Με δεδομένη τη διάχυτη ανησυχία για την εξέλιξη της πανδημίας του COVID-19, οι στατιστικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης δίνουν μια καλή εικόνα που απαντά σε πολλά ερωτήματα για τον απολογισμό του τι έχει συμβεί, ποιες οι επιδόσεις και ποιες οι δυνατότητες των διαφόρων Συστημάτων Υγείας να αντιμετωπίσουν την θανατηφόρο πανδημία και ποια τα δυνατά και ποια τα αδύνατα σημεία κάθε Ευρωπαϊκού κράτους, όσον αφορά στην ανταπόκρισή του στην υγειονομική απειλή.

Ads

Με μεγάλη απογοήτευση λοιπόν διαπιστώνει κανείς ότι η Ελλάδα είναι ουραγός σε μια σειρά από κρίσιμους δείκτες που σχετίζονται με την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και των συνεπειών της.

Από μια άποψη λογικό, αν ανατρέξει κανείς στην δεκαετή σκληρή λιτότητα που επιβλήθηκε στη χώρα μας λόγω δημοσιονομικού εκτροχιασμού.

Από μια άλλη πάλι πλευρά όχι, καθώς είχαμε και εξακολουθούμε να έχουμε τις δυνατότητες βελτίωσης συγκεκριμένων δεικτών, αλλά δεν εκμεταλλευτήκαμε τις ευκαιρίες, γιατί οι προτεραιότητες της ελληνικής κυβέρνησης ακόμη και μέσα στην πανδημία, ήταν η επένδυση στην επικοινωνία, στην προπαγάνδα και στην εικόνα της, καθώς και η χρηματοδότηση φιλικών της οικονομικών συμφερόντων.

Ads

Σε αυτό το τελευταίο σημείο της μη ανταπόκρισης στις ευκαιρίες βελτίωσης της κατάστασης, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν οι αντικειμενικές δυνατότητες, σαφές είναι ότι η ευθύνη βαραίνει αποκλειστικά την κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Ανατρέχοντας λοιπόν στις επίσημες Ευρωπαϊκές στατιστικές, διαπιστώνεται ότι είμαστε ουραγοί στη στελέχωση και τον εξοπλισμό του Εθνικού Συστήματος Υγείας, στο πλήθος και τη συχνότητα των διαγνωστικών τεστ που κατά ισχυρή σύσταση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας πρέπει να εκτελούνται στον πληθυσμό, προκειμένου να παρακολουθείται η εξάπλωση της νόσου, καθώς και στα οικονομικά μέτρα που η κυβέρνηση έλαβε, προκειμένου να αντιμετωπίσει την επερχόμενη ύφεση της οικονομίας και την ανεργία, ως αποτέλεσμα του παρατεταμένου lock down που προκάλεσε η πανδημία.

Δεν είμαστε τελευταίοι, αλλά σε σχετικά καλή θέση, συγκρινόμενοι με την Δυτική Ευρώπη, στο πλήθος των κρουσμάτων που έχουν διαγνωστεί και στον αριθμό των θανάτων από την πανδημία.
Ακόμη και αυτή η καλή επίδοση της χώρας όμως διαφημίστηκε υπερβολικά από τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ και με αποπροσανατολιστικό τρόπο, αφού δεν αποδόθηκε στους πραγματικούς γεωγραφικούς και οικονομικούς λόγους στους οποίους οφείλεται και εξ αιτίας των οποίων συνέβη.

Αντίθετα, προβλήθηκε ψευδώς σαν η μεγάλη επιτυχία της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού, ως αποτέλεσμα της δήθεν έγκαιρης και αποφασιστικής επιβολής περιοριστικών μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης, τη στιγμή που η αυτονόητη αυτή κίνηση πάρθηκε καθ’ υπόδειξη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, από όλες ανεξαιρέτως τις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις και νωρίτερα από εμάς.
 
Η αλήθεια για την εξάπλωση της νόσου

Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα ένα-ένα.

Ας ξεκινήσουμε από την καλή επίδοση της Ελλάδας όσον αφορά στην εξάπλωση της πανδημίας κι ας ρίξουμε μια ματιά στον χάρτη της Ευρώπης, συνδυάζοντας την εξάπλωση της νόσου και τον αριθμό των θανάτων αφενός, με τη γεωγραφική θέση των κρατών και τον βαθμό οικονομικής ανάπτυξης καθενός, αφετέρου.

Ακόμη κι ένα μικρό παιδί θα διαπίστωνε ότι η Δυτική Ευρώπη εμφανίζει πολύ μεγάλους αριθμούς κρουσμάτων και αντίστοιχα μεγάλους αριθμούς θανάτων από τον κορωνοϊό, σε αντίθεση με τη λιγότερο αναπτυγμένη οικονομικά Ανατολική Ευρώπη, η οποία έχει μέτρια έως χαμηλή εξάπλωση της νόσου και μικρούς αριθμούς θανάτων, όπως ακριβώς συνέβη και με την Ελλάδα.

