Η δημοκρατική τάξη απαιτεί σεβασμό στη λαϊκή ετυμηγορία. Όποιο κόμμα πλειοψηφεί στις εκλογές και εξασφαλίζει τη δεδηλωμένη στη Βουλή αναλαμβάνει να κυβερνήσει για μια τετραετία. Αποκλίσεις και τερτίπια δεν επιτρέπονται, διότι υπονομεύουν ό,τι έχουμε και δεν έχουμε: το Σύνταγμα και την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.

Ads

Αν είναι έτσι απλά τα πράγματα, τότε γιατί έχει γίνει εθιμικό να ζητάει η εκάστοτε αντιπολίτευση από την εκάστοτε κυβέρνηση να παραιτηθεί πριν την ώρα της; Βλασφημούν τη Δημοκρατία και παραβιάζουν τους νόμους οι ηγεσίες των αντιπολιτευόμενων κομμάτων; Προφανώς όχι. Το αίτημά τους έχει συμβολικό χαρακτήρα. Είναι ένα επιφώνημα διαμαρτυρίας.

Καμιά κυβέρνηση δεν είναι υποχρεωμένη να παραιτηθεί -και δεν παραιτείται- μόνο και μόνο επειδή το ζητούν οι αντίπαλοί της. Το κοινοβουλευτικό πλαίσιο έχει όμως ορισμένες πρόνοιες. Αν, φερ’ ειπείν, θεωρηθεί ότι η κυβέρνηση προκαλεί ανεπανόρθωτη βλάβη στον τόπο με τις πολιτικές που ακολουθεί, η αντιπολίτευση έχει κάθε δικαίωμα να καταθέσει στη Βουλή πρόταση δυσπιστίας. Και η πλειοψηφία αποφασίζει.

Άλλο βέβαια αν ο ίδιος ο πρωθυπουργός εκτιμήσει ότι για λόγους πολιτικής αξιοπιστίας θα πρέπει να πάει σε πρόωρες εκλογές. Θυμίζω τι συνέβη στο πρόσφατο παρελθόν. Πολύ πριν ολοκληρώσει τη δεύτερη θητεία του, ο Κώστας Καραμανλής είδε τη χρεωκοπία να έρχεται και αποφάσισε να προσφύγει εκ νέου στις κάλπες. Γιατί; Οι φίλοι του λένε ότι το έκανε από δημοκρατική ευαισθησία, αντιλαμβανόμενος ότι θα έπρεπε να επιβάλει μια σιδερένια δημοσιονομική πειθαρχία, για την οποία δεν είχε εξουσιοδοτηθεί από το εκλογικό σώμα. Οι αντίπαλοί του έχουν άλλη εξήγηση: ότι «δραπέτευσε», επειδή ήταν δειλός και πολιτικά ανεύθυνος. Προσωπικά πιστεύω ότι επρόκειτο για έναν συνδυασμό ευαισθησίας και φόβου, που ήταν εν πολλοίς δικαιολογημένος. Έτσι ή αλλιώς πάντως, οι προσωπικές αμφιταλαντεύσεις και τα διλήμματα του τέως πρωθυπουργού έχουν ελάχιστη σημασία.

Ads

Έχουμε τώρα Αύγουστο του 2022. Η κρίση που σοβεί είναι άνευ προηγουμένου. Ας λένε οι κονδυλοφόροι της κυβέρνησης ό,τι θέλουν. Όσοι διαβάσουν τον ξένο τύπο και όσοι προσέξουν το πρόσφατο άρθρο του Στέλιου Κούλογλου στο tvxs θα καταλάβουν τι τρέχει. Μόλις ανέλαβε την κυβέρνηση το 2019, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δημιούργησε μια ΕΥΠ, που θα τη ζήλευε κι ο Εντοργάν. Έκτοτε, σε αγαστή συνεργασία με τους «επιχειρηματίες» του είδους και χέρι-χέρι με το βαθύ κράτος και τα εξαγορασμένα ΜΜΕ, ευτελίζεται ο δημόσιος λόγος, παραμορφώνεται η πραγματικότητα και χειραγωγείται βάναυσα η Δικαιοσύνη, με μόνο στόχο την περιθωριοποίηση της Αριστεράς και την παραμονή της Δεξιάς στην εξουσία. Είναι το δόγμα Βορίδη, με ένα επίχρισμα «επιτελικού κράτους». Ας μη διαφύγει αυτό, γιατί ποιος ξέρει τι θα δουν τα μάτια μας στην πορεία προς τις εκλογές.

Μήπως όμως συζητάμε για «ψιλά» και επιφαινόμενα, τη στιγμή που η ακρίβεια μαστίζει τα νοικοκυριά, το κόστος της ενέργειας γίνεται απαγορευτικό και η πανδημία αφανίζει τους υπερήλικες και τους στερημένους; Όχι. Όλα αυτά, που πράγματι ταλανίζουν την κοινωνία, έχουν άμεση σχέση με την ποιότητα της Δημοκρατίας: τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών, την πολιτική προστασία, ακόμα-ακόμα και την εξωτερική πολιτική. Η σημερινή κρίση είναι πρώτα απ’ όλα μια κρίση εμπιστοσύνης, που δημιουργεί ένα αξεπέραστο χάσμα ανάμεσα στην πολιτική ηγεσία και τους πολίτες. Αυτό το χάσμα πρέπει επειγόντως να γεφυρωθεί.

Κοντολογίς, αυτή η κυβέρνηση πρέπει να φύγει το συντομότερο, πριν αποσαθρωθεί εντελώς το δικαιακό σύστημα και το θεσμικό πλαίσιο της Δημοκρατίας. Αλλά ο Μητσοτάκης δεν είναι Καραμανλής να μας κάνει τη χάρη. Άρα;

Άρα, χρειάζεται αγώνας ανένδοτος και φωνή στεντορεία, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Να μην πέσει κάτω τίποτα και να αξιοποιηθούν όλοι οι τρόποι καταγγελίας της σημερινής κατάστασης. Όχι με κραυγές και επιφωνήματα, αλλά με συστηματικό, έξυπνο και πειστικό τρόπο, οι συνδαιτημόνες του Μητσοτάκη εντός και εκτός Ελλάδος, εντός και εκτός Βουλής, εντός και εκτός ΝΔ, θα πρέπει να κατανοήσουν ότι το συγκεκριμένο μπλοκ εξουσίας χρεωκόπησε. Οι δε πολίτες θα πρέπει να καταλάβουν ότι το κύριο αυτή τη στιγμή δεν είναι το ποιος θα διαδεχθεί τον Μητσοτάκη μετά τις εκλογές· το κύριο είναι να φύγει, τελεία.

Ένα μόνο θα ήταν χειρότερο και ενδεχομένως πιο επικίνδυνο από τη σημερινή κατάσταση: μια κυβέρνηση-αχταρμάς, με τεχνοκράτη πρωθυπουργό α λα Ιταλία. Αλλά αυτό, φαντάζομαι, το γνωρίζουν όλοι, από Στουρνάρα και Αλιβιζάτο έως Χριστοδουλάκη και Βενιζέλο. Έτσι δεν είναι;