Ο φασισμός δεν είναι ιδεολογία, είναι κουλτούρα καθημερινή που η ανάσα της ζέχνει απαξίωση για ό,τι ανθρώπινο. Το ανθρώπινο στόμα πάλι, βρίσκεται στο κέντρο του προσώπου. Έτσι, είτε είσαι δεξιός είτε αριστερός, αν η ανάσα σου ζέχνει φασισμό η μπόχα καταλαμβάνει τους γύρω σου ακομμάτιστα και πλουραλιστικά. Βέβαια τα αποφάγια του φασισμού δε χαλάνε τις ανάσες των ανθρώπων απ’ τη μια μέρα στην άλλη, συχνά στα ταΐζουν όταν είσαι μικρός και φτάνουν να κάνουν την ανάσα σου τοξική όταν είσαι πλέον μεγάλος, σαπίζουν με τα χρόνια.

Ads

Στην Ελλάδα, σε κάποια ιδιωτικά σχολεία, οι μελλοντικοί άριστοι μαθητές των καθωσπρέπει οικογενειών δεν ήρθαν σε επαφή με τους στίχους του Ρίτσου στη γιορτή του Πολυτεχνείου, γιατί απλά εκεί δεν έγιναν γιορτές για το Πολυτεχνείο.

Στα δημόσια σχολεία οι γιορτές πραγματοποιήθηκαν. Λογικά λοιπόν “τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών” τις ημέρες του εορτασμού της εξέγερσης ήρθαν σε επαφή με την ποίηση αυτή. Κι εμείς, “οι γονείς των λαϊκών παιδιών” μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι. Το μήνυμα του Πολυτεχνείου, αυτό που θα κάνει τα παιδιά μας να χτίσουν έναν κόσμο καλύτερο, πήρε τη θέση του στις σχολικές αναμνήσεις. Μεγαλώνοντας τα παιδιά μας θα μπορούν να ανοίγουν το συρταράκι αυτών των αναμνήσεων και να αντλούν από αυτό αρώματα για τις ανάσες του μέλλοντος.

Σε αυτά τα συρταράκια των αναμνήσεων βέβαια, θα είναι ακατάστατα ριγμένα πολλά: Οι σχολικές γιορτές της 25ης Μαρτίου, τα Χριστουγεννιάτικα ποιήματα, η χαρτοκοπτική με τα Πασχαλινά αυγά, η τελετή λήξης της σχολικής χρονιάς με τα ασορτί παντελονάκια και τις γυμναστικές επιδείξεις, η αγαπημένη δασκάλα, η στριμμένη δασκάλα, η ωραία εκδρομή κι η στρατιωτικοποιημένη παρέλαση. Όλα μαζί, ανάκατα. Κάποιες απ’ αυτές τις αναμνήσεις θα ανθίσουν. Κάποιες άλλες θα σαπίσουν και θα κάνουν την ανάσα των παιδιών να μυρίζει άσχημα όταν μεγαλώσουν.

Ads

Σε ένα δημόσιο σχολείο της Αθήνας λοιπόν, η καθηγήτρια “του θεάτρου” αποφάσισε να ανεβάσει μια παράσταση με αφορμή τη γιορτή του Πολυτεχνείου. Κάτι βαθύ και συγκινητικό, κάτι με παλμό και δύναμη, κάτι που να μεταφέρει σε όσους το παρακολουθήσουν το διαρκές μήνυμα της ελευθερίας, αυτό που καταργεί τη μοναξιά και αναζητά την ευτυχία στο συλλογικό όνειρο μιας ελεύθερης κοινωνίας, αυτό που κάνει το φόβο να έχει νόημα και μετατρέπει τους φοβισμένους σε ήρωες.

Τι καλύτερο για αυτό το σκοπό από τον Επιτάφιο του Ρίτσου;

Μόνο προβληματάκι υπήρξε ότι τα παιδιά ήταν μικρά και αδυνατούσαν να αποδώσουν το νόημα του κειμένου με ευκολία. Οι ημέρες για την προετοιμασία της παράστασης ήταν λίγες και τα παιδιά απείθαρχα. Έπρεπε να μάθουν να αποδίδουν θεατρικά τη λύπη, το θυμό, την αγάπη, την απογοήτευση, τη δύναμη, την αφοσίωση… Συναισθήματα που κι οι έμπειροι ηθοποιοί δυσκολεύονται να παράξουν επί σκηνής αυτόματα. Ως μέθοδος λοιπόν για την ορθή απόδοση του ποιήματος του Ρίτσου από τα μικρά παιδιά, επελέγη η οσμή της ανάσας του δικτάτορα Παπαδόπουλου:

Όποιο παιδί δεν έσκυψε αρκετά πειστικά το κεφάλι υποδυόμενο το θλιμμένο, διορθώνονταν με ύπουλο τράβηγμα των μαλλιών και απέμενε σκυμμένο να κλαίει κρυφά από τον πόνο. Όποιο παιδί δεν έδειχνε αρκετά παραστατικά το συναίσθημα της έκπληξης ή της αγωνίας, εκσφενδονίζονταν στον τοίχο για να μάθει ποια είναι η σωστή απόδοση της έκφρασης αυτού του συναισθήματος. Όποιο παιδί δεν μπόρεσε να εκτιμήσει τη σπουδαιότητα να ανέβει στην ώρα της και χωρίς λάθη η παράσταση αυτή, έμενε απ’ έξω, “τα λόγια του” τα έπαιρνε κάποιο άλλο παιδί. Όταν τα εννιάχρονα ήταν απρόσεχτα στην πρόβα, απειλούνταν ομαδικά ότι θα ακυρωθεί η γιορτή τους.

Τρία παιδάκια βρήκαν το θάρρος και αντέδρασαν. Μπορεί παραδόξως, παρά την τρομοκρατία που τους ασκούνταν, “να έγραψαν” μέσα τους τα λόγια του ποιήματος, αυτού του ποιήματος του Ρίτσου που δυσκολεύονταν να απομνημονεύσουν.

Τα παιδιά αυτά κατήγγειλαν ότι τα χτύπαγαν όσο γίνονταν οι πρόβες. Έτσι ήρθε τώρα η σειρά μιας άλλης δασκάλας να τα απειλήσει: Όποιο παιδί δεν ήταν ευχαριστημένο με “τη δασκάλα του θεάτρου” δε θα συμμετείχε στη γιορτή, θα έμενε εκτός. Ως τιμωρία θα ξεχώριζε από τα άλλα, θα του αφαιρούνταν η δυνατότητα να είναι μέρος του συνόλου, θα εξορίζονταν σε μια νέα ιδιόμορφη Μακρόνησο ως μίασμα κι αντικοινωνικό στοιχείο.

Κάποιοι γονείς που διαμαρτυρήθηκαν άκουσαν με απορία τη διευθύντρια του σχολείου να τους λέει ότι όταν τρία παιδιά σε ένα σύνολο τριάντα παιδιών καταγγέλλουν χειροδικίες και εκφοβισμό, δεν αποτελούν δα και κάνα μεγάλο νούμερο, κάνα επαρκές ποσοστό…

Όσες κι αν ήταν οι χιλιάδες των συμμετεχόντων στο Πολυτεχνείο, σίγουρα το 10% της χώρας δεν ήταν.

Εξηγήσαμε στα παιδιά ότι ο φασισμός δεν είναι μόνο “μια χούντα” ή “ένας Παπαδόπουλος”. Φασισμός είναι και αυτό το ύπουλο που ζούμε κάθε ημέρα, ακόμη κι από όσους λένε ότι αγάπησαν το Ρίτσο. Κι ότι ίσως αυτοί είναι πιο επικίνδυνοι από τους άλλους, γιατί μόνο αποστήθισαν το ποίημα για να το λένε στις γιορτές.

Δεν μπορούμε να τους τακτοποιήσουμε εμείς τα συρταράκια των σχολικών τους αναμνήσεων. Μπορούμε απλά να προσθέσουμε σε αυτά και την ανάμνηση ότι τα υποστηρίξαμε, ότι ήμασταν εκεί στο δικό τους ανήλικο Πολυτεχνείο. Ότι δεν κρατήσαμε κλειστή τη δική μας πόρτα στην Πατησίων όταν απέναντι έπεφταν σφαίρες.

Είναι κι αυτός ένας τρόπος να τιμηθεί ένας ποιητής.

Με την ελπίδα όταν τα παιδιά μεγαλώσουν η μυρωδιά της ελευθερίας να είναι πιο έντονη στην ανάσα τους από τη μπόχα του φασισμού που τα πότισαν κάποιοι δάσκαλοί τους. Αυτοί που επέλεξαν ποιήματα που μεταφέρουν τη συλλογική αίσθηση του αγώνα για την ελευθερία για να προβούν σε στρατιωτικού τύπου καψώνια ανηλίκων.

Έτσι κι αλλιώς μηνύσεις και καταγγελίες δε θα μπουν στα συρταράκια των δικών τους αναμνήσεων. Θα απομείνουν στα δικά μας και θα βρωμίσουν ως μπόχα τις δικές μας ανάσες. Εμείς όμως είμαστε ήδη μεγάλοι και “το ποίημα” το έχουμε πει ήδη πολλές φορές.