27 Μαΐου 2018. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ακόμα πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, απαντά στις αλλεπάλληλες τοποθετήσεις του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την επίθεση που δέχθηκε ο τότε δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης από ακροδεξιούς κατόπιν εντολής του Ψωμιάδη.

Ads

Σημειώνεται ότι κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ συγκρίνουν την επίθεση με την «εποχή των Γκοτζαμάνηδων», των «τρίκυκλων» και της δολοφονίας του Λαμπράκη.

Ο Κ. Μητσοτάκης, λοιπόν, επ’ αφορμή αυτής της σύγκρουσης αναρωτιέται on air στον ΣΚΑΙ: «Πείτε μου, τώρα, το παιδί των 17 ετών που θα ψηφίσει για πρώτη φορά, που τον ενδιαφέρει πώς θα είναι η Ελλάδα το 2030, αν τον ενδιαφέρει τί έγινε το 1963[…]».

Η σύγκρουση επί της παρομοίωσης και των ιστορικών συμβολισμών που ξέσπασε εκείνη την περίοδο επιχειρήθηκε, από πλευράς Νέας Δημοκρατίας, να αποδοθεί σε ιστορικές αγκυλώσεις, φετιχισμό, πολιτική νεκρολαγνεία και ιστορικισμό. Ίσως η πιο χαρακτηριστική ανακοίνωση της ΝΔ είναι η ακόλουθη: «την ώρα που σε όλο τον κόσμο συζητούν για ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα, στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν μείνει κολλημένοι στα τρίκυκλα».

Τελικά αποδείχθηκε ότι αυτή η σύγκρουση δεν αποτελούσε κόλλημα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά αντίθετα, ερέθισε ανακλαστικά της (ακρο)δεξιάς τα οποία συνεχίζουν να καλλιεργούνται με ιδιαίτερη επιμέλεια στο εσωτερικό της κυβερνώσας παράταξης.

Ads

Η τότε τοποθετήσεις του Προέδρου και των στελεχών της ΝΔ αναδείκνυαν έναν αμετανόητο δαπίτικο κυνισμό, από αυτόν που αηδίασε όποιον δημοκρατικό φοιτητή έτυχε να ακούσει σε συνέλευση το αντίστοιχης αισθητικής, αντίληψης και φιλοσοφίας σύνθημα «Δαπάρα, Δαπάρα, γαμώ τον Τσε Γκεβάρα». Το ζήτημα του βαθέος κράτους, του παρακράτους και των διαφοροποιούμενων εκδοχών του θα ενοχλεί για πάντα μεσογειακές σαθρές δημοκρατίες, ιδιαίτερα την Ελληνική που στήριξε την ύπαρξή της στους «ηττημένους του 1945» οι οποίοι κλήθηκαν να στελεχώσουν τον κρατικό μηχανισμό.

Οι «Γκοτζαμάνηδες» δεν είναι απλά ένα τμήμα περιθωριακής πλέμπας. Είναι η ειδική task force που, όσο επαρχιώτικη κι αν εμφανίζεται, είναι αυτή που ακριβώς ταιριάζει στα διαχρονικά χαρακτηριστικά του νεοελληνικού κοινωνικού σχηματισμού.

Λοιπόν, το αν τον 17άρη και τον 25άρη, που έζησαν στην ηχώ της δολοφονίας Γρηγορόπουλου, που έζησαν μόνο κρίση, που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε ένα ιστορικό vacuum προσδοκιών, τους νοιάζει η δολοφονία του Λαμπράκη, φαίνεται να απασχολεί πολύ περισσότερο την δεξιά και τα ακροδεξιά της στηρίγματα απ’ ό,τι την αριστερά και τις δημοκρατικές δυνάμεις.

Η απόδειξη ήρθε από υπερήφανους Μακεδόνες της Καβάλας που δίνουν τον καλό αγώνα για την υπεράσπιση της μη παραχάραξης της ελληνικής ιστορίας. Το σχέδιο αλλαγής ονόματος της Δημοτικής Βιβλιοθήκης που τιμάται από το όνομα του Βασίλη Βασιλικού δεν προέκυψε εν κενώ.

Η δεξιά -όχι μόνο ως κυβέρνηση αλλά και ως αντίληψη, ως κουλτούρα και αισθητική- αφού θεώρησε πταίσμα το κάψιμο των Μυκηνών, αφού πλημμύρισε για πρώτη φορά στην ιστορία του τον Παρθενώνα, αφού θέλησε να διαλύσει μια ολόκληρη βυζαντινή αγορά για να περάσει το μετρό της Θεσσαλονίκης, αφού σπεκουλάρισε άνευ προηγουμένου με τους τάφους της Αμφίπολης διαδίδοντας ψέματα σχολικού περιεχομένου, έχει ως σχέδιο την εκρίζωση των στιβαρών δημοκρατικών πυλώνων του πολιτισμού του 20ου αιώνα. Γι’ αυτό εν μέσω πρωτοφανούς κρίσης αδιαφόρησε για τους καλλιτέχνες όλων των κλάδων.

Γι’ αυτό εκπαραθύρωσε πετυχημένους διευθυντές πολιτιστικών οργανισμών. Γιατί ως κουλτούρα, η ελληνική δεξιά έχει εμμονή με την αποδόμηση της καινοτομίας, της οικουμενικότητας και της σοβαρότητας στον τομέα του πολιτισμού. Γνωρίζει μόνο από ακίνδυνο σταριλίκι και από Λιγνάδηδες που φιλούν τη ρέπλικα του Παρθενώνα στην Επίδαυρο αφού έχουν φιλήσει τα πόδια των θρησκόληπτων προϊσταμένων τους. Αυτά συμπυκνώνει και το χουντοφασιστικής έμπνευσης νομοσχέδιο Λιβάνου-Πέτσα.

Ρητορικό καταλητικό ερώτημα: για πόσο ακόμα θα τους πονάει το «Ζ» που, μεταφρασμένο σε 22 γλώσσες, εξευτέλισε σε όλο τον πλανήτη το έρεβος του βαθέος κράτους τους και τους «Γκοτζαμάνηδες» που κατά καιρούς στρατολογούν για να το στηρίξουν ώστε να μην καταρρεύσει σε κρίσιμες ιστορικές περιόδους; Δεν χρειάζεται να ανοίξουν το στραβωμένο από την θρασύτητα στόμα τους για να μας απαντήσουν.

Την απάντηση θα την δώσουμε εμείς, οι εκατοντάδες χιλιάδες αναγνώστες του Βασίλη Βασιλικού από όλο τον κόσμο: για πολύ ακόμα. Αλληλεγγύη, λοιπόν, δίχως αστερίσκους στον Βασίλη Βασιλικό και τα έννομα δικαιώματά του Δ. Κουφοντίνα, άμεση απόσυρση του νομοσχεδίου λογοκρισίας της τέχνης και περιορισμού της ελεύθερης έκφρασης.

Υ.Γ.: Θα έχει πολλή πλάκα αν κατά τη συνήθη πρακτική της, η πλευρά Ερντογάν, στις διμερείς επαφές επικαλεστεί τον εν λόγω νόμο κατηγορώντας την ελληνική κυβέρνηση ότι καταπιέζει τους πολίτες της.