Η πανδημία του COVID-19 συνεχίζει να μαστίζει την χώρα μας και αποτελεί ευθύνη όλων μας να αντιμετωπίσουμε αυτή την πρόκληση. Φέρουμε την ευθύνη αυτή, τόσο σε συλλογικό επίπεδο, ως κοινωνία, όσο και σε ατομικό, με τις προσωπικές μας επιλογές. Σήμερα, το μοναδικό μέσο προστασίας, ουσιαστικά, πραγματικά και αντικειμενικά αποτελεσματικό που διαθέτουμε είναι ο εμβολιασμός.

Ads

Εξάλλου, αποτελεί ιστορικό δεδομένο ότι η μεγαλύτερη υγειονομική επανάσταση, που επετεύχθη χάρη στη ιατρική, είναι ο μαζικός εμβολιασμός κατά των λοιμωδών νόσων. Το 1796 ο Άγγλος ιατρός Edward Jenner πραγματοποίησε τον πρώτο εμβολιασμό κατά της ευλογιάς, υπεύθυνη εκατομμυρίων θανάτων, και ακόμα μεγαλύτερου αριθμού μονίμων παραμορφώσεων του προσώπου. Πριν τον Edward Jenner, το 30% των ανθρώπων που προσβάλλονταν από την ευλογιά, πέθαιναν με φρικτό τρόπο. Σήμερα δεν πεθαίνει κανείς απ’ αυτή την αρρώστια. Την λύτρωση αυτή την οφείλουμε στο εμβόλιο. Ο εμβολιασμός κατά της λύσσας, επετεύχθη από τον γάλλο μικροβιολόγο Louis Pasteur το 1880, και άνοιξε το δρόμο για τη δημιουργία εμβολίων κατά της πλειονότητας των μεταδοτικών ασθενειών.

Βέβαια, σε αυτή την πορεία δεν έλειψαν και οπισθοδρομικές αντιδράσεις, κυρίως από μέρος του κλήρου της εποχής, όπως στην Αγγλία το 1840, όπου απαγορεύθηκε για μια περίοδο το εμβόλιο του Edward Jenner, με αποτέλεσμα να πεθάνουν χιλιάδες νέα θύματα της ευλογιάς.

Προφανώς, οφείλουμε να σεβαστούμε την όποια ατομική άρνηση εμβολιασμού. Ταυτόχρονα οφείλουμε να ενημερώσουμε για τα πραγματικά και τεκμηριωμένα δεδομένα σχετικά με το θέμα αυτό. Το πρώτο σημαντικό στοιχείο είναι ότι σήμερα καταμετρούμε στη χώρα μας 24.000 θανάτους σχετιζόμενους με τον COVID-19, ενώ κανένας θάνατος δεν έχει προκύψει αποδεδειγμένα λόγω εμβολιασμού. Ακόμα και για ορισμένες σπάνιες σοβαρές επιπλοκές που αναφέρθηκαν σε διεθνές επίπεδο, είναι υπό συζήτηση κατά πόσο σχετίζονται πραγματικά με τον εμβολιασμό. Σε κάθε περίπτωση, ο κίνδυνος αυτός, αν υπάρχει, δεν είναι μεγαλύτερος από τις παρενέργειες που μπορεί δυνητικά να προκαλέσει το πιο συνηθισμένο φάρμακο, όπως πχ η παρακεταμόλη, την οποία ωστόσο κανένας δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει όταν χρειαστεί. Και σίγουρα δεν συγκρίνεται με τον κίνδυνο του ίδιου του COVID-19.

Ads

Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο σχετίζεται με την έννοια της συλλογικής ευθύνης. Μπορούμε πράγματι να θεωρήσουμε ότι ο καθένας είναι ελεύθερος να μην λάβει την καλύτερη προφύλαξη, ενδεχομένως ακόμα και να αφήνει εκτεθειμένο τον εαυτό του σε έναν κίνδυνο. Η απουσία εμβολιασμού όμως, δεν αφήνει εκτεθειμένο μόνο το ανεμβολίαστο άτομο, αλλά αποτελεί παράγοντα αύξησης κινδύνου για τους συνανθρώπους μας. Η διενέργεια των τεστ, ακόμα και με τον ρυθμό των δυο ανά βδομάδα, δεν αποτελεί ικανοποιητική προφύλαξη διότι αφενός η μεταδοτικότητα προηγείται της θετικοποίησης και αφετέρου το ποσοστό ψευδών αρνητικών είναι σημαντικό. 

Έτσι έχει τεθεί το θέμα της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού. Κατά την άποψή μου, δεν είναι βάσιμη η θέσπιση μιας συστηματική υποχρεωτικότητας. Αλλά είναι δικαιολογημένη η υποχρεωτικότητα σε κάθε περίπτωση όπου ένα άτομο κινείται σε ένα χώρο όπου ενδέχεται να μολυνθεί και να μολύνει. Στην πράξη αυτό αφορά την συντριπτική πλειονότητα των πολιτών.

Η προτεραιότητα όμως πρέπει να δοθεί, όχι σε κατασταλτικά μέτρα, αλλά στη μάχη της πειθούς και της καταπολέμησης ανυπόστατων προκαταλήψεων ή ακόμα ψευδοεπιστημονικών θεωριών. Είναι μια μάχη που πρέπει να κερδηθεί μέσα στη κοινωνία για να γίνει σεβαστή η οποία νομοθετική ρύθμιση. Η υποχρεωτικότητα πρέπει πρωτίστως να τεθεί ως ηθικό καθήκον.

Αυτό βέβαια δεν μπορεί να δικαιολογήσει καμία χαλαρότητα ή καθυστέρηση. Η εύρεση της χρυσής τομής μεταξύ μέτρων και εξηγήσεις είναι μια δύσκολη άσκηση, η οποία απαιτεί ευρύτερη πολιτική και κοινωνική συναίνεση, μακριά από τις κομματικές ξιφομαχίες, που ανθίζουν συνήθως με αφορμή κρίσιμα θέματα.

* Ιατρός – Πρόεδρος ΔΣ Κοινωνικού ΕΚΑΒ