Λες και ξαναγεννήθηκε το Σιδηρούν Παραπέτασμα από τη Σκανδιναβία μέχρι την Βαλκανική και χώρισε ξανά την Ευρώπη στα δύο.

Η εξήγηση είναι λογική, καθώς η οικονομική και συγκεκριμένα η βιομηχανική, η εμπορική και τουριστική ανάπτυξη της Δ. Ευρώπης και κυρίως η διεθνής καθημερινή κινητικότητά της, μέσω των μεγάλων διεθνών αεροδρομίων της που τη συνδέουν με όλα τα μέρη της γης, ευθύνονται για την πολύ πρώιμη, από τον Ιανουάριο ακόμη και σε μεγάλο βαθμό, με πολλά εισαγόμενα κρούσματα, μετάδοση της νόσου στις χώρες αυτές.

Αντίθετα, στην Α. Ευρώπη και στην Ελλάδα, η πρώτη εισαγωγή κρουσμάτων έγινε πολύ αργότερα, στα τέλη Φεβρουαρίου και σε πολύ μικρότερους αριθμούς κρουσμάτων, τα οποία μάλιστα εισήχθησαν από χώρες της Δ. Ευρώπης.
 
Η αλήθεια για τα περιοριστικά μέτρα

Έτσι, όταν όλες οι χώρες σχεδόν συγχρόνως, στα μέσα Μαρτίου, μετά τις σχετικές οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, έλαβαν την απόφαση του lock down, η εξάπλωση της νόσου είχε ήδη προχωρήσει και είχε πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις στις χώρες της Δ. Ευρώπης, αφού είχαν παρέλθει ήδη περισσότεροι από 2 μήνες από την πρώτη εμφάνιση κρουσμάτων, κατά τη διάρκεια των οποίων η νόσος μεταδίδονταν χωρίς περιορισμό.

Ενώ αντίθετα, στην Α. Ευρώπη, που είχαν μεσολαβήσει μόλις 2-3 εβδομάδες μεταξύ πρώτης εμφάνισης κρουσμάτων και λήψης περιοριστικών μέτρων, η ανάσχεση της πανδημίας ήταν πολύ ευκολότερη.

Αξίζει και εδώ να αποκαλυφθεί ένα ακόμη ψέμα της κυβέρνησης, αφού η Ελλάδα ξεκίνησε το lock down κατά 1 – 2 εβδομάδες αργότερα σε σχέση με αρκετέ από τις χώρες που εμφάνισαν μεγάλη εξάπλωση και συγκεκριμένα στις 23 Μαρτίου, ενώ όπως είναι γνωστό στις εκκλησίες τα μέτρα επιβλήθηκαν ακόμη πιο αργά.
 
Το πρώτο ψέμα

Καταρρέει έτσι και ο μύθος της έγκαιρης, δήθεν, επιβολής μέτρων από πλευράς ελληνικής κυβέρνησης.

Άλλες ήταν οι αιτίες στις οποίες οφείλεται η μικρή εξάπλωση της νόσου στην Ελλάδα και κακώς συγκρινόμαστε με την Ιταλία, την Ισπανία ή τη Γαλλία, που η πανδημία εξαπλώθηκε λόγω των εντελώς διαφορετικών οικονομικών και αναπτυξιακών συνθηκών.

Αυτή είναι η αλήθεια για τη χαμηλή εξάπλωση του COVID-19 στην Ελλάδα, στη Βαλκανική και στις λοιπές χώρες της Α. Ευρώπης.

Όλα τα άλλα, για την ελληνική κυβέρνηση που δήθεν με αυτοθυσία πήρε πρώτη μέτρα και για τον Μωυσή που διέσχισε την Ερυθρά Θάλασσα για να περάσει απέναντι τον περιώνυμο λαό του είναι καθαρή διαστρέβλωση της αλήθειας, που οφείλεται στην ανταπόδοση των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ στις απλόχερες παροχές που η κυβέρνηση Μητσοτάκη τους μοίρασε, εν μέσω πανδημίας, αντί με αυτά τα εκατομμύρια Ευρώ να ενισχύει το ελλειμματικό ΕΣΥ.

Κοινώς όλα αυτά είναι ψέματα για εσωτερική κατανάλωση, τα οποία τροφοδοτούν μια πρωτοφανή, για δημοκρατικό πολίτευμα, κυβερνητική προπαγάνδα, η οποία, όπως διαβάζουμε στον γερμανικό τουλάχιστον τύπο, ενόχλησε ακόμη και τους Γερμανούς.
 
Το δεύτερο ψέμα

Αλλά και αυτός ο μικρός αριθμός των κρουσμάτων που η ελληνική κυβέρνηση δημοσιεύει καθημερινά και αυτός ακόμη δεν είναι αληθινός, καθώς είναι ισχυρά υποεκτιμημένος.

Κι αυτό γιατί η Ελλάδα, όπως ενημερωνόμαστε από τις Ευρωπαϊκές λίστες κατάταξης των χωρών, είναι η προτελευταία χώρα στην Ευρώπη, με τελευταία την Βουλγαρία, όσον αφορά το πλήθος των διαγνωστικών τεστ που έχει διεξάγει στον πληθυσμό. Με μόλις 10 τεστ ανά 1000 κατοίκους, τη στιγμή που το Λουξεμβούργο έχει διεξάγει 90, η Λιθουανία 70, η Δανία 60, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία 55, το Βέλγιο 45, η Ισπανία 35, η Γερμανία 33, η Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο 30 και η τελευταία Βουλγαρία 8,5.

Το συμπέρασμα αυτής της στατιστικής είναι ότι η Ελλάδα, εφόσον δεν διεξάγει δειγματοληπτικά τεστ στον γενικό πληθυσμό, παρά μόνον ελάχιστα και αυτά εντοπισμένα σε όσους φτάνουν μέχρι το νοσοκομείο και μάλιστα σε βαριά κατάσταση και με ύποπτα συμπτώματα, βαδίζει εντελώς στα τυφλά όσον αφορά στην εξάπλωση του ιού.

Που σημαίνει ότι τα πραγματικά κρούσματα μπορεί να είναι από 10 φορές περισσότερα, όπως με ειλικρίνεια παραδέχτηκε ο καθηγητής Τσιόδρας, μέχρι και 50 φορές περισσότερα, όπως εκτιμά ο πρώην υπουργός υγείας Παύλος Πολάκης.
 
Το τρίτο ψέμα

Ο πρωθυπουργός σε ένα από τα διαγγέλματά του, αναφέρθηκε στις επιδόσεις του ΕΣΥ με πολύ κολακευτικά λόγια, υπογραμμίζοντας με νόημα ότι όσα έγιναν για το ΕΣΥ τον τελευταίο καιρό, λέει, δεν είχαν γίνει επί πολλά χρόνια.

Η δήλωση αυτή διαψεύστηκε περίτρανα από τις Ευρωπαϊκές στατιστικές, οι οποίες αποκάλυψαν ένα ακόμη μεγάλο ψέμα της κυβερνητικής προπαγάνδας.

Καθώς ανακοινώθηκε αμέσως μετά την πρωθυπουργική εξαγγελία ότι η Ελλάδα κατατάσσεται προτελευταία στην Ευρώπη στην ενίσχυση του ΕΣΥ, ακόμη και εν μέσω της πανδημίας.

Που σημαίνει ότι η κυβέρνηση όχι μόνο δεν εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία της καθυστέρησης της εξάπλωσης της νόσου που επιτεύχθηκε με τα περιοριστικά μέτρα, αλλά συνελήφθη και ψευδόμενη.
Καθώς, αντί να ενισχύσει το ΕΣΥ, ώστε να είναι πιο έτοιμο στο επόμενο και μεγαλύτερο κύμα της πανδημίας, το οποίο αναμένεται το φθινόπωρο, εκείνη σπατάλησε εκατοντάδες εκατομμύρια Ευρώ για την επικοινωνία και για την προπαγάνδα της, όπως και για την ενίσχυση ημετέρων επιχειρηματικών συμφερόντων, εν μέσω της πιο σοβαρής υγειονομικής κρίσης που έπληξε ποτέ τον κόσμο.
 
Το τελευταίο ψέμα

Μια βασική αρχή της Γκεμπελικής προπαγάνδας λέει ότι όταν η πραγματικότητα έρχεται σε αντίθεση με τους σχεδιασμούς σου, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα.

Ακολουθώντας λοιπόν πιστά τον Γκέμπελς, η επικοινωνιακή μηχανή της κυβέρνησης πρόβαλε θριαμβευτικά στην τηλεόραση έναν δείκτη, τον μόνο, στον οποίον η Ελλάδα φαίνεται στις κατατάξεις να τα πηγαίνει καλά.

Κι εδώ ακόμη βέβαια είπαν ψέματα, καθώς ακόμη και σε αυτόν τον πλαστό για την Ελλάδα δείκτη, είπαν και έδειξαν σε γνωστό φιλοκυβερνητικό μεγάλο ιδιωτικό κανάλι ότι είμαστε πρώτοι, ενώ η αλήθεια είναι ότι είμαστε 4οι στην Ευρώπη.

Αλλά αυτό είναι μάλλον σταγόνα στον ωκεανό της παραπληροφόρησης και της διαστρέβλωσης της αλήθειας.

Ο δείκτης λοιπόν αυτός, ο οποίος ισχύει υπό προϋποθέσεις τις οποίες δεν πληροί η Ελλάδα, εκφράζει τον αριθμό των διαγνωστικών τεστ, ανά διαγνωσμένα κρούσματα. Και αυτό που δείχνει, είναι η αποτελεσματικότητα των τεστ, με την προϋπόθεση όμως ότι αυτά γίνονται στον γενικό πληθυσμό και όχι βεβαίως μόνον σε ύποπτα για τη νόσο περιστατικά που φτάνουν στα νοσοκομεία και μάλιστα σε βαριά κατάσταση. Αφού είναι γνωστό ότι όποιους τηλεφωνούσαν στον ΕΟΔΥ ζητώντας να διαγνωστούν ως ύποπτοι να έχουν τον κορωνοϊό, όχι μόνο δεν τους έκαναν το τεστ, αλλά τους έστελναν στο σπίτι να πλένουν τα χέρια τους…

Για να αντιληφθεί λοιπόν κανείς το μέγεθος της διαστρέβλωσης της αλήθειας που γίνεται από τη χρήση αυτού του δείκτη σε χώρες που δεν διεξάγουν παρά ελάχιστες δειγματοληψίες στον γενικό πληθυσμό, όπως η Ελλάδα και μάλιστα στοχευμένα σε βαριά περιστατικά, με μεγάλη πιθανότητα να είναι κρούσματα της νόσου, αρκεί να σκεφτεί την εξής ακραία θεωρητική περίπτωση:

Σκεφτείτε λοιπόν μια χώρα που διεξάγει περιορισμένο αριθμό τεστ και αυτόν στοχευμένα και μόνο σε όσους κατέληξαν από τον κορωνοϊό. Αυτή η χώρα δεν θα έπρεπε να είναι πρώτη σε αυτόν τον δείκτη που δείχνει την αποτελεσματικότητα των τεστ, αφού όλα, μηδενός εξαιρουμένου, θα έδειχναν θετικά;

Πόσο αλήθεια είναι όμως ότι αυτή η συγκεκριμένη χώρα έκανε τόσο καλή δειγματοληπτική επιλογή, ώστε με λίγα τεστ να διαγνώσει πολλά κρούσματα, όταν στην πραγματικότητα δεν έχει ιδέα από το τι συμβαίνει με την εξάπλωση της πανδημίας στον γενικό πληθυσμό;

Ο συγκεκριμένος δείκτης έχει νόημα λοιπόν να χρησιμοποιείται μόνο μεταξύ χωρών που είναι ισοδύναμες σε ό,τι αφορά στη συχνότητα των διαγνωστικών τεστ στον γενικό πληθυσμό, κάτι που ασφαλώς δεν ισχύει για την Ελλάδα, η οποία συστηματικά υποκαταγράφει την εξάπλωση της νόσου, όπως και πάλι οι Ευρωπαϊκές κατατάξεις αποκαλύπτουν.
 
Πρώτοι στα ψέματα

Δυστυχώς η Ελλάδα της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι συστηματικά ουραγός σε όλους τους δείκτες των Ευρωπαϊκών στατιστικών και των κατατάξεων.

Είναι ακόμη τελευταία στον δείκτη των οικονομικών μέτρων που έλαβε για να αντιμετωπίσει την επερχόμενη ύφεση και την ανεργία. Αφού η χώρα με τη μεγαλύτερη αναμενόμενη ύφεση και ανεργία, πήρε τα μικρότερα, τα πιο δειλά και πιο ανεπαρκή μέτρα, μόλις 3% του ΑΕΠ της, συγκρινόμενη ακόμη και με χώρες που αναμένουν ελάχιστη ύφεση της οικονομίας τους και οι οποίες έλαβαν μέτρα για να ενισχύσουν τους εργαζόμενους και τις οικονομίες τους από 12% – 52% του ΑΕΠ τους!

Αλλά είναι γεγονός ότι η Ελλάδα αδικείται. Διότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν ακόμη επινοήσει κατάταξη ως προς τα κυβερνητικά ψέματα.

Έτσι, όπως είμαστε προτελευταίοι στην Ευρώπη στον πλουραλισμό και στην ελευθεροτυπία, θα μας ήταν εξαιρετικά εύκολο αντίστοιχα, να είμαστε πρώτοι στην κατάταξη των χωρών ως προς τα ψέματα που διαδίδει η κυβέρνηση στο πλαίσιο της επικοινωνιακής της στρατηγικής, κοινώς ειπείν της προπαγάνδας της…