Ο Αλέξης Τσίπρας με καθαρό και τεκμηριωμένο τρόπο ζήτησε από τον περασμένο Δεκέμβριο εκλογές. Το έκανε γιατί τότε αποκαλύφθηκε η μεγάλη αλήθεια που η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκρυβε για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε την πανδημία, προκαλώντας χιλιάδες θανάτους που με μια άλλη πολιτική θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί.

Ads

Η αλήθεια αυτή αφορούσε στη μελέτη Τσιόδρα η οποία είχε κατατεθεί προ εξαμήνου στην κυβέρνηση και αποδείκνυε με επιστημονικό τρόπο αυτό που ο κ. Μητσοτάκης παρίστανε από το βήμα της Βουλής ότι δήθεν δεν γνώριζε.

Η μελέτη Τσιόδρα αποδείκνυε ότι η θνητότητα εκτός ΜΕΘ είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι εντός.

Η αλήθεια αυτή εξέθεσε ανεπανόρθωτα τον κ. Μητσοτάκη και τους υπουργούς του γιατί απέδειξε περίτρανα ότι σε ένα ζήτημα κυριολεκτικά ζωής και θανάτου, η υπεύθυνη για τη δημόσια υγεία κυβέρνηση έλεγε ψέματα. Επιμένοντας ότι είτε εντός είτε εκτός ΜΕΘ η θνητότητα ήταν ίδια.

Ads

Βοούν ακόμη στα αφτιά μας οι ηχηρές δηλώσεις Πέτσα περί «πεταμένων εκατομμυρίων αν η κυβέρνηση είχε ακούσει τον ΣΥΡΙΖΑ και εξόπλιζε περισσότερες ΜΕΘ». Όπως και οι αντιεπιστημονικές δηλώσεις Γεραπετρίτη ότι δήθεν η αύξηση των ΜΕΘ θα έφερνε περισσότερους νεκρούς.

Η στιγμή της αποκάλυψης της αλήθειας για τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση διαχειρίστηκε την υγειονομική κρίση ήταν κρίσιμη για τη χώρα και σωστά ο Αλέξης Τσίπρας την θεώρησε οριακή για την αλλαγή της μέχρι τότε στρατηγικής της στήριξης της κυβερνητικής προσπάθειας.

Γιατί η τακτική της απόκρυψης της αλήθειας από πλευράς κυβέρνησης έκανε τη χώρα να θρηνήσει χιλιάδες νεκρούς που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί, αν είχαν εξοπλιστεί και στελεχωθεί περισσότερες ΜΕΘ.

Από τότε μέχρι σήμερα ο κ. Μητσοτάκης, εκμεταλλευόμενος την υπεροπλία που τον εμφανίζουν να διαθέτει οι δημοσκοπήσεις των φιλικών στη κυβέρνηση ΜΜΕ και παριστάνοντας τον πρωθυπουργό που σέβεται τους θεσμούς, κάθε φορά που αναφέρεται στις εκλογές υπόσχεται ότι αυτές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας.

Η ενεργειακή κρίση και η ακρίβεια που οι πράξεις και κυρίως οι παραλείψεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη προκάλεσαν όμως, άλλαξαν το πολιτικό σκηνικό.

Η κυβερνητική αδράνεια, τα προσχήματα και η κωλυσιεργία που χαρακτηρίζουν τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση των ανατιμήσεων στο ρεύμα και τα καύσιμα από πλευράς κυβέρνησης οδήγησαν σε μεγάλη έκρηξη των τιμών. Με αποτέλεσμα η Ελλάδα να βρεθεί εξ αιτίας της ακρίβειας ανάμεσα στις χώρες με το μεγαλύτερο πληθωρισμό στην Ευρώπη.

Η συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι οι μόνες τρεις χώρες που δεν έλαβαν μέτρα ούτε για τον περιορισμό των ανατιμήσεων, ούτε και για τη μείωση της φορολόγησης στην Ευρώπη είναι οι πλούσιες Δανία και Λουξεμβούργο και μαζί με αυτές και η φτωχή Ελλάδα, εξόργισε τους Έλληνες.

Γιατί αποκάλυψε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν εκπροσωπεί τη μεσαία και την αδύναμη οικονομικά τάξη, αλλά την ολιγαρχία των καρτέλ της ενέργειας και των καυσίμων που θησαυρίζουν σε βάρος των Ελλήνων, οι οποίοι δεν μπορούν να βγάλουν ούτε το μήνα.

Αφού η μόνη πολιτική με την οποία η κυβέρνηση απάντησε στην ακρίβεια ήταν η επιδοματική. Η οποία δεν απευθύνονταν όμως στις τσέπες των καταναλωτών, αλλά στα ταμεία των καρτέλ της ενέργειας και των καυσίμων, στους οποίους τελικά καταλήγουν οι ισχνές επιδοτήσεις.

Το τελευταίο κυβερνητικό επιχείρημα ότι η ακρίβεια είναι διεθνής και εισαγόμενη και ότι η Ελλάδα υφίσταται μια κρίση για την οποία δεν μπορεί να κάνει τίποτε λόγω και του πολέμου στην Ουκρανία κατέρρευσε όταν έγινε γνωστό από τα διεθνή στοιχεία ότι η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις 3 ευρωπαϊκές χώρες με την ακριβότερη τιμή ρεύματος και καυσίμων.

Αν ήταν εισαγόμενη η ενεργειακή κρίση, όπως η κυβέρνηση ισχυρίζεται, οι ανατιμήσεις στην Ελλάδα θα ήταν ελεγχόμενες όπως στη Σκανδιναβία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία.

Το γεγονός ότι η Ελλάδα με τους χαμηλούς μισθούς έχει το ακριβότερο ρεύμα και την ακριβότερη βενζίνη ακόμη και από χώρες με
υψηλό επίπεδο ζωής, διέψευσε το κυβερνητικό αφήγημα και αποκάλυψε τις ευθύνες της κυβέρνησης Μητσοτάκη για όσα οι Έλληνες υφίστανται.

Η αποκάλυψη της αλήθειας για το ποιους εκπροσωπεί κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της ανοχής απέναντι σε μια κοινωνικά άδικη και κοινωνικά ανάλγητη κυβέρνηση.

Η συνειδητοποίηση ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη δίνει τα πάντα σε ελάχιστους και ψίχουλα στους πολλούς άλλαξε άρδην τα πολιτικά δεδομένα. Η οργή για την κυβέρνηση ξεχείλισε και η δυσαρέσκεια από την ενεργειακή και οικονομική της πολιτική έκαναν τον πρωθυπουργό να αλλάξει στρατηγική απέναντι στις εκλογές.

Το αφήγημα της εξάντλησης της τετραετίας ως αποτέλεσμα της δήθεν προσήλωσης του Μητσοτάκη στην τήρηση των θεσμών κατέρρευσε, καθώς οι πολιτικές σκοπιμότητες της εκμετάλλευσης, όσο ακόμη ισχύει, της ήδη εύθραυστης δημοσκοπικής υπεροχής και ο φόβος για έναν χειμώνα εκρηκτικό όσον αφορά στις λαϊκές αντιδράσεις, έκαναν τον πρωθυπουργό να σκέφτεται να προκηρύξει πρόωρες εκλογές το Σεπτέμβριο ή αργότερα τον Οκτώβριο.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αντί τώρα να επιδιώκει την εξάντληση της τετραετίας για να προκηρύξει εκλογές, προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τα όρια της εξάντλησης της υπομονής των εκλογέων. Τα οποία τοποθετούνται το αργότερο μέχρι αμέσως μετά το καλοκαίρι.

Αμέσως μετά δηλαδή την πρόσκαιρη ευεξία που θα προκαλέσει η τόνωση της οικονομίας από τον θερινό τουρισμό και λίγο πριν έρθουν οι φουσκωμένοι λογαριασμοί του φθινοπώρου.

Πρόκειται για ένα επικίνδυνο παιχνίδι με τον χρόνο, αφενός γιατί η διαχείριση των αναμενόμενων καλοκαιρινών πυρκαγιών, όπως και η Τουρκική αδιαλλαξία, είναι βέβαιο ότι θα επιδεινώσουν το πολιτικό κλίμα. Από την άλλη μεριά η παράταση της κυβερνητικής θητείας έστω και για λίγους μήνες μετά το φθινόπωρο μπορεί να αποβεί ολέθρια για την ήδη εύθραυστη κυβερνητική υπεροχή.

Ο παράγοντας ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και Αλέξης Τσίπρας και η αντεπίθεση που θα εξαπολύσουν παρουσιάζοντας ένα κυβερνητικό πρόγραμμα με κοινωνική ευαισθησία που θα φέρει την ελπίδα για μια καλύτερη ζωή στους απογοητευμένους πολίτες, είναι βέβαιο ότι θα γείρουν την πλάστιγγα υπέρ της πολιτικής αλλαγής το φθινόπωρο.

Όπως και να έχει, ο σχεδιασμός πρόωρων εκλογών δεν αντανακλά μόνο τον φόβο της εκλογική συντριβής από πλευράς κυβέρνησης.

Αποκαλύπτει με τον καλύτερο τρόπο τις πολιτικές σκοπιμότητες βάσει των οποίων πολιτεύτηκε και συνεχίζει να πολιτεύεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Με μόνο γνώμονας: «Τα καλά και συμφέροντα».