Όταν ένας Έλληνας ή Ελληνοκύπριος ακούει τη λέξη «Κυπριακό», σχεδόν ασυναίσθητα την συνδέει μονομερώς με την τουρκική εισβολή του 1974, την προσφυγιά, τον αγιάτρευτο πόνο όσων έχασαν ή ακόμα αναζητούν δικούς τους ανθρώπους. Χωρίς ούτε κατά διάνοια να υποβαθμίζεται το ακόμα χαίνον συλλογικό τραύμα, ωστόσο, δεν μπορούν να αποφευχθούν δεύτερες σκέψεις που ανατρέπουν την στερεοτυπική αντιμετώπιση του ζητήματος.

Ads

Πρώτον, το τραύμα αυτό, ιδίως στην Κύπρο, παραμένει σκόπιμα ανεπεξέργαστο για να προσφεύγει σε αυτό,, ερεθίζοντάς το, το πολιτικό σύστημα όποτε μία εκλογική μάχη ή άλλη εφήμερη πολιτική σκοπιμότητα το επιβάλλει. Δεν είναι τυχαία η σχετική φράση που ακούγεται συχνά-πυκνά από πολίτες: «έστησαν πολιτικές καριέρες πάνω στον πόνο μας». Ο συνειδητός τορπιλισμός των δικοινοτικών συνομιλιών από την κυρίαρχη ελληνοκυπριακή (ακρο)δεξιά ελίτ, ειδικά από το 2017 και εντεύθεν καθώς και η προδιαγεγραμμένη «κατάρρευση» της πρόσφατης Πενταμερούς της Γενεύης, σκοπό έχουν να διατηρήσουν τον συναισθηματικό εκβιασμό, το μαύρο πολιτικό κεφάλαιο που το σύστημα Αναστασιάδη αντλεί από το διαιωνιζόμενο πρόβλημα. Σχεδόν 50 χρόνια κατ’ αποκλειστικότητα νομής της εξουσίας με την σφραγίδα του επίσημου κυπριακού κράτους είναι άλλωστε πολλά για να χαριστούν στα πλαίσια μια δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού.

Δεύτερον, στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, επιβραβεύτηκε ο τρόπος με τον οποίο πολιτεύεται η κυπριακή πολιτική ελίτ: διαφθορά, πώληση διαβατηρίων, αχαλίνωτη τσιμεντοποίηση, συστηματοποίηση προσπαθειών ώστε η Κύπρος να μεταμορφωθεί οριστικά σε διεθνές Ελ Ντοράντο. Παράλληλα, η ναζιστική ακροδεξιά διπλασίασε τα ποσοστά της, προσέφερε στη Δεξιά τις ψήφους της για την εκλογή Προέδρου της Βουλής (2ο τη τάξει πολιτειακό αξίωμα – αναπληρώνει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας εν τη απουσία του) και σε αντάλλαγμα έλαβε την προεδρία της ad hoc Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Δημογραφικού που φτιάχτηκε ειδικά για να την αναλάβει το ΕΛΑΜ.

Σκληρή διεφθαρμένη δεξιά στην εξουσία και ναζί ως ρυθμιστές του πολιτεύματος: αυτή υπήρξε η απόφαση των εκλογέων. Τα μισόλογα των προοδευτικών δυνάμεων δεν αρκούν για να αντιστρέψουν το σκηνικό εντός του οποίου πελαγοδρομούν από το τέλος της εποχής Χριστόφια: τυφλή, μη προγραμματική αντιπολίτευση, επιδίωξη αδιάφορων για την κοινωνία εφήμερων μικροκομματικών οφελών, χρονικά καθυστερημένος και περιπτωσιολογικός αντιφασιστικός λόγος.

Ads

Έτσι, δίπλα στο Κυπριακό Πρόβλημα της παράνομης συνεχιζόμενης κατοχής και του αναχρονιστικού πλαισίου εγγυήσεων δομήθηκε μεθοδικά ένα δεύτερο, Ελληνοκυπριακό Πρόβλημα: αυτό της αξιοποίησης του προβλήματος κατοχής και ‘’προστασίας’’ για την εμπέδωση μιας φαύλης πολιτικοοικονομικής και ιδεολογικής παντοκρατορίας.

  • Το Κυπριακό είναι η διαφθορά του ελληνοκυπριακού πολιτικού κατεστημένου. Η πώληση του εθνικού διαβατηρίου ωσάν να ήταν ένα οποιοδήποτε εμπορεύσιμο αντικείμενο, υποβαθμίζει την αίσθηση του κοινωνικού ανήκειν. Η Κύπρος από χώρα γίνεται χώρος. Η εμπλοκή του Προέδρου της Δημοκρατίας και των άλλων δύο μεγάλων κομμάτων (ΔΗΚΟ και ΑΚΕΛ) αποδεικνύει ότι η διαφθορά δεν είναι ιδεολογία ή κουλτούρα – όπως συχνά λέγεται –  αλλά μια συνειδητή πολιτική επιλογή.
  • Το Κυπριακό είναι η εθνικιστική ελληνοκεντρική παιδεία. Δύο γενιές Κυπρίων μεγάλωσαν με ένα εκκενωμένο νοήματος «Δεν Ξεχνώ» τυπωμένο πάνω στα μαθητικά τους τετράδια. Δύο γενιές εξαγοράστηκαν με παχυλούς μισθούς στο δημόσιο και σε πολυεθνικές που συνέδραμαν στο μεγάλο ξέπλυμα των ρωσικών, κινεζικών και άλλων μαύρων ταμείων. Η προσφυγική μνήμη αρχίζει να ατονεί, μαζί της και η διεκδίκηση δικαιοσύνης για τους υπαίτιους της προδοσίας του ’74, τους δολοφόνους συμπατριωτών τους στο πραξικόπημα και μετέπειτα, τους δικηