Το πρώτο μέρος της σκιαγράφησης του Στέλιου Στυλιανίδη για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης τελείωνε με την παρατήρηση ότι οι όποιες αλλαγές επιβλήθηκαν «από έξω» (Ε.Ο.Κ., διεθνής κατακραυγή του σκανδάλου της Λέρου, διεθνή ΜΜΕ) με τη συνδρομή ενός μικρού αριθμού επαγγελματιών ψυχικής υγείας, που χρησιμοποίησαν το «έξω» για να ασκήσουν πίεση στο εσωτερικό. Οι σημαντικές αλλαγές που έγιναν δεν ήταν το αποτέλεσμα ενός αυθεντικού, μαζικού κοινωνικού κινήματος, που θα έθετε σαν στόχο την αλλαγή του ασυλικού και βιο-ιατρικού παραδείγματος, όπως και της ριζικής αλλαγής του κοινωνικού αποκλεισμού και στιγματισμού των ψυχικά ασθενών. Στο σημερινό δεύτερο μέρος εξετάζονται οι αλλαγές που έγιναν και η σημερινή κατάσταση. 

Ads

Πολιτικό και Κοινωνικό Πλαίσιο

Ποια είναι όμως τα χαρακτηριστικά και τα δεδομένα της οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής και πολιτισμικής συγκυρίας σήμερα στην χώρα μας; Σε ποιο πλαίσιο εγκαλούμαστε να εφαρμόσουμε τις αρχές, την μεθοδολογία και τις τεκμηριωμένες γνώσεις και εμπειρίες που μας προτείνουν οι πιλοτικές εμπειρίες ψυχιατρικής μεταρρύθμισης του εξωτερικού και οι καλές πρακτικές, εμπλουτίζοντας ουσιαστικά τις προηγούμενες προτάσεις και δράσεις για την ολοκλήρωση της αποκαλούμενης ψυχιατρικής μεταρρύθμισης;

Πολύ σχηματικά, η ελληνική «ιδιαιτερότητα» χαρακτηρίζεται από μια βαθειά και εκτεταμένη – τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά – πολιτική και πολιτιστική καθυστέρηση της χώρας σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη, στον αποκαλούμενο αναπτυγμένο κόσμο. Η ελληνική κοινωνία, μετά την σύντομη διάψευση των οραμάτων για αλλαγή της αρχής της μεταπολίτευσης, κινήθηκε και κινείται μεταξύ μιας ουτοπίας της λογικής και του ορθού λόγου και μίας κυρίαρχης κουλτούρας κυνισμού, διαπλοκής, διαφθοράς και απάτης. Το άρρητο κοινωνικό συμβόλαιο που επικράτησε ήταν αυτό μιας σχεδόν καθολικής κοινωνικής συνενοχής ιδιωτικού πλουτισμού με κάθε μέσο, σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος.

Ads

Το «νομιμοποιητικό» όχημα της γενικευμένης αυτής ανομίας συγκροτήθηκε σταδιακά και συνεκτικά μέσα από αυτό που αποκαλούμε την «as if» (δήθεν) λειτουργία της ελληνικής κοινωνίας, όπου μέσα από ένα κομματικο-πελατειακό και πρωθυπουργικό σύστημα, όλοι δήθεν υπερασπίζονται το δημόσιο συμφέρον μέσα από δαιδαλώδεις γραφειοκρατικές διαδικασίες, ενώ στην πράξη το αντιστρατεύονται . Οι συντεχνίες, συμπεριλαμβανομένης της ιατρικής και ψυχιατρικής, βρίσκονται  και δρουν πέρα και πάνω από όποιο πολιτικό σχέδιο και στρατηγική εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης, συμβάλλοντας και ανατροφοδοτώντας έτσι τον φαύλο κύκλο της υπανάπτυξης, της κατοχύρωσης των όποιων κεκτημένων κάθε κοινωνικής ομάδας εις βάρος των άλλων, επιβάλλοντας έτσι ένα ιδιότυπο κοινωνικό δαρβινισμό. 

Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η δυσλειτουργία και καχεξία των θεσμών επηρέασε και τον χαρακτήρα των πιλοτικών εμπειριών της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην χώρα μας, στον βαθμό που από την γέννησή τους απέκτησαν έναν προσωποπαγή χαρακτήρα, σχετιζόμενο με τις ιδιαιτερότητες του κάθε ηγέτη. Μια τέτοια «ναρκισσιστική» λειτουργία των νέων αυτών θεσμών απομακρύνονταν από την συλλογική αναπαραγωγή ενός εναλλακτικού-δημοκρατικού μοντέλου στον χώρο της ψυχικής υγείας. 

