Αντιμέτωπα με την ακρίβεια στα καύσιμα, τα τρόφιμα αλλά και το ρεύμα είναι τα νοικοκυριά στην Ελλάδα, ουσιαστικά στο έλεος της αγοράς, την ώρα που η κυβέρνηση «κατηγορεί» τον πόλεμο στην Ουκρανία και την κλιματική κρίση.

Ads

Σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε την Τρίτη η ΕΛΣΤΑΤ, ο πληθωρισμός τον Ιούλιο αυξήθηκε στο 2,5% από 1,8% τον Ιούνιο, ενώ ο δείκτης της διατροφής παρουσίασε νέα άνοδο και διαμορφώνεται πλέον για τον Ιούλιο στο 12,3%, από 12,2% που ήταν τον Ιούνιο.

Επίσης, σύμφωνα με την Ένωση Εργαζομένων Καταναλωτών, ο λογαριασμός για 60 είδη διατροφής βασικών προϊόντων νοικοκυριού έχει ανέβει τον Αύγουστο στα 450 ευρώ από 250 ευρώ που ήταν τον Νοέμβριο του 2022.

Στα «ύψη» παραμένουν και οι τιμές στα καύσιμα, με τη μέση πανελλαδική τιμή της αμόλυβδης να φλερτάρει με τα 2 ευρώ, ενώ στα νησιά κινείται ήδη σε πολύ υψηλότερα επίπεδα.

Ads

Αναφορικά με το ρεύμα, η Ελλάδα εμφανίζει από τα τέλη Ιουλίου την ακριβότερη τιμή ηλεκτρικού ρεύματος σε όλη την Ευρώπη. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας, από τις 30 Ιουλίου έως τις 7 Αυγούστου 2023, η Ελλάδα είχε την ακριβότερη χονδρεμπορική τιμή ανάμεσα σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η τιμή της μεγαβατώρας διαμορφώθηκε τη Δευτέρα 7 Αυγούστου στα 105 ευρώ, ενώ η δεύτερη ακριβότερη χώρα ήταν η Ιταλία με 93 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Στη Γαλλία η τιμή ήταν στα 70 ευρώ, ενώ στη Γερμανία στα 22 ευρώ.

Όσον αφορά στα καύσιμα, η πρόεδρος Ένωσης Βενζινοπωλών νομού Αττικής, Μαρία Ζάγκα, μιλώντας στην ΕΡΤ, έκανε λόγο για κάτι «αξιοπερίεργο».

«Πράγματι λοιπόν, τον τελευταίο καιρό έχει ανέβει η τιμή. Τους τελευταίους δύο μήνες η απλή αμόλυβδη έχει ανέβει γύρω στα 15 λεπτά, ενώ το πετρέλαιο κίνησης γύρω στα 24, πολύ περισσότερο από την αμόλυβδη» σημείωσε αρχικά η κ. Ζάγκα, συσχετίζοντας την άνοδο των τιμών με την αύξηση της τιμής Brent στο βαρέλι, που βρίσκεται γύρω από τα 87 δολάρια. Ωστόσο πρόσθεσε τα εξής:

«Πέρσι τέτοια εποχή, λίγο πιο πριν, είχαμε το βαρέλι 134 δολάρια και είχαμε την ίδια τιμή, γύρω, στο 1.90-2 ευρώ στην Αττική. Τώρα λοιπόν με αυτή την τιμή πιάσαμε το ίδιο ποσό. Αυτό είναι ένα αξιοπερίεργο για εμάς τους πρατηριούχους. Ο μόνος που μπορεί να μάς εξηγήσει πώς αυτό συμβαίνει είναι τα διυλιστήρια, γιατί εμείς είτε είναι 1.90 είτε είναι 1.50 ευρώ, το ίδιο ποσοστό έχουμε κέρδος» επισήμανε η κ. Ζάγκα.

«Τα τιμολόγιά μας λοιπόν είναι αυξημένα. Και μην ξεχνάτε ότι εδώ και δύο χρόνια ο κλάδος μας έχει στην πλάτη του το πλαφόν. Τι σημαίνει αυτό. Είναι περιορισμένο το ποσοστό κέρδους μας. Δεν μπορεί κανείς να πει, Ζάγκα, τώρα ήρθε ο Αύγουστος, έχεις αυξήσει τις τιμές. Όχι, εμείς έχουμε πλαφόν. Σύμφωνα λοιπόν με το ποσοστό κέρδους που πουλάγαμε πριν ένα μήνα, πριν ένα χρόνο, το ίδιο πουλάμε και τώρα. Ξεκάθαρα τα πράγματα. Εκείνο που θέλει ο κλάδος, ο οποίος θέλει να βγάλει τη ρετσινιά από πάνω του, είναι να φύγει όλο αυτό το κομμάτι το οποίο ξεπλένει χρήματα στον κλάδο μας. Και τι κάνουν τώρα αυτοί οι κύριοι; Παραπλανούν τον κόσμο με δήθεν φτηνές τιμές» συμπλήρωσε.

«Εμείς έχουμε τιμολόγια. Όταν λοιπόν εγώ έχω αρχίσει και τελειώνω και έχει ανέβει η τιμή και θα πάρω τιμολόγιο, είμαι υποχρεωμένη να ανεβάσω. Όταν όμως έχει πέσει, είμαι πάλι υποχρεωμένη με το τιμολόγιο (σ.σ. να την κατεβάσω), αυτό που λέω είναι πάρα πολύ σημαντικό, γιατί το πρόστιμο είναι 5.000 και άνω και εμείς, οι απλοί πρατηριούχοι, το 5.000 είναι πολύ μεγάλο ποσό. Για ορισμένους «κυρίους» 50-150 χιλιάδες είναι ένα τίποτα. Γιατί αυτοί, το τι τιμή έχουν, το πόσα κερδίζουν και πόσα χάνει το κράτος και τι αθέμιτο ανταγωνισμό έχουμε εμείς και πώς εξαπατούν τον κόσμο, είναι μια άλλη ιστορία», συνέχισε η κ. Ζάγκα.

Την ίδια ώρα, αντιδράσεις προκαλεί η νέα υπουργική απόφαση για τους νέους όρους σχετικά με το πλαφόν στο περιθώριο μικτού κέρδους για την αμόλυβδη βενζίνη 95 οκτανίων και το πετρέλαιο κίνησης και θέρμανσης.

Σύμφωνα με την απόφαση, «όσοι συμμετέχουν στη διακίνηση και πώληση αμόλυβδης βενζίνης 95 οκτανίων, πετρελαίου κίνησης και πετρελαίου θέρμανσης, σε όλα τα στάδια διανομής (εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών) ορίζουν τιμή πώλησης καυσίμου τέτοια, ώστε η διαφορά αυτής από την τιμή διυλιστηρίου της ίδιας ημέρας να μην είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη διαφορά που ίσχυε κατά την 31/12/2021 και -ειδικά για το πετρέλαιο θέρμανσης- από την αντίστοιχη διαφορά που ίσχυε κατά την 30/3/2021, που είναι και οι Ημερομηνίες Αναφοράς, υπολογίζοντας ως Τιμή Πώλησης την τελική τιμή πώλησης ανά χιλιόλιτρο του καυσίμου, συμπεριλαμβανομένων κρατήσεων, προ ΦΠΑ και τη χονδρική Τιμή Διυλιστηρίου (για το πετρέλαιο θέρμανσης, στον τύπο υπολογισμού, η ημερομηνία “31.12.2021” αντικαθίσταται από την “31.3.2021”)».

Οι πρατηριούχοι θεωρούν πως η παραπάνω απόφαση ελήφθη με βάση δεδομένα του 2020 και της πανδημίας και πως τελικά θα συνθλίψει τους μικρομεσαίους εμπόρους, αφού εκτός από τον περιορισμό των περιθωρίων κέρδους, υπάρχουν και αυξήσεις στο κοστολόγιο λειτουργίας.