Άκρως επιβαρυντικά στοιχεία αναφορικά με την αντιμετώπιση των μεταναστών από τις ελληνικές αρχές, προκύπτουν από την έρευνα της El Pais και του ελληνικού ερευνητικού δημοσιογραφικού μέσου Solomon.

Ads

Ειδικότερα, οι ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας έχουν κατασχέσει περισσότερα από δύο εκατομμύρια ευρώ – σε μετρητά και άλλα τιμαλφή – από πρόσφυγες και μετανάστες τα τελευταία έξι χρόνια,

Στο δημοσίευμα της ισπανικής εφημερίδας υπό τον τίτλο «Ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας ληστεύουν μετανάστες στα ευρωπαϊκά σύνορα», αναφέρεται ότι πέρυσι «οι Κουβανοί πολίτες Lino Antonio Rojas Morell και Yudith Pérez Álvarez παρουσιάστηκαν ενώπιον των αρχών του Έβρου για να υποβάλουν αίτηση για άσυλο, έχοντας εισέλθει παράτυπα στη χώρα».

«Ο επικεφαλής πήρε τα χρήματά μου και τα έβαλε στην τσέπη του»

Ads

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, «οι αστυνομικοί όχι μόνο αγνόησαν τα αιτήματά τους, αλλά τους οδήγησαν σε αστυνομικό τμήμα όπου τους πήραν τα τηλέφωνα και τα σακίδια. Την επόμενη ημέρα, πριν μεταφερθούν παράνομα στην Τουρκία μαζί με δεκάδες άτομα διαφορετικών εθνικοτήτων, τους έψαξαν ξανά».

Ο Rojas Morell μάλιστα κατήγγειλε ότι ο «επικεφαλής πήρε τα χρήματά μου [375 ευρώ] και τα έβαλε στην τσέπη του».

Alvarez από πλευράς του – σε καταγγελία που έγινε πρόσφατα δεκτή προς επεξεργασία από την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ – τόνισε ότι «οι  αστυνομικοί έψαχναν ξεκάθαρα για χρήματα. Ο άνδρας ήθελε ακόμη και να κοιτάξει το εσώρουχό μου. Άγγιξαν το στήθος μου και ανάμεσα στα πόδια μου».

«Ένα χρόνο αργότερα και οι δυο βρίσκονται στην Κωνσταντινούπολη, ακόμη τραυματισμένοι από τη βία που υπέστησαν κατά την παράνομη απέλασή τους. Η περίπτωσή τους, που κάθε άλλο παρά μοναδική είναι» σημειώνει ακόμα το δημοσίευμα της ισπανικής εφημερίδας.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας των δύο μέσων ενημέρωσης αποδεικνύεται πως υπάρχει «ένας σαφής τρόπος λειτουργίας από την πλευρά των ελληνικών αρχών: οι περισσότεροι μετανάστες συλλαμβάνονται όταν εισέρχονται παράτυπα στην Ελλάδα και, χωρίς να τους προσφέρεται η δυνατότητα να υποβάλουν αίτηση ασύλου ή να καταγράψουν την κράτησή τους – κάτι που απαιτείται από την ελληνική και την ευρωπαϊκή νομοθεσία – οδηγούνται σε διάφορα σημεία συγκέντρωσης (αστυνομικά τμήματα, στρατόπεδα, εγκαταλελειμμένες αποθήκες) όπου αντιμετωπίζονται βίαια».

Όπως αναφέρει το άρθρο της El Pais «πριν μεταφερθούν στην Τουρκία με φουσκωτές βάρκες, τους αφαιρούν τα υπάρχοντά τους». Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί «εκτιμάται ότι τα τελευταία έξι χρόνια οι ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας έχουν κατασχέσει περισσότερα από δύο εκατομμύρια ευρώ σε μετρητά (μεταξύ 2,2 και 2,8 εκατομμυρίων ευρώ), καθώς και τηλέφωνα και άλλα τιμαλφή (δαχτυλίδια, σκουλαρίκια, βραχιόλια, ρολόγια κ.λπ.)»

Μάλιστα στο δημοσίευμα τονίζεται ότι «το ποσό αυτό θα μπορούσε να είναι πολύ υψηλότερο, καθώς πολλές από αυτές τις απελάσεις – και τις συνακόλουθες κλοπές – δεν καταγράφονται από τις ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στην περιοχή. Οι πληροφορίες που αναλύθηκαν οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτό που μπορεί να ήταν μεμονωμένα περιστατικά πριν από μερικά χρόνια έχει γίνει μια συστηματική τακτική».

Τι επισημαίνουν εκπρόσωποι ανεξάρτητων φορέων

Η Eva Cossé, ερευνήτρια του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW) στην Ελλάδα επισημαίνει ότι «όταν κατάσχετε τα τηλέφωνά τους, αφαιρείτε κάθε απόδειξη ότι βρίσκονταν εκεί.  Όταν κατάσχετε τα χρήματά τους, κάνετε τη ζωή τους πιο δύσκολη. Όταν τους αφήνεις γυμνούς, μια άλλη αυξανόμενη τάση, τους εξευτελίζεις και τους αποθαρρύνεις. Είναι μέρος μιας στρατηγικής για να τους αποτρέψεις από το να προσπαθήσουν [να περάσουν τα σύνορα] ξανά».

Από τη μεριά της,  Hope Barker, εκπρόσωπος του Δικτύου Παρακολούθησης της Βίας στα Σύνορα (BVMN), το οποίο αποτελείται από δώδεκα ενώσεις που συλλέγουν μαρτυρίες για απωθήσεις στα ευρωπαϊκά σύνορα, τόνισε από πλευράς της ότι «δεν μπορούμε να μιλάμε για μερικά μαύρα πρόβατα, γιατί τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μέρος μιας συστηματικής επιχειρησιακής πρακτικής».

Συνεχίζει δε αναφέροντας πως: «Τα τηλέφωνα μερικές φορές τα κρατούν, μερικές φορές τα σπάνε, αλλά τα χρήματα τα κρατούν σίγουρα. Και είναι σύνηθες ότι αν ανακαλύψουν ότι κάποιος έχει κρύψει τα χρήματά του, τον χτυπούν ακόμη περισσότερο ως τιμωρία».

‘Όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα «αυτό συνέβη σε δύο νεαρούς Μαροκινούς που απελάθηκαν την 1η Νοεμβρίου μαζί με άλλα 50 άτομα. Τους έβαλαν σε ένα κέντρο κράτησης και, μια μέρα αργότερα, τους μετέφεραν στον Έβρο, όπου τους έψαξαν για δεύτερη φορά».

Σε έκθεση του BVMN για την υπόθεση αναφέρεται δε ότι «ξεκαθάρισαν ότι τους είχαν πάρει όλα τα υπάρχοντά τους στον τόπο κράτησης […] Ωστόσο, όταν ισχυρίστηκαν ότι δεν τους είχε απομείνει τίποτα, οι αστυνομικοί συμπεριφέρθηκαν βίαια απέναντί τους».

«Έχουμε δει μια μεγάλη επιδείνωση»

Η El Pais τονίζει ακόμα, στο εν λόγω άρθρο, ότι «ενώ το 2017, μόνο στο 11% των περιστατικών που εξετάστηκαν, οι θιγόμενοι ανέφεραν ότι στερήθηκαν τα χρήματά τους, τα επόμενα χρόνια το ποσοστό αυτό αυξήθηκε: το 2022, το 92% των ανθρώπων που έπεσαν θύματα pushbacks αναφέρθηκε ότι είχαν πέσει θύματα κλοπής».

Και προσθέτει ακόμα ότι «τα στοιχεία συμφωνούν με έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο από την Εθνική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: στο 88% των περιπτώσεων, οι παράνομα απελαθέντες υπέστησαν βία και στο 93% των περιπτώσεων αφαιρέθηκαν αντικείμενα και χρήματα».

Πηγή που επικαλούνται τα δύο μέσα επισημαίνει πως «έχουμε δει μια μεγάλη επιδείνωση, όσον αφορά την [αυξημένη] χρήση βίας και εξευτελιστικών πρακτικών. Βρισκόμαστε στο χαμηλότερο επίπεδο σεβασμού της ανθρώπινης ζωής»

Σημειώνεται ότι σύμφωνα με το δημοσίευμα, δύο δημοσιογράφοι της El Pais και του ελληνικού μέσου ενημέρωσης Solomon πήραν συνεντεύξεις από 12 πηγές, ανάμεσα στις οποίες ήταν από μετανάστες, μέχρι υπάλληλοι διαφόρων φορέων που εμπλέκονται στο ελληνικό σύστημα ασύλου, εν ενεργεία και συνταξιούχοι μέλη των δυνάμεων ασφαλείας, δικηγόροι και εμπειρογνώμονες.

Επίσης ανέλυσαν μαρτυρίες που συγκεντρώθηκαν από διάφορες ενώσεις και ΜΚΟ σχετικά με 374 περιστατικά κατά τα οποία περισσότεροι από 20.000 άνθρωποι απελάθηκαν παράνομα από τις ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας στην Τουρκία, μέσω των συνόρων του Έβρου μεταξύ 2017 και 2022.