H άφιξη – προσεχώς – του εμβολίου για τον κορονοϊό θέτει επί τάπητος την πανάρχαια συσχέτιση του συλλογικού καλού και των ατομικών υποχρεώσεων.  Το φαινόμενο του «λαθρεπιβάτη» μόνο νέο δεν είναι κι έχει απασχολήσει τους φιλοσόφους σε βάθος χιλιετιών.

Ads

ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ: Σε πολλές ευρωπαϊκές  πόλεις, κάθε νοικοκυριό διαθέτει ξεχωριστό κάδο απορριμμάτων και πληρώνει τέλη αναλόγως της χρήσης ή της κατάχρησης του. Η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» θεωρείται εύλογη, από την Κομισιόν και τα κράτη μέχρι και τον μεμονωμένο δημότη.

Αν η συμμετοχή του καθενός στην μείωση της ρύπανσης δεν προσμετράται, θεωρείται ότι πιθανώς θα παραλείπει την συμβολή του, παριστάνοντας τον λαθρεπιβάτη επί των ωφελειών που η  δράση των άλλων θα επιφέρει. Σπουδαία συλλογικά αγαθά διακυβεύονται, στον βαθμό που κανενός είδους «πρόστιμο» ή αποζημίωση δεν επιβάλλεται σε μια τέτοια συμπεριφορά.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ: Παρομοίως, στον εργασιακό χώρο, ας πάρουμε το παράδειγμα κάποιου που καθίσταται μέλος ενός συνδικαλιστικού σωματείου, μόνο και μόνο, για να επωφεληθεί από τυχόν προνομίες που απολαμβάνουν τα μέλη του. Ψηφίζει πάντα εναντίον των απεργιών, δεν συμμετέχει σε καμία κινητοποίηση, ίσως δε κατά βάθος να εχθρεύεται και την ιδέα του συνδικαλισμού. Ωστόσο κανείς απεργοσπάστης δεν απαρνήθηκε ποτέ την αύξηση που μια απεργία επέτυχε.

Ads

ΤΡΙΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ: Ακόμη πιο ακραία υποκριτική συμπεριφορά μπορεί να επιδείξει ένας πολεμοκάπηλος που συμμετέχει σε ένα φεστιβάλ υπέρ της ειρήνης, προκειμένου απλώς να απολαύσει δωρεάν τα καλλιτεχνικά δρώμενα όσων το διοργανώνουν.

Αρκετές τέτοιες καθημερινές συμπεριφορές υποκρύπτουν μια ανηθικότητα εφόσον οι διοργανωτές είχαν θέσει κάποιους συγκεκριμένους σκοπούς (με μια έννοια κανονιστικούς και περιοριστικούς της ελευθερίας) και ήταν εύλογο να προσδοκούν μια παρόμοια συμπεριφορά από τους προσερχόμενους. Είναι θέμα αμοιβαιότητας των περιορισμών ή όπως θα έλεγε ο φιλόσοφος John Rawls είναι θέμα ακριβοδικίας.

Προϋποθέσεις για να δημιουργηθούν τέτοιες υποχρεώσεις θεωρούνται το να  είναι δίκαιος ο θεσμός και εκούσια η συμμετοχή του καθενός που επωφελήθηκε. Τότε αυτομάτως δημιουργείται η υποχρέωση του να μην αλλοιώσει ως λαθρεπιβάτης το νόημα της προσπάθειας των υπόλοιπων «δια ίδιον όφελος». Κανείς δεν μπορεί να επικαλεστεί μια τέτοια «ελευθερία».

Τι είναι αυτό που ωθεί ανθρώπους σε τέτοιες συμπεριφορές; Τι είδους μέτρα θα ήταν αποτελεσματικά για να προάγουν την συνεργασία εκεί όπου η ανάπτυξη μιας τέτοιας συμπεριφοράς είναι πιθανή; Υπό ποιες ιδιαίτερες συνθήκες μια τέτοια συμπεριφορά ατομισμού καθίσταται εύλογη; Είναι τελικά ανήθικη μια τέτοια συμπεριφορά ή αποτελεί άσκηση ελευθερίας; Τέλος, ακόμη κι αν αυτή η στάση  θεωρηθεί ανήθικη, μπορεί κάτι τέτοιο να δώσει την βάση για την θέσπιση νομικής υποχρέωσης;

Και τελικά που βασίζεται η προσδοκία μιας ευρείας κλίμακας πολιτικής συμμετοχής αν δεν αντιμετωπιστούν τα κίνητρα υπέρ μιας συμπεριφοράς λαθρεπιβάτη;

Επίκαιρη η συζήτηση λόγω εμβολίου

Πιο συγκεκριμένα στο θέμα του εμβολίου, αν η οικονομία έχει καταστραφεί με αλλεπάλληλα  lockdown και οι πόροι της κοινωνικής ασφάλισης έχουν μειωθεί επικίνδυνα προκειμένου να χρηματοδοτηθούν η έρευνα, η προμήθεια και η διανομή του εμβολίου, μπορεί κανείς με την αποχή του να θέσει το όλο εγχείρημα σε διακύβευση, στερώντας του το αναγκαίο ποσοστό για την έλευση ανοσίας αγέλης;