Συνοψίζοντας τα ανωτέρω, θα λέγαμε ότι η σύγχρονη Ελληνική κοινωνία πάσχει πολύ περισσότερο από  πολιτιστικό και πολιτικό, παρά από οικονομικό έλλειμμα. Το «ανάδελφο» μεταπολιτευτικό κατασκεύασμά μας υποφέρει από ευδιάκριτα –ακόμα και στα μάτια ενός μη ειδικού- σύνδρομα: το «σύνδρομο του Κάϊν» από την μία, στο βαθμό που οι αμέτρητες θεωρίες συνομωσίας και η οργανωμένη παρανοειδής ερμηνευτική στάση ατόμων και ομάδων διαβρώνει τον υγιή ψυχισμό και την δημιουργικότητα, αναπαράγει καθημερινά μια αδελφοκτόνο διάθεση και πρακτική φθόνου και καταστροφικότητας και κατακερματισμού σε όλο το κοινωνικό πεδίο. Για όλα τα δεινά φταίνε οι άλλοι, ποτέ εμείς. Το «σύνδρομο του Τιτανικού» από την άλλη, αφού «ιλαρώς διαπλέομεν ωκεανόν», αγνοώντας επιδεικτικά το εμφανισθέν ενώπιων μας παγόβουνο.

Το Επιχειρησιακό και Διοικητικό Μέρος της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης

Το ελληνικό σύστημα υγειονομικής φροντίδας χαρακτηρίζεται από τη συνύπαρξη του (θεσμοθετημένου το 1983) Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ), της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης και ενός εθελοντικού ιδιωτικού συστήματος ασφάλισης υγείας. Προβλέπει καθολική κάλυψη στον πληθυσμό καθώς βασίζεται στις αρχές της ισότητας, των ίσων ευκαιριών πρόσβασης στις υπηρεσίες για όλους και στην κοινωνική συνοχή. Οι ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές υπάγονται σε δύο διαφορετικούς νόμους, ανάλογα με το έτος ιδρύσεώς τους [ν.235/2000  (υπό αναστολή), ν.517/91], οι οποίοι προβλέπουν διαφορετικές προϋποθέσεις λειτουργίας, δημιουργώντας έτσι σοβαρό θεσμικό πρόβλημα. 

Το σύστημα υγείας διέρχεται συνεχείς φάσεις μεταρρύθμισης, στο χώρο της Π.Φ.Υ., στους τομείς της περιφερειακής διοίκησης, στον τομέα της αποκέντρωσης, της οργάνωσης και χρηματοδότησης της νοσοκομειακής φροντίδας με επαναλαμβανόμενες αποτυχίες.

Η διαδικασία της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης έλαβε επιχειρησιακή μορφή μέσω της εκπόνησης του προγράμματος «Ψυχαργώς» Ι και ΙΙ.  Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι, εκτός από λίγες περιπτώσεις (βλ. το Πρόγραμμα Άμεσης Υποστήριξης ΨΝΑ “Δρομοκαΐτειο” το 2000), η ίδρυση και η έναρξη λειτουργίας των μονάδων που προέβλεπαν τόσο ο κανονισμός 815/84 και οι επόμενοι, όσο το πρόγραμμα “Ψυχαργώς” χρηματοδοτήθηκαν σε ένα ποσοστό (έως 75% για το start up, δηλαδή τις υποδομές και τον εξοπλισμό καθώς και τα λειτουργικά έξοδα για ένα ή ενάμιση έτος) από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

 Αυτό είχε ως συνέπεια, μεταξύ άλλων, να υπερέχει η δέσμευση για υλοποίηση έργων στο πλαίσιο της εφαρμογής των συμφωνημένων πρωτοκόλλων έτσι όπως αυτά έγιναν συγκεκριμένα σε διάφορα Επιχειρησιακά Προγράμματα (“Καταπολέμηση του αποκλεισμού από την αγορά εργασίας”, “Υγεία-Πρόνοια”) έναντι της ωριμότητας των stakeholders να υιοθετήσουν και να προωθήσουν τη μεταρρύθμιση. Μεταξύ άλλων, στα αποτελέσματα  θα μπορούσε να συμπεριληφθεί η ποιότητα των μονάδων που ιδρύθηκαν (υπό την πίεση της τήρησης χρονοδιαγραμμάτων) αλλά και η ευόδωση των αντιδράσεων που οδήγησαν στην αποτροπή ίδρυσής τους (π.χ. αντιδράσεις τοπικής κοινότητας στην εγκατάσταση των Οικοτροφείων ΨΚΑ).

Κομβικό ζήτημα στη νέα οργάνωση των υπηρεσιών θεωρήθηκε η ψήφιση του νόμου 2716/99 «Aνάπτυξη των υπηρεσιών ψυχικής υγείας και άλλες διατάξεις» όπως και η τομεοποίηση της χώρας και η συγκρότηση των Τομεακών Επιτροπών Ψυχικής Υγείας (Τ.Ε.Ψ.Υ.) που θα πρέπει να λειτουργούν σύμφωνα με όσα περιγράφονται στο νόμο. Αυτό που νομίζουμε πως χρειάζεται να επισημανθεί είναι ότι τόσο η ψήφιση του νόμου 2716/99 (για πρώτη φορά ψηφίζεται αυτοτελής νόμος για την ψυχική υγεία) όσο και η τομεοποίηση μαζί με τον ορισμό των ΤΕΨΥ/ΤΕΨΥΠΕ συνιστούσαν υποχρεώσεις της χώρας έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρά αποτέλεσμα μείζονων εσωτερικών διεργασιών.

Πολλά άρθρα του νόμου 2071/92 αφορούν την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ψυχικά ασθενών και την εναρμόνιση του νομικού πλαισίου της ψυχιατρικής πρακτικής με τα σύγχρονα επιστημονικά επιτεύγματα και για τους λόγους αυτούς αποτελεί μία σημαντική αναφορά. Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του νομικού και θεσμικού πλαισίου θα έχει ο νόμος 4074/12 που αποτελεί την κύρωση από πλευράς Ελλάδας της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία και του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου. Ο νόμος αυτός, που έχει αυξημένη ισχύ καθώς αποτελεί κύρωση διεθνούς σύμβασης, θα καθορίσει ζητήματα όπως η δυνατότητα στέρησης της ελευθερίας και άρα η ακούσια νοσηλεία ατόμων με αναπηρία, η συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία στην λήψη αποφάσεων, η παρακολούθηση και δυνατότητα καταγγελίας παραβιάσεων των δικαιωμάτων ατόμων με ψυχική ή άλλη αναπηρία. Το ουσιαστικό πρόβλημα στην χώρα μας είναι το ότι δεν υπάρχει στην ουσία μηχανισμός παρακολούθησης και ελέγχου εφαρμογής των νόμων.

Από την έναρξη της μεταρρύθμισης μέχρι σήμερα έγιναν πολλές και σημαντικές αλλαγές που δεν πρέπει να υποβαθμισθούν.

Με το πέρας της φάσης Ψυχαργως Β, συγκροτήθηκε Ομάδα Εργασίας η οποία ανέλαβε την εκπόνηση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης Ψυχαργως Γ (2011-2020) το οποίο επανατοποθετούσε το όραμα και το στρατηγικό σχεδιασμό της συνέχισης της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης τόσο στους ενήλικες όσο και στα παιδιά και τους εφήβους. Ωστόσο, εν μέσω μνημονιακών πολιτικών ήταν αδύνατον να εκπονηθεί επιχειρησιακό σχέδιο αλλαγής των ελλειμμάτων και στρεβλώσεων της προηγουμένης περιόδου. 

Η συστηματοποίηση της εξωτερικής αξιολόγησης του Δημοσίου Συστήματος Ψυχικής Υγείας ξεκινά με την Εκ των Υστέρων (ex post) Αξιολόγηση (2009 – 2010) η οποία συνεχίζει με την Αξιολόγηση (on going) κατά τη διάρκεια της εφαρμογής της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης. 

