει, όταν οι Ευρωπαίοι θέλουν, μπορούμε» κλπ. Αυτά είναι για όταν δεν θέλουμε να διαχειριστούμε κάτι».

Στόχος, σχολίασε, αυτής της συμφωνίας είναι να εμποδιστούν ακόμα περισσότεροι ανθρώποι να φτάσουν στις πόρτες της Ευρώπης, αν και πρόκειται για ανθρώπους που πραγματικά χρειάζονται προστασία, καθώς φεύγουν από εμπόλεμες ζώνες και καταστάσεις που πραγματικά δεν έχουν άλλη λύση, άρα όλα «γίνονται γίνεται για να παραμείνει κλειστό το ευρωπαϊκό φρούριο. Κάνουμε οτιδήποτε δυνατό για να μην το πλησιάσει κανένας. Και ζητάμε παράλληλα από άλλες χώρες να το διαχειριστούν αντί για εμάς, όπως εμείς από την Τουρκία, η Ισπανία από το Μαρόκο κλπ».

Κατέληξε ότι «θα πρέπει ως κοινωνία να μιλήσουμε και να μην έχουμε το σύνδρομο της αδιαφορίας. Αδιαφορία σε ένα ζήτημα που μας αφορά, γιατί είναι ένα ανθρωπιστικό ζήτημα. Σήμερα αφορά αυτούς τους ανθρώπους, αύριο θα αφορά εμάς και μεθαύριο κάποιους άλλους. Μιλάμε για την παραβίαση βασικών ζητημάτων, για τα οποία δόθηκε αίμα και μεγάλη προσπάθεια. Αυτή τη στιγμή η έννοια του ασύλου, της προστασίας των ευάλωτων ανθρώπων, είναι κάτι πολύ σημαντικό και νομίζω ότι θα πρέπει να το σεβαστεί κανείς και να μην το δει, καθαρά, ως διαχείριση συνόρων και αριθμών. Πίσω από αυτούς τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι που έχουν όλη αυτήν την ανάγκη και η Ευρώπη έχει την υποχρέωση, όχι μόνο ηθική και κοινωνική, αλλά έχει και τους πόρους να συμβάλλει κι αυτή στη διαχείριση αυτού του ζητήματος».