Το χειρότερο δεν είναι το να επιχειρήσει κανείς να επωφεληθεί χωρίς να καταβάλει το μερίδιο του αλλά το ενδεχόμενο, σε ένα αγαθό που τελεί εν ανεπαρκεία, αυτή η συμπεριφορά να καταστήσει ολότελα άχρηστες τις προσπάθειες όλων των υπολοίπων. Η άσκηση του «υποχρεωτικού» εκλογικού δικαιώματος αντιμετωπίζεται από πολλούς με διάθεση λαθρεπιβάτη ωστόσο εκεί κι ένας πολίτης αν ψηφίσει, το πολίτευμα θεωρητικά λειτουργεί! Δεν υπάρχει δηλαδή κάποιο όριο συμμετοχής κάτω από το οποίο οι εκλογές να ακυρώνονται. Σε μια τέτοια περίπτωση, η αποχή θα αποκτούσε εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα. Στην περίπτωση του εμβολίου αυτό το όριο υπάρχει και απειλεί να ακυρώσει τις προσπάθειες των υπολοίπων.

Και αν στο παράδειγμα της ρύπανσης είδαμε  το πρόβλημα  να αντιμετωπίζεται με την θέσπιση αυστηρών νόμων που μπορούν να ρυθμίσουν τις ατομικές συμπεριφορές αναλόγως, ακόμη κι αυτό έχει ένα όριο. Το όριο βρίσκεται εκεί όπου η καταστροφική επίπτωση γίνεται τόσο μεγάλη που δεν μπορεί να αποζημιωθεί απλώς με την αρχή «ο ρυπαίνων, πληρώνει». Ποιο πρόστιμο θα ήταν άραγε  κατάλληλο για ένα Τσερνομπιλ;

Ας μην γελιόμαστε, αφού εξαντληθούν τα περιθώρια πειθούς, εξηγήσεων, διαβεβαιώσεων κλπ η πείρα δείχνει ότι ένας σκληρός πυρήνας θα επιμείνει  στην λογική του λαθρεπιβάτη. Εκεί, μήπως ένα ανάλογο μέτρο θα ήταν το να χρηματοδοτηθεί η λειτουργία των επιπλέον ΜΕΘ που θα χρειαστούν, με την επιβάρυνση όσων «συνειδητά και ελεύθερα» επιλέγουν μια τέτοια αντιεμβολιαστική στάση; Ή ίσως το να εντάσσεται κανείς «συνειδητά και ελεύθερα» σε μια δεύτερη λίστα, μειωμένης προτεραιότητας στις διαδικασίες διαλογής, αν τυχόν οι υπάρχουσες κλίνες δεν επαρκέσουν για όλους; Παρομοίως, έχει προταθεί το να προηγούνται οι ελάχιστοι δωρητές οργάνων, αν και εφόσον χρειαστούν οι ίδιοι μόσχευμα. Ισχύει εξάλλου ήδη κάτι τέτοιο για τους αιμοδότες.

Το επιχείρημα κάποιου ότι δεν αναγνωρίζει υποχρεώσεις απέναντι σε κάτι που ποτέ του δεν επιζήτησε, τουλάχιστον ως άτομο, παραμένει ισχυρό κι έτσι ο νομικός καταναγκασμός του δεν δικαιολογείται επαρκώς. Ιδιαίτερα πιθανή θεωρείται μάλιστα μια τέτοια στάση από όσους, φύσει ή θέσει, νοιώθουν αρκετά ισχυροί ώστε να εμπιστεύονται τις δικές τους δυνάμεις κι όχι το κράτος.

Το ατομικιστικό αυτό επιχείρημα εξουδετερώνεται  μόνο αν τυχόν η συμμετοχή κανενός στο συλλογικό εγχείρημα και τις ωφέλειες του υπήρξε εξακριβωμένα εθελούσια. Όμως πόσο μπορεί να παραστήσει το κράτος «το συνεργατικό σχήμα με εθελούσια συμμετοχή», έτσι ώστε να εφαρμοστεί χωρίς καταναγκασμό μια τέτοια αρχή δίκαιης κατανομής βαρών και ωφελειών; Και  εφόσον αποδεχόμαστε εξ αρχής την αδυναμία επιβολής των υποχρεώσεων, τότε τι απομένει από το κράτος χωρίς τους νομικούς καταναγκασμούς του; Μια χάρτινη τίγρης;

Η αυτονόητη ανάληψη του εγχειρήματος του εμβολιασμού από το πατερναλιστικό κράτος χωρίς να διαθέτει μάλιστα στην περίπτωση μας δυνατότητες νομικού καταναγκασμού, αποτελεί παγίδα. Η επίκληση της ιδιότητας του πολίτη ή του ασφαλισμένου δεν επαρκεί και μας χρειάζεται κάτι πιο συμμετοχικό, πιο ενεργητικό, πιο εθελούσιο προκειμένου να σηκώσει πρωταγωνιστικά το βάρος αυτής της συλλογικής ανάγκης. Ας γίνει υπόθεση της κοινωνίας των πολιτών!