Ενδιαφέρον έχει ότι στις εισαγωγικές παρατηρήσεις της Έκθεσης Αξιολόγησης κατά την διάρκεια (on going) της εφαρμογής του Εθνικού Σχεδίου δράσης «ΨΥΧΑΡΓΩΣ» από το 2011 μέχρι το 2015 (2013) αναφέρεται: «Η κατάσταση είναι ίδια με αυτή που παρουσιάστηκε κατά την προηγούμενη αξιολογητική περίοδο (μέχρι 31/12/2011), καθώς διαφορές μικρής κλίμακας έχουν πραγματοποιηθεί, οι οποίες όμως δεν αποτελούν υλοποίηση συγκεκριμένου επιχειρησιακού σχεδιασμού και επίσης δεν έχουν επηρεάσει την εικόνα που παρουσιάζει το σύστημα παροχής υπηρεσιών ΨΥ».

Ενδεικτικά αναφέρουμε την παρακάτω SWOT analysis που δημοσιεύθηκε στην ανωτέρω Έκθεση: 

(Πατήστε επάνω στις εικόνες)

image

image

Ο λόγος που έχει αναπτυχθεί από τους άμεσα εμπλεκόμενους σε όλη τη διαδρομή της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας,  περιγράφεται σχηματικά σε τέσσερις άξονες: 

Α) Ο τεχνοκρατικός λόγος που υποβαθμίζει την μεταρρυθμιστική προσπάθεια από σύνθετο επιστημονικό, κοινωνικό και οργανωσιακό θέμα σε ζήτημα καθαρά διαχειριστικό (λογική τρόικα και ΥΥΚΑ) 

Β) Αυτός που εκφράζει το αυστηρό δύσκαμπτο βιοϊατρικό μοντέλο κυρίως συντηρητικής ιδεολογίας

Γ) Ο δογματικός αριστερός λόγος περί χειραφέτησης, χωρίς ουσιώδη επιστημονικά επιχειρήματα που καταλήγει στον μηδενισμό, π.χ. ή όλα ή τίποτα, όλες οι ΜΚΟ είναι φορείς ιδιωτικοποίησης, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν βοηθάει την μεταρρύθμιση, αλλά μόνο την εμπέδωση νεοφιλελεύθερων πολιτικών κοκ.

Δ) Ένας άλλος μεταρρυθμιστικός λόγος, που σχηματικά ανήκει στο χώρο της Αριστερής Σοσιαλοδημοκρατίας, ταυτίστηκε με το σύνολο του ανολοκλήρωτου μεταρρυθμιστικού εγχειρήματος στη χώρα. 

Παράγοντες και Προϋποθέσεις για την οργάνωση Καλύτερων Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας

 Ο ολοκληρωτικός μετασχηματισμός του παραδοσιακού βιο-ιατρικού προτύπου περίθαλψης σε ένα πλήρες δίκτυο κοινοτικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας είναι μια πολύπλοκη, ιστορικά και κοινωνικά καθοριζόμενη, διαδικασία, η έκβαση της οποίας καθορίζεται από πολλούς παράγοντες και παραμέτρους:

 Σ’ αυτούς περιλαμβάνονται η πολιτική βούληση, η ύπαρξη ενός εθνικού στρατηγικού σχεδίου που να επικαιροποιείται περιοδικά, η ανάδυση ενός οράματος αλλαγής και ενός κοινωνικού κινήματος που θα υπερβαίνει τις πολυάριθμες αντιστάσεις, η ορθολογική και αποτελεσματική διάθεση των χρηματοοικονομικών, υλικών και ανθρώπινων πόρων, η διαρκής παρακολούθηση, έλεγχος και αξιολόγηση της διαδικασίας. 

Παράλληλα, δεν μπορούμε να αγνοούμε την αναγκαιότητα των ακόλουθων ενεργειών: της ανοικτής διαβούλευσης μεταξύ των εμπλεκομένων (όπως οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, οι σύλλογοι οικογενειών και χρηστών υπηρεσιών ψυχικής υγείας, η πολιτική ηγεσία των συναρμόδιων Υπουργείων, η Τοπική Αυτοδιοίκηση), της εγκαθίδρυσης μηχανισμών συνηγορίας υπέρ των δικαιωμάτων των ψυχικά πασχόντων, της ενδελεχούς έρευνας των αναγκών του γενικού πληθυσμού και της αξιολόγησης της λειτουργίας και των στόχων των υπηρεσιών, την δικτύωση των υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, των κοινωνικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών ψυχικής υγείας. 

Πέρα από τις ενέργειες σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, είναι ευθύνη των ειδικών ψυχικής υγείας να μεριμνήσουν για την δημιουργία, αξιολόγηση και διάδοση θεραπευτικών οδηγιών και πρωτοκόλλων, να ενεργοποιήσουν την ευρηματικότητα του συστήματος απέναντι σε νέες ανάγκες και αιτήματα, το συνδυασμό και την απαρτίωση στην καθημερινή πρακτική της πρόληψης, της θεραπείας, της φροντίδας και της αποκατάστασης. 

