Δυο – τρεις παρατηρήσεις για το σποτ του ΣΥΡΙΖΑ, κατόπιν και των ποταμών της, εκατέρωθεν, οργής, στα social media:

Ads

Ναι, υπάρχουν πληρωμένοι δημοσιογράφοι. Πληρώνονται από τα αφεντικά για να γράφουν και να λένε αυτό που θέλουν τα αφεντικά. Ευδοκιμούν σε ποικίλα πολιτικά κλίματα, αποδεικνύονται εξαιρετικά ανθεκτικοί και προσαρμοστικοί ως είδος, και τρέφονται, με το χρώμα του χρήματος. Συχνά – πυκνά λαμβάνουν και πρόσθετη ανταμοιβή: αποστέλλονται στην Βουλή για να εκπροσωπήσουν τα συμφέροντα του έθνους. Τούτο δεν γίνεται με πραξικόπημα – στην Βουλή τους στέλνουν τα αφεντικά, αλλά οι νοήμονες ψηφοφόροι.

Ναι, υπάρχουν και κομματικοί δημοσιογράφοι. Πληρώνονται από το κόμμα για να γράφουν και να λένε αυτό που θέλει το κόμμα. Ενίοτε προβάλλονται ως πρότυπα μαχητικής και αδέκαστης δημοσιογραφίας, παρ’ ότι η μόνη είδηση που γνωρίζουν είναι η στρατευμένη είδηση. Ητοι, μπορεί να είναι πιο έντιμοι από τους πρώτους, αλλά δεν είναι απαραιτήτως και πιο αξιόπιστοι.

Όχι, οι περισσότεροι δημοσιογράφοι δεν ανήκουν σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες. Στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι δημοσιογράφοι είτε είναι άνεργοι, είτε δίνουν μάχη επιβίωσης και αντικειμενικότητας. Αυτό ουδόλως αφορά μια επίσης άνεργη, κακοπληρωμένη και διαλυμένη από τις κρίσεις κοινωνία. Και ορθώς δεν την αφορά. Μπορεί όμως να δίνει στους ίδιους το δικαίωμα να αντιδρούν όταν τους εμφανίζουν, συλλήβδην και αδιακρίτως, περίπου ως συνέταιρους στην μεγάλη μοιρασιά του χρήματος.

Ads

Όχι, τo σποτ του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πολιτικά άστοχο γιατί «τσουβαλιάζει» τους δημοσιογράφους. Οι «τσουβαλιασμένοι», άλλωστε, κρίνονται σε καθημερινή βάση – ο καθένας μόνος του και για λογαριασμό του – για όσα λένε και όσα γράφουν. 

Το σποτ του ΣΥΡΙΖΑ  είναι ηθικά «φάουλ» γιατί παίζει με τον κοινωνικό αυτοματισμό που το ίδιο το κόμμα αποκηρύσσει. Και είναι πολιτικά άστοχο γιατί  δείχνει λάθος εχθρό σε λάθος χρόνο, ξαναβγάζοντας μπροστά την λογική του «όποιος δεν είναι δικός μας, είναι εχθρός μας». 

Κοινώς, όταν πας να χτίσεις ατζέντα και να στριμώξεις την κυβέρνηση για την λίστα των 20 εκατομμυρίων, δεν βάζεις αυτογκόλ στήνοντας απέναντί σου όλους τους – πληρωμένους και… απλήρωτους – δημοσιογράφους. Και δεν δίνεις επιχειρήματα, έστω και υποκριτικά, στον αντίπαλο να πετάξει την μπάλα στην εξέδρα. Απλώς ζητάς, καθαρά, να μάθεις που πήγαν και ποιοι πήραν τα λεφτά. Με διευθύνσεις και ονόματα…