Αν την εργώδη προσπάθεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη για την επικοινωνιακή διαχείριση των αποτυχιών της, την διοχέτευε σε έργα πρόληψης και αποτροπής αυτών των αποτυχιών, θα είχαμε αποφύγει πολλά δεινά από όσα μας συνέβησαν τα τελευταία χρόνια. Από τους χιλιάδες υπερβάλλοντες και άδικους θανάτους της πανδημίας, που μας έφεραν πρώτους στην Ευρώπη σε απώλειες ανά πληθυσμό, μέχρι το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη.

Ads

Η επικοινωνιακή διαχείριση του οποίου θέλει τις ευθύνες για το δυστύχημα που συνέβη στη δική τους κυβερνητική βάρδια, να διαχέονται σε προηγούμενες βάρδιες και να μοιράζονται στο παρελθόν.

Όλοι όμως αντιλαμβάνονται ότι όπως συνελήφθη και φυλακίστηκε ο συγκεκριμένος σταθμάρχης, στη βάρδια του οποίου συνέβη το δυστύχημα, έτσι και οι ευθύνες για το πολύνεκρο δυστύχημα εντοπίζονται στην κυβερνητική βάρδια της σημερινής και όχι προηγούμενων κυβερνήσεων.

Κι αυτό όχι γιατί η σημερινή κυβέρνηση παίρνει τον… μουτζούρη για λόγους που ανάγονται στην κακή της τύχη να κυβερνά τη στιγμή που συνέβη το δυστύχημα.

Ads

Γιατί εδώ πρόκειται για δυστύχημα που οφείλεται σε ανθρωπογενή αίτια και όχι όπως στο Μάτι για φυσική καταστροφή, οι αιτίες της οποίας ήταν ανεξάρτητες της ανθρώπινης θέλησης.

Είναι λοιπόν σαφές ότι είναι οι πράξεις και οι παραλείψεις της σημερινής κυβέρνησης που προκάλεσαν ή ακόμη και που δεν απέτρεψαν το δυστύχημα.

Αν, άλλωστε, οι ευθύνες μοιράζονταν με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, όπως ισχυρίζεται η επικοινωνιακή κυβερνητική μηχανή, τότε πως εξηγείται ότι τέτοια μετωπική σύγκρουση τρένων δεν συνέβη ποτέ στο παρελθόν;

Και μάλιστα, πως εξηγείται ότι τέτοιο πολύνεκρο δυστύχημα δεν έγινε όταν η γραμμή ήταν ακόμη μονή και δεν υπήρχαν ούτε σήραγγες ούτε ηλεκτροδότηση, όπως συνέβαινε μέχρι το 2019;

Τίποτε δεν είναι τυχαίο. Στο παρελθόν δεν έγινε παρόμοιο πολύνεκρο δυστύχημα γιατί οι τότε αρμόδιοι έπαιρναν κατάλληλα μέτρα και τηρούσαν τις δέουσες ασφαλιστικές δικλείδες. Τις οποίες δεν τήρησε η σημερινή κυβέρνηση με δική της, αποκλειστικά, ευθύνη.

Η μη αποκατάσταση του συστήματος τηλεδιοίκησης, για παράδειγμα, το οποίο λειτουργούσε μέχρι το 2019 στη Λάρισα και το οποίο κάηκε μετά από πυρκαγιά τον Ιούλιο του 2019, είναι αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Διότι αν αυτό λειτουργούσε σήμερα, θα ειδοποιούνταν οι μηχανοδηγοί των μοιραίων τρένων εγκαίρως και θα αποφεύγονταν το τραγικό δυστύχημα.

Βέβαια, ο υπουργός Γιώργος Γεραπετρίτης επιμένει ότι υπάρχει σύστημα τηλεδιοίκησης στη Λάρισα, το οποίο όμως δεν χρησιμοποίησε ο μοιραίος σταθμάρχης. Αυτό είναι απολύτως αναληθές, γιατί αυτό το τοπικό σύστημα στο οποίο αναφέρεται ο υπουργός, δεν έχει εμβέλεια μεγαλύτερη από 2 χιλιόμετρα από το σταθμό Λάρισας και άρα είναι αναποτελεσματικό όταν οι αμαξοστοιχίες έχουν απομακρυνθεί από το σταθμό.

Όσο λοιπόν και αν επιμένει επικοινωνιακά η κυβέρνηση να διαστρεβλώνει την αλήθεια, ισχυριζόμενη ότι δήθεν σύστημα τηλεδιοίκησης υπάρχει, η αλήθεια την διαψεύδει. Όπως άλλωστε διέψευσε τον ίδιο τον υπουργό Γιώργο Γεραπετρίτη η εξέλιξη των πραγμάτων στην πανδημία, όταν επέμενε στο αντιεπιστημονικό επιχείρημα ότι όσο περισσότερες ήταν οι ΜΕΘ, τόσο περισσότεροι θα ήταν οι θάνατοι από την πανδημία…

Η απουσία συστήματος τηλεδιοίκησης, το οποίο υπήρχε πριν το 2019 και καταργήθηκε με ευθύνη της κυβέρνησης, η οποία αδιαφόρησε να το αποκαταστήσει έναντι του τρομερού ποσού των 5-10.000 ευρώ, συνιστά βαριά ευθύνη της για το τραγικό δυστύχημα.

Όπως επίσης βαριά ευθύνη της κυβέρνησης συνιστά και η κατάργηση του δευτεροβάθμιου κέντρου ελέγχου της κυκλοφορίας, το οποίο λειτουργούσε μέχρι το 2020 και το οποίο αν σήμερα ήταν σε ισχύ, θα διαπίστωνε και θα διόρθωνε το μοιραίο λάθος του σταθμάρχη.

Τρίτη ευθύνη της κυβέρνησης είναι η κατά 50% περίπου μείωση του προσωπικού τα τελευταία 4 χρόνια. Η οποία έγινε αιτία να μην υπάρχει δεύτερος σταθμάρχης στη νυχτερινή βάρδια. Η ευθύνη αυτή γίνεται ακόμη πιο βαριά, αν σκεφτεί κανείς ότι από το 2018 η χώρα έχει βγει από τα μνημόνια και τις απαγορεύσεις πρόσληψης νέου προσωπικού.

Η τέταρτη ευθύνη της κυβέρνησης έχει να κάνει με την τοποθέτηση του άπειρου και ακατάλληλου σταθμάρχη στη συγκεκριμένη θέση. Η οποία έγινε με τα γνωστά για τη ΝΔ πελατειακά και αναξιοκρατικά κριτήρια. Για τη νομιμοποίηση της τοποθέτησης μάλιστα, ο παραιτηθείς υπουργός Κώστας Καραμανλής άλλαξε με νομοθετική πράξη το όριο ηλικίας από τα 49 στα 59 χρόνια, 5 μόλις ημέρες μετά την τοποθέτηση του μοιραίου σταθμάρχη.

Οι ευθύνες για την τοποθέτηση του συγκεκριμένου σταθμάρχη γίνονται ακόμη σοβαρότερες, αν ληφθεί υπόψη ότι η ίδια κυβέρνηση που τον τοποθέτησε αναξιοκρατικά, σήμερα ρίχνει στις πλάτες του όλο το ανάθεμα για το δυστύχημα.

Η πέμπτη ευθύνη της κυβέρνησης αφορά στη μη αξιοποίηση του ασύρματου συστήματος ενδοεπικοινωνίας στους σιδηροδρόμους, του GSMR, το οποίο εγκαταστάθηκε στα τρένα και στο οποίο εκπαιδεύτηκε το προσωπικό από το 2019. Και το οποίο σήμερα, για λόγους άγνωστους και αντίθετους με κάθε έννοια λογικής, δεν χρησιμοποιείται καθόλου. Με αποτέλεσμα οι μηχανοδηγοί να προσπαθούσαν να επικοινωνήσουν λίγα λεπτά πριν το δυστύχημα με τα κινητά τους τηλέφωνα, κάτι που κατέστη αδύνατο.

Κι ακόμη, υπάρχει μια σκανδαλώδης αλλαγή της σύμβασης του ελληνικού δημοσίου με την Ιταλική επιχείρηση Hellenic Train, την οποία υπέγραψε ο παραιτηθείς υπουργός μεταφορών Κώστας Καραμανλής το 2022 και η οποία «καίει» την κυβέρνηση.

Πρόκειται για τη χαριστική απαλλαγή της Ιταλικής επιχείρησης από την υποχρέωσή της να επενδύσει στους σιδηροδρόμους 650 εκατομμύρια ευρώ. Με αντίστοιχη απαλλαγή του ελληνικού δημοσίου από τη δική του υποχρέωση να εφαρμόσει το ευρωπαϊκό σύστημα τηλεδιοίκησης στα τρένα.

Μια σκανδαλώδης αλλαγή της σύμβασης υπέρ των ιδιωτών που λειτουργούν τα τρένα, η οποία υποκρύπτει ευθύνες για το δυστύχημα.

Καθώς αν η κυβέρνηση, η οποία πήρε από την προηγούμενη ολοκληρωμένο το 72% του συστήματος ασφάλειας, το είχε ολοκληρώσει και δεν το είχε φτάσει μόλις στο 77%, το δυστύχημα θα είχε αποφευχθεί.
Και βέβαια, βαριά είναι η ευθύνη της επί τέσσερα χρόνια πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου μεταφορών και των διοικήσεων των οργανισμών σιδηροδρόμων, να μην εισακούσουν καμία από τις προειδοποιήσεις που έρχονταν η μία μετά από την άλλη, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την ασφάλεια στα τρένα.

Από τους 11 εκτροχιασμούς που συνέβησαν τα τελευταία 3 χρόνια, οι οποίοι δεν ελήφθησαν υπόψη για να βελτιωθεί η ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών, μέχρι την παραίτηση του υπεύθυνου για το ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλειας τον Απρίλιο 2022 με βαριές κατηγορίες για αδιαφορία και άγνοια των υπευθύνων, μέχρι τις εξώδικες προειδοποιήσεις των μηχανοδηγών το Νοέμβριο του 2022, μέχρι την αγωγή της Hellenic Train κατά του ελληνικού δημοσίου τον Δεκέμβριο του 2022, μέχρι και την παραπομπή της χώρας στα ευρωπαϊκά δικαστήρια για μη συμμόρφωση με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς στον σιδηρόδρομο τον Φεβρουάριο 2023.

Όχι μια και δύο, αλλά αλλεπάλληλες και πολλαπλές προειδοποιήσεις οι οποίες δεν εισακούστηκαν και δεν λήφθηκαν υπόψη από τους αρμόδιους στην κυβέρνηση. Οι οποίοι δεν μπορούν να ισχυριστούν σήμερα ούτε ότι δεν γνώριζαν, ούτε και ότι δεν είχαν ενημερωθεί.

Απόδειξη των ευθυνών των αρμοδίων να αδιαφορούν για όλες τις προειδοποιήσεις, είναι η θεατρική παρουσία του υπουργού Κώστα Καραμανλή στη Βουλή 10 μόλις μέρες πριν το τραγικό πολύνεκρο δυστύχημα. Όταν με κατηγορηματικό τρόπο εγκαλούσε τους βουλευτές της αντιπολίτευσης που ανησυχούσαν για την ασφάλεια των τρένων. Τους οποίους διαβεβαίωνε και μέσω αυτών και ολόκληρο τον ελληνικό λαό, ότι η κυβέρνησή του «διασφαλίζει την ασφάλεια των τρένων». Συμπληρώνοντας εμφατικά ότι είναι ντροπή να την αμφισβητούν.

Οι ευθύνες της κυβέρνησης για το τραγικό δυστύχημα είναι συγκεκριμένες και ούτε διαχέονται, ούτε και συμψηφίζονται με το παρελθόν.

Γιατί παθογένειες μπορεί πάντοτε να υπήρχαν στον σιδηρόδρομο. Αλλά υπήρχε και η πρόνοια, από πλευράς αρμοδίων, της έγκαιρης λήψης μέτρων και της τήρησης ασφαλιστικών δικλείδων για την αποτροπή παρόμοιων τραγικών δυστυχημάτων.

Κάτι που έπαψε να συμβαίνει την τελευταία τετραετία…