Η 31χρονη που υπήρξε το θύμα της ομηρίας ανήμερα της Πρωτοχρονιάς στον Άγιο Παντελεήμονα και κακοποιήθηκε από τον 34χρονο πρώην σύντροφο της έδωσε λεπτομερή κατάθεση στον ανακριτή για όσα πέρασε για περίπου 5 ώρες το βράδυ του Σαββάτου.

Ads

Η 31χρονη αρχικά ανέφερε τον ξυλοδαρμό που βίωσε από τον 34χρονο λέγοντας ότι «Άρχισε να με χτυπά στο πρόσωπο, με γροθιές στα μάτια και στα αυτιά. Έτρεχε αίμα από τα αυτιά μου, την μύτη μου και το στόμα μου. Τα χείλια μου ήταν πρησμένα και δεν μπορούσα να μιλήσω. Σήκωσε τον ναργιλέ του, προσπάθησε να με χτυπήσει με αυτόν , πήγε να μου τον πετάξει όμως τον απέφυγα και έπεσε στον τοίχο και έσπασε».

Σε ακόμη περισσότερες λεπτομέρειες προχώρησε στην συνέχεια για την κακοποίηση της αναφέροντας ότι : «Μετά με χτύπησε πάρα πολλές φορές με το σωλήνα του ναργιλέ στο κεφάλι, στα χέρια και το σώμα μου. Μου έδωσε κλωτσιές στο στέρνο. Με χτυπούσε συνέχεια και όταν σταματούσε μου έλεγε “δεν με νοιάζει που θα έρθει  αστυνομία. Εγώ δεν έχω τίποτα να χάσω, θα σε σκοτώσω και ας πάω φυλακή”. Σε όλο μου το κεφάλι είχα αίματα. Όταν σταμάτησε να με χτυπάει με τον ναργιλέ, τα χέρια και τα πόδια του, πήρε έναν αναδιπλούμενο σουγιά, που τον έχει συνέχεια μαζί του, ακόμα και όταν κυκλοφορεί με το μετρό, τον έβαλε στο λαιμό μου και πήγε να με σκοτώσει. Μάλιστα στη δεξιά πλευρά του λαιμού μου, φέρω μια εκδορά από αυτό».

Διαβάστε επίσης:

Όσον αφορά την στιγμή που οι αστυνομικοί έφτασαν στο διαμέρισμα του Αγίου Παντελεήμονα η 31χρονη αλλά και το πόσο κοντά ένιωσε ότι βρέθηκε στον θάνατο είπε ότι: «Ευτυχώς χτύπησε το κουδούνι της κάτω πόρτας και γι αυτό σταμάτησε την κίνηση του αυτή. Εκείνη την ώρα πραγματικά πίστευα ότι ήθελε να με σκοτώσει. Την ώρα εκείνη που ετοιμαζόταν να με σκοτώσει με τον αναδιπλούμενο σουγιά, έλεγε και μια προσευχή που λένε οι Μουσουλμάνοι πριν σφάξουν ζώο ή άνθρωπο. Όταν άκουσε το κουδούνι της κάτω πόρτας, κατάλαβε ότι είχε έρθει η αστυνομία, με πήγε στο δωμάτιο του και μου άλλαξε τα ρούχα που φορούσε με το ζόρι, γιατί δεν ήθελε να δουν οι αστυνομικοί ότι ήταν γεμάτα αίματα».

Ads

Στην συνέχεια, περιέγραψε την στιγμή που ο 34χρονος άνοιξε την φιάλη υγραερίου και απειλούσε ότι θα αντινάξει τους ίδιους αλλά και τους αστυνομικούς: «Πέταξε τα ματωμένα ρούχα στο πάτωμα, μου έβαλε μια δική του μαύρη μπλούζα, γιατί δεν άναψε το φως στο δωμάτιο και πήρε ότι να’ ναι και ένα δικό μου παντελόνι φόρμας.

»Μόλις άλλαξε τα ρούχα μου, χτύπησε η πόρτα. Δεν άνοιγε  και μόλις είδε ότι ήταν δύο αστυνομικοί στο μπαλκόνι, μπήκε στην κουζίνα πήρε ένα άλλο μαχαίρι και έκοψε τη σωλήνα της φιάλης του υγραερίου. Πήρε τη φιάλη την άνοιξε, προσπάθησα να πάρω τον αναπτήρα από το χέρι του και με έσπρωξε. Είπε στους αστυνομικούς να φύγουν γιατί θα μας ανατίναζε όλους. Τη φιάλη του υγραερίου την ανοιγόκλεινε για να φοβίσει τους αστυνομικούς και να μην εισβάλουν στο σπίτι».

Έπειτα μίλησε για τις διαπραγματεύσεις με τον ειδικό από την ΕΛ.ΑΣ. που βρέθηκε στο σημείο και τόνισε σχετικά ότι «Υπήρχε ένας άνθρωπος διαπραγματευτής που προσπαθούσε δύο ώρες να τον ηρεμήσει, όμως ο Α…. ήταν έτοιμος να ανάψει τον αναπτήρα. Ο Α…. δεν ήταν μεθυσμένος, δεν πίνει ποτέ αλκοόλ, δεν του αρέσει. Δεν κάνει ναρκωτικά, καπνίζει μόνο ναργιλέ. Καταλάβαινα ότι αυτός ο άνθρωπος προσπαθούσε να του αποσπάσει την προσοχή.

»Μάλιστα του ζήτησε τσιγάρο και του ζήτησα να μου δώσει τον αναπτήρα λέγοντας του ότι θέλω να καπνίσω, αλλά εκείνος δεν μου τον έδωσε και τον κρατούσε στο χέρι του. Ο Α… κατάλαβε ότι ο διαπραγματευτής προσπάθησε να επικοινωνήσει με τα μάτια με τους άλλους αστυνομικούς και άνοιξε πάλι τη φιάλη του υγραερίου και είπε ότι θα μας ανατίναζε όλους».

Τέλος, στην κατάθεση της μίλησε για την στιγμή της σύλληψης του δράστη, ο οποίος ακόμη και όταν είχε ακινητοποιηθεί συνέχισε να απειλεί ότι θα σκοτώσει την 31χρονη. Συγκεκριμένα κατέθεσε ότι «Εκείνη την ώρα μπήκαν οι αστυνομικοί της ΕΚΑΜ στο δωμάτιο, τον ακινητοποίησαν, έκλεισαν την φιάλη και με πήραν και εμένα. Εκείνος φώναζε  ότι και να τον κλείσουν μέσα, θα βγει και θα τους σκοτώσει».

Καταλήγοντας συμπλήρωσε ότι «Αφού με έσωσαν οι αστυνομικοί, με πήγανε στο Νοσοκομείο “Άγιος Παντελεήμονας” στη Νίκαια και μου έκαναν εξετάσεις, αλλά δεν πρόλαβαν να μου δώσουν διάγνωση αμέσως και μου είπαν να ξαναπάω άλλη μέρα για να μου δώσουν τα αποτελέσματα. Η οφθαλμίατρος που έλεγξε τα μάτια μου, μου συνέστησε να τα ελέγξει  και το νευροχειρουργικό τμήμα του νοσοκομείου, μου έδωσαν οδηγίες για τα τυχόν συμπτώματα κάκωσης κεφαλής τις οποίες σας προσκομίζω. Σήμερα θα εξεταστώ και από ιατροδικαστή. Εγώ πιστεύω ότι και να τον κλείσουν μέσα, όταν θα έρθει η μέρα ου θα βγει, πάλι θα με ψάχνει. Πονάω για τον Α…. αλλά φοβάμαι για την ζωή μου».