Η Μετέωρη Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα  του σήμερα

Ας απαριθμήσουμε ενδεικτικά μια σειρά από ελλείψεις, αντιφάσεις και συνειδητές παλινωδίες του όλου ψυχιατρικού συστήματος απέναντι στην συνολική ανάγκη θέσπισης ορθολογικών κανόνων και διαδικασιών για την θετική έκβαση του μεταρρυθμιστικού εγχειρήματος. 

Η κομματική και πελατειακή λογική και η επικρατούσα κουλτούρα άτυπων δικτύων διαφθοράς και διαπλοκής και των δυο κομμάτων εξουσίας προώθησαν λογικές ανορθολογικής διάθεσης πόρων χωρίς στόχευση. Αυτό είχε ως επακόλουθο μία σειρά αρνητικών επιδράσεων: ακύρωση στην πράξη της εξειδίκευσης και της συνεχούς εκπαίδευσης του αναγκαίου για τη μεταρρύθμιση ανθρώπινου δυναμικού, αντίσταση στη διάθεση επαρκών εθνικών πόρων (εκτός των χρηματοδοτήσεων από την Ε.Ε.), σχεδόν καθολική αντίσταση σε επιδημιολογικές μελέτες στο γενικό πληθυσμό  και μελέτες λειτουργίας και προσαρμογής των υπηρεσιών στις μεταβαλλόμενες ανάγκες ψυχικής υγείας του πληθυσμού, μη θέσπιση κατευθυντήριων οδηγιών για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών και συνεπώς τη συστηματική παρακολούθηση και αξιολόγησή τους, αντίσταση στην προαγωγή σε κοινοτικό επίπεδο μιας κουλτούρας συνέργειας, δικτύωσης και συμπληρωματικότητας μεταξύ των φορέων. 

Η πενταετία 2004-2009 κυριολεκτικά υπερέβη κάθε προσδοκία ανομίας, προχειρότητας και καταστροφικότητας των «μη ημέτερων» ομάδων και υπηρεσιών, σε βαθμό που προκάλεσε την παρέμβαση θεσμικών οργάνων όπως ο Συνήγορος του Πολίτη και βέβαια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Η ηθική και δεοντολογική βάση της επιχειρούμενης αλλαγής παρέμεινε για χρόνια σαθρή, στο βαθμό που οι όποιες επίσημες ετήσιες αναφορές των ανεξάρτητων αρχών προστασίας των δικαιωμάτων των ψυχικά πασχόντων παρέμειναν ανενεργές στα γραφειοκρατικά γρανάζια του Υπουργείου Υγείας. 

Σημειωτέον ακόμα, ότι η συνηγορία και η ενδυνάμωση των οικογενειών και των χρηστών υπηρεσιών ψυχικής υγείας αποτελεί μάλλον μια περιθωριακή δράση για το σύνολο σχεδόν της επιστημονικής κοινότητας (χρησιμοποιείται μάλλον σαν «δημοκρατικό άλλοθι» παρά ως μια απαραίτητη ηθική και επιστημονική τεκμηρίωση της ψυχιατρικής πρακτικής). Σκανδαλώδης τέλος είναι αύξηση των ψυχιατρικών νοσηλειών με εισαγγελική εντολή, που ξεπερνά το 53% του συνόλου των εισαγωγών σε ψυχιατρικά τμήματα ή νοσοκομεία. Όλα αυτά τα δεδομένα συνθέτουν μια μάλλον γκρίζα εικόνα της εικοσάχρονης μετέωρης μεταρρύθμισης (1989-2010). 

Είναι διεθνώς τεκμηριωμένο ότι οι επιπτώσεις της φτώχειας, της ανεργίας και του χαμηλού μορφωτικού επιπέδου αυξάνουν σημαντικά τη συχνότητα των ψυχικών διαταραχών. Ακόμα, διευρύνουν εντυπωσιακά το χάσμα μεταξύ επικράτησης και θεραπευόμενης επικράτησης των ψυχικών διαταραχών, ενώ παράλληλα επιβαρύνουν καθοριστικά τις εκβάσεις τους, μειώνουν την παραγωγικότητα και ενισχύουν τον φαύλο κύκλο του κοινωνικού αποκλεισμού (άστεγοι, παραβατικότητα, αύξηση χρήσης ουσιών, αποδόμηση κοινωνικών δικτύων, χαμηλή αυτοεκτίμηση μέσα από μακροχρόνια ανεργία και χρέη, απόσυρση-απόρριψη από την κοινωνία κ.λπ.).

