Εκεί που είχαν ακουστεί τα ονόματα της Σοφίας Μπεκατώρου και της Αναστασίας Κοτανίδου ως επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας της ΝΔ, προέκυψε Ειρήνη Αγαπηδάκη, γνωστή για χυδαίες αντιΣΥΡΙΖΑ αναρτήσεις πριν από τις εκλογές του 2019.

Ads

Με «προξενητή» τον Απόστολο Δοξιάδη ο Κυριάκος Μητσοτάκης την όρισε ειδική γραμματέα για τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα, στη συνέχεια γγ δημόσιας υγείας και, τελικά, της προσέφερε μια τιμητική θέση με μεγάλο συμβολισμό για λόγους που δεν είναι εύκολο να εξηγήσουν ακόμη και έμπειρα στελέχη της ΝΔ.

Τα ερωτήματα που δεν απαντώνται εύκολα είναι:

– Γιατί ο Κ. Μητσοτάκης δεν μπόρεσε να πείσει μια προσωπικότητα υψηλού κύρους και κοινωνικής αποδοχής για να δείξει ότι έχει ακόμη «εφεδρείες».
– Γιατί στράφηκε σε ένα πρόσωπο ταυτισμένο με την τοξικότητα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την ώρα που καταγγέλλει την τοξικότητα την οποία προσπαθεί να χρεώσει στον ΣΥΡΙΖΑ.
– Γιατί δεν επέλεξε τουλάχιστον μια σημαντική γυναίκα της ΝΔ, όπως το 2019 την Μαριέττα Γιαννάκου, για να τονώσει το παραταξιακό φρόνημα.
– Γιατί δεν κάλεσε μια αναγνωρίσιμη γυναίκα της κεντροαριστεράς για να σηματοδοτήσει άνοιγμα σ αυτόν τον πολιτικό χώρο. 

Ads

Είναι πολύ ενδεικτικές όσων λέγονται σε ιδιωτικές συζητήσεις βουλευτών της ΝΔ οι αναρτήσεις του πρώην υπουργού Ανδρέα Ανδριανόπουλου:

Καλά λόγια για την επιλογή της Ειρ. Αγαπηδάκη είπε κυρίως ο Απ. Δοξιάδης που εμφανίζεται ως μέντοράς της και ως ο άνθρωπος που την έφερε κοντά στον Κ. Μητσοτάκη, γεγονός που κάνει ακόμη πιο δύσκολα τα πράγματα για τον πρωθυπουργό που εμφανίζεται να επηρεάζεται καθοριστικά από το συγκεκριμένο πρόσωπο.

Για να καταλάβει κανείς πως αντιλαμβάνεται το ρόλο του ο Απόστολος Δοξιάδης αρκεί να θυμηθεί την επιστολή του προς τη διεύθυνση της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ, όταν δήλωσε ότι δεν μπορεί να αρθρογραφεί σε μια εφημερίδα στην οποία εργάζεται ο δημοσιογράφος Δ. Μανιάτης:

(…)

«Δεν ξέρω αν το υποκείμενο αυτό έχει πρόβλημα σεξουαλικό, ψυχοπαθολογικό, κοινωνικό κόμπλεξ ή πάσχει από εντελώς αναίτιο ναρκισσισμό ή μεγαλομανία–και τα δύο αντικειμενικά αδικαιολόγητα σε ένα άτομο με κανένα ουσιαστικό επίτευγμα στη ζωή του, πέραν του εξυπνακισμού και της χυδαιολογίας. Δεν με αφορούν όμως τα κίνητρα, ο ψυχισμός ή τα προβλήματά του.

Ως τώρα, το γεγονός ότι το άτομο αυτό έγραφε στα ᾽Νέα᾽, όπου έγραφα και εγώ, το ανεχόμουν, γιατί λόγω ηλικίας έχω συνηθίσει κάπως να δέχομαι τη συνθετότητα του κόσμου, ακόμα και τα απορρίματά του, και ξέρω ότι αν ζητάς την απόλυτη τελειότητα μπορεί τελικά να κάθεσαι σπίτι σου και να μη μιλάς σε κανέναν.

Όμως αυτές τις μέρες έγινε κάτι που μπήκε στον ιδιωτικό μου χώρο, με τρόπο που δεν μου είναι ανεκτός. Το χυδαίο αυτό υποκείμενο, που θέλει να λέγεται δημοσιογράφος, άρχισε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να επιτίθεται με βρωμερό τρόπο στην Irene Agapidaki, μια άξια και σπουδαία ελληνίδα, μια γυναίκα που έχει δώσει αμέτρητους αγώνες, από την καθημερινότητά της και τη δουλειά της κοντά στους δυστυχισμένους, στο δημόσιο σύστημα υγείας, κοντά στους φοιτητές της, ως ακαδημαϊκή δασκάλα, αλλά κυρίως και ως ενεργή πολίτης, με τον δημόσιο λόγο της αλλά και τους αγώνες της για την κοινωνική δικαιοσύνη, το κράτος δικαίου και την υπεράσπιση των αδυνάτων.

Οταν της επιτίθεται με τον χυδαιότερο, αγοραίο, σεξιστικό τρόπο του, ο σταλινόμορφος δημοσιογραφίσκος των ᾽Νέων᾽, το παίρνω προσωπικά. Με το ίδιο το άτομο φυσικά δεν θα ασχοληθώ. Δεν χάνω αναίτια τον χρόνο μου. Δεν μου είναι όμως πλέον ανεκτό να δημοσιεύω τις απόψεις μου στην εφημερίδα που του δίνει επίσημο βήμα.

Λυπάμαι, φίλες και φίλοι στα ᾽Νέα᾽. Λυπάμαι για όσους διοικούν την εφημερίδα, που τους εκτιμώ και τους σέβομαι, αν δεν ανταποδίδω πλέον την τιμή που μου κάνατε καλώντας με να γράφω στις σελίδες σας. Αλλά διαλέγω προσεχτικά τις παρέες μου, και τα σπίτια που με καλούν. Θα ήταν ευχής έργον την ίδια επιλεκτικότητα να δείξει και η εφημερίδα, τιμώντας–αν μη τι άλλο– την ιστορία της».