Έχω ένα φίλο που έχει το σπάνιο προσόν να αντιμετωπίζει τις δυσκολίες της ζωής με θαυμαστή καρτερικότητα και σπάνιο χιούμορ. Μου έλεγε λοιπόν τις προάλλες με ανάλαφρη διάθεση και μια δόση ειρωνείας:

Ads

«Να δεις που όσο ακριβαίνουν οι τιμές, όσο αυξάνει ο πληθωρισμός και όσο βυθίζεται η κοινωνία στη φτώχεια, τόσο περισσότερο θα ανεβαίνει στις δημοσκοπήσεις η δημοτικότητα του Μητσοτάκη».

Γελάσαμε με την υπερβολή της… προφητείας. Η οποία ταίριαζε απόλυτα με αυτό που έλεγε ο αείμνηστος Φρέντυ Γερμανός για τον ανατρεπτικό ρόλο του χιούμορ, που μας κάνει να βλέπουμε τα αστεία πράγματα με τρόπο σοβαρό και τα σοβαρά με… αστείο.

Δεν πρόλαβε όμως να το πει και ήρθαν οι πρώτες δημοσκοπήσεις μετά το σκαρφάλωμα του πληθωρισμού στο 7,2% και την εκτίναξη των τιμών της ενέργειας και των βασικών προϊόντων σε δυσθεώρητα επίπεδα, να τον επαληθεύσουν.

Ads

Δεν ήταν μόνο το χιούμορ που έκανε τη σοβαρή κατάσταση να αντιμετωπίζεται με αστεία διάθεση. Ήταν και οι δημοσκοπήσεις…

Οι οποίες έδειξαν μια γραμμική σχεδόν συσχέτιση μεταξύ της αύξησης του πληθωρισμού και της αύξησης της δημοφιλίας της κυβέρνησης.

Όσο περισσότερο δηλαδή η κυβέρνηση αφήνει την ακρίβεια ανεξέλεγκτη, μη παίρνοντας μέτρα για τον έλεγχο των τιμών και για τη μείωση των φόρων, τόσο περισσότερο οι ψηφοφόροι την προτιμούν και δηλώνουν ότι θέλουν να την ψηφίσουν.

Περίεργα πράγματα. Ενώ στην Ευρώπη, για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια και να μειώσουν τις λαϊκές αντιδράσεις παίρνουν μέτρα, κάποιοι βάζοντας πλαφόν στις αυξήσεις του ρεύματος και των καυσίμων, όπως οι Γάλλοι και κάποιοι άλλοι μειώνοντας τους φόρους κατανάλωσης και το ΦΠΑ στα καύσιμα, όπως 19 από τα 27 κράτη – μέλη της Ε.Ε., στη… μακρινή Ελλάδα ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση δεν χρειάζεται να κάνουν τίποτε. Αφού οι δημοσκοπήσεις τους δείχνουν να κερδίζουν από το ράλι των τιμών και τη φτώχεια των πολιτών.

Το ακόμη πιο περίεργο είναι ότι όσο στις ποιοτικές μετρήσεις οι ψηφοφόροι εκδηλώνουν τη δυσαρέσκειά τους για τις κυβερνητικές επιλογές, τόσο στις δημοσκοπήσεις αυξάνουν τα ποσοστά της πρόθεσής τους να ψηφίσουν την κυβέρνηση.

Με πρόσφατο παράδοξο παράδειγμα την καταδίκη, με ποσοστό μάλιστα 63%, της κορυφαίας επιλογής του πρωθυπουργού να στείλει όπλα στην Ουκρανία. Η για πρώτη φορά εμπλοκή της Ελλάδας σε πόλεμο τρίτων και η εγκατάλειψη του παραδοσιακού φιλειρηνικού δόγματος της πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, καταδικάστηκε από τη μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων σε πρόσφατη έρευνα. Παρά ταύτα όμως, στις δημοσκοπήσεις που μετρούν την πρόθεση ψήφου η δυσαρέσκεια των πολιτών για την κυβερνητική πολιτική μετρήθηκε σαν ενίσχυση του κυβερνώντος κόμματος και σαν αύξηση της απόστασής του από την αξιωματική αντιπολίτευση.

Τι συμβαίνει και ξαφνικά οι Έλληνες έγιναν τόσο ανεκτικοί και τόσο… μαζοχιστές, ώστε να δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν εκείνους των οποίων τις επιλογές καταδικάζουν;

Τελικά στραβός είναι ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε;

Η απάντηση είναι ότι και τα δύο συμβαίνουν συγχρόνως. Και ο γιαλός των ψηφοφόρων φαίνεται ότι στραβώνει, αλλά και οι δημοσκοπήσεις στραβά αρμενίζουν.

Η πρόσφατη εμπειρία της απόκλισης μεταξύ των εκτιμήσεων των δημοσκοπήσεων και των πραγματικών εκλογικών αποτελεσμάτων είναι αποκαλυπτική, όσο και αρκούντως διδακτική.

Ξεκινώντας από τις πιο πρόσφατες δημοσκοπικές προβλέψεις για τις εσωκομματικές εκλογές του ΚΙΝΑΛ, το Δεκέμβριο του 2021, όταν οι δημοσκοπήσεις έβγαζαν σταθερά πρώτο τον Ανδρέα Λοβέρδο, με ποσοστά που κυμαίνονταν από 26% μέχρι και 37%.

Τελικά ο Λοβέρδος βγήκε τρίτος, με ποσοστό μόλις 24%. Με πρώτο και με διαφορά τον εκτιμώμενο σαν δεύτερο στις δημοσκοπήσεις Νίκο Ανδρουλάκη.

Στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές πάλι, οι δημοσκοπήσεις έδιναν στον ΣΥΡΙΖΑ ποσοστά το πολύ μέχρι 25% – 26%. Τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ ανέτρεψε τις προβλέψεις και πήρε στις εκλογές κάτι περισσότερο από 32%. 7 δηλαδή μονάδες περισσότερο από όσο τον υπολόγιζαν οι δημοσκοπήσεις.

Αλλά και στις προηγούμενες εκλογές, το Σεπτέμβριο του 2015, οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ισοπαλία ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ και τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε με 8% διαφορά.

Κι ακόμη πιο πίσω, ποιος δεν θυμάται το δημοψήφισμα, το καλοκαίρι του 2015; Τότε που οι δημοσκοπήσεις έδειχναν καθαρή νίκη του ΝΑΙ και τελικά προέκυψε θρίαμβος του ΟΧΙ, με 20 μονάδες διαφορά;

Μέχρι και στο μακρινό 2012 οι δημοσκοπήσεις είχαν πέσει έξω. Έδιναν στη ΝΔ 30% και στις εκλογές πήρε τελικά μόλις 19%.

Η ιστορία λοιπόν δείχνει ότι οι δημοσκοπήσεις κατ’ επανάληψη αρμενίζουν στραβά, καθώς  κάθε φορά πέφτουν έξω στην εκτίμηση του τελικού αποτελέσματος.

Αρμενίζουν όμως, για κάποιον περίεργο λόγο, με τέτοιο τρόπο, ώστε να υποτιμούν εκ συστήματος τα αποτελέσματα του ΣΥΡΙΖΑ και να υπερεκτιμούν εκείνα της ΝΔ. Ποτέ στην πρόσφατη ιστορία δεν συνέβη το αντίθετο.

Μια απάντηση πιθανόν να είναι ότι οι αντισυστημικοί ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, αντιδρώντας στα παιχνίδια εντυπώσεων που τα ΜΜΕ παίζουν πίσω από τις πλάτες τους, δεν απαντούν με την ίδια προθυμία στις δημοσκοπήσεις με την οποία απαντούν οι συστημικοί ψηφοφόροι της ΝΔ. Κλείνουν ή δεν σηκώνουν και καθόλου το τηλέφωνο όταν αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης.

Με αποτέλεσμα το δείγμα εξ ορισμού να μην είναι σταθμισμένο.

Εκείνο που παραμένει ερωτηματικό βέβαια είναι γιατί αυτή τη στρέβλωση οι δημοσκόποι δεν την έχουν εντοπίσει ακόμη. Η δημοσιοποίηση των πρωτογενών δεδομένων των δημοσκοπήσεων που κατ’ επανάληψη ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς δυστυχώς ανταπόκριση, πιθανόν να έδινε κάποιες εξηγήσεις.

Υπάρχει βέβαια και το ενδεχόμενο του εκ προθέσεως στραβού αρμενίσματος, που διηγείται φίλος, ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ στη Θεσσαλονίκη. Ο οποίος, ενώ συμμετείχε σε τηλεφωνική έρευνα για την πρόθεση ψήφου, μόλις απάντησε ότι ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές, έπεσε… ξαφνικά η γραμμή, με αποτέλεσμα να διακοπεί απότομα η συνομιλία και μαζί με αυτήν και η έρευνα.

Είτε έτσι είτε αλλιώς, όσο αποκαλύπτεται η υπέρ των λίγων και προνομιούχων πολιτική της κυβέρνησης και όσο οι ψηφοφόροι που υποφέρουν από τις επιλογές της αυξάνουν, τόσο ο γιαλός θα στραβώνει ακόμη περισσότερο. Με αποτέλεσμα οι εκλογές να δικαιώσουν για μια ακόμη φορά την παράδοση.

Που θέλει τις δημοσκοπήσεις να πέφτουν πάντα έξω στην πρόβλεψη του τελικού αποτελέσματος. Μια ανατροπή που αν δεν διαθέτουν καλό χιούμορ αυτοί που τους αφορά, θα πέσουν άσχημα από τα σύννεφα.