 Ένα βασικό «παράδοξο» που παρατηρούμε, λοιπόν στην ελληνική κοινωνία, είναι ότι παρά τις ως άνω συνθήκες δημοσιονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης που σχετίζονται άμεσα με τις ψυχικές διαταραχές, το κράτος πρόνοιας και μαζί με αυτό οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας αποδομούνται σχεδόν πλήρως, με αυτονόητες συνέπειες στην όποια εναπομένουσα κοινωνική συνοχή. 

Ζούμε δηλαδή την τραγωδία του αυτονόητου ανεστραμμένη: είναι άλλο πράγμα να επιβάλλονται, ακόμα και με σκληρό τρόπο, αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για την ορθολογική λειτουργία της χώρας και των θεσμών της και εντελώς διαφορετικό πράγμα να επιβάλλεται η αποδόμηση του ήδη ευάλωτου κοινωνικού ιστού. 

«Οι Προκλήσεις του Μέλλοντος μας»

Η αντιμετώπιση των χρονίων προβλήμάτων μας σαν κοινωνία, ιδιαίτερα εκείνων που χαρακτηρίζονται από μια διαγνωσμένη δομή παθογένειας και παράγουν προβλέψιμα καταστροφικά αποτελέσματα, δείχνει τη στάση μας απέναντι όχι μόνο στον Ενεστώτα αλλά και στον Μελλοντικό χρόνο. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Χ.Τσούκας «Κατά πόσο θεωρούμε ότι μπορούμε να επηρεάσουμε το μέλλον σύμφωνα με τις αξίες μας, ή αντίθετα επικεντρώνουμε ευδαιμονιστική τις προσπάθειες μας  στην καιροσκοπική ικανοποίηση τρεχουσών αναγκών.» Η ανικανότητα μας ως οργανωμένη κοινωνία να δρούμε στρατηγικά περιορίζοντας τον αυθεντικό συντηρητισμό της διάχυτης καχυποψίας, θεωριών συνομωσίας, της υπερβολής και της σχηματικότητας, δίνει προβάδισμα στην ευδαιμονιστική – επιβιωτική αντίληψη της ζωής, Οι εκφάνσεις αυτής της κυρίαρχης αντίληψης της εδώ και τώρα ικανοποίησης των αναγκών και αιτημάτων μας κάνουν να παραιτούμαστε από το να επηρεάσουμε καθοριστικά το συλλογικό μας μέλλον. Οι συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες θέλουν να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη των συντεχνιών τους, οι πολιτικάντηδες να επανεκλεγούν, οι διαπλεκόμενοι επιχειρηματίες να αρμέξουν το κράτος. 

Η πλήρης επικράτηση της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας των αγορών και των μνημονιακών πολιτικών, οδήγησε στην κατάρρευση του κοινωνικού κράτους, της δημόσιας υγείας και συνεπώς των σημαντικότερων επιτευγμάτων της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Το ερώτημα που τίθεται στη σημερινή συγκυρία είναι επιτακτικό: Μπορούμε άραγε να αλλάξουμε;

Πώς μπορεί ένα σύγχρονο κράτος να ανταποκριθεί, σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης των αγορών, στις τεράστιες ανάγκες και στα νέα αιτήματα υγείας, ψυχικής υγείας και κοινωνικής φροντίδας από νέες, κοινωνικά αποκλεισμένες κοινωνικές ομάδες, όταν η πολιτική του καθορίζεται από ένα εχθρικό νεοφιλελεύθερο πλαίσιο επιθετικής και άνομης επιχειρηματικότητας; Πώς μπορεί να στηριχθεί η συνέχιση και ενδυνάμωση της καταρρέουσας ψυχιατρικής μεταρρύθμισης και η ολιστική αντιμετώπιση των αναγκών των ατόμων με σοβαρές ψυχικές διαταραχές; Ιδίως όταν δεν ενισχύονται πολιτικά και οικονομικά καινοτόμες εμπειρίες κοινωνικής επιχειρηματικότητας, πιλοτικές καλές πρακτικές με θετικό πρόσημο κόστους/αποτελεσματικότητας σε σχέση με την κοινωνική επανένταξη ευπαθών ομάδων πληθυσμού;

Πώς μπορεί να κινητοποιηθεί ένα  νέο πολύτιμο κοινωνικό και πολιτιστικό κεφάλαιο της χώρας μέσα από ένα διογκούμενο κενό καταναλωτισμό, κυριαρχίας του κέρδους μέσα από άκρατο ανταγωνισμό, εγωισμό, ατομικισμό, ανομία, αλλοτρίωση συνειδήσεων για διασφάλιση μιας ρευστής και ανασφαλούς θέσης εργασίας, μπροστά στον παραλυτικό φόβο μιας απειλητικής μακροχρόνιας ανεργίας;

Είναι προφανές ότι κάθε μεταρρυθμιστική απόπειρα στην χώρα μας, συμπεριλαμβανομένης  και της ψυχικής υγείας, περνά μέσα από μια βασανιστική διαδικασία κριτικού προσανατολισμού, αναστοχασμού της πραγματικότητας τόσο σε ατομικό όσο σε συλλογικό επίπεδο, μέσα από την ανάδυση ενός  οράματος, μιας «συγκεκριμένης ουτοπίας», ικανής να δημιουργήσει μια νέα αφήγηση, να δίνει την αίσθηση ότι μπορούμε να ορίσουμε ξανά τις τύχες μας, να αναδύσει νέα νοήματα, να προσφέρει ένα συνεκτικό πλαίσιο σκέψης και επένδυσης στην ελπίδα.

Ως επαγγελματίες ψυχικής υγείας, είναι σημαντικό να υπερβούμε την παραλυτική εσωστρέφειά μας, αποτέλεσμα πολλαπλών ματαιώσεων και συσσωρευμένης απογοήτευσης για το μετέωρο βήμα της αποκαλούμενης «μεταρρύθμισης». Ακόμα, πρέπει να δούμε την ευρωπαϊκή πραγματικότητα και τους θεσμούς της όχι μόνο ως πηγή χρηματοδότησης και υποκατάστασης του φθαρμένου ελληνικού κράτους, αλλά ως πεδίο προκλήσεων, ανταλλαγών, τεχνογνωσίας.

 Οφείλουμε να δημιουργήσουμε ένα κοινό όραμα αλλαγής σε μια Ευρώπη κοινωνικής αλληλεγγύης και συνοχής. Είναι σημαντικό επίσης, να μη σκεφτόμαστε μονοδιάστατα το πρόβλημα της δημόσιας ψυχικής υγείας με όρους διεκδίκησης και καταγγελίας του αναξιόπιστου κράτους, αλλά ΚΑΙ να προωθούμε νέου τύπου συνέργειες, καινοτομίες, δικτύωση με φορείς και άτομα που δεν ανήκουν μόνο στον κλειστό χώρο της  ψυχικής υγείας.

Πρέπει να αξιοποιήσουμε αυτό που αποκαλούμε ρουτίνα της κλινικής πρακτικής, επανάληψη, επαγγελματική εξουθένωση του προσωπικού των μονάδων ψυχικής υγείας, μέσα από νέες ιδέες και γνώσεις σε αυτό πού ορίζει ο μεγάλος κριτικός της τέχνης Arthur Danto ως «μεταμόρφωση του κοινότοπου». Μπορούμε να περάσουμε στη συλλογική διεκδίκηση, και με άλλες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, στην πραγμάτωση ενός νέου κοινωνικού κράτους που να δημιουργεί ένα πλαίσιο για ανάπτυξη ίσων δυνατοτήτων και ευκαιριών σε όλους τους πολίτες, στον εξορθολογισμό, την εξυγίανση και την ποιοτική αναβάθμιση των υφισταμένων υπηρεσιών, τη σύνδεση ανάπτυξης μιας νέας δομής κοινωνικού κράτους με την εκπαίδευση, την αξιολόγηση, την  στοχευμένη λειτουργία, την  οικονομική ανάπτυξη, την αναγκαία αλλαγή της πολιτικής και θεσμικής διαδικασίας.

*Στέλιος Στυλιανίδης, Καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής Παντείου Πανεπιστημίου, Ψυχίατρος – Ψυχαναλυτής, Επιστημονικός Διευθυντής της Μ.Κ.Ο. Ε.Π.Α.Ψ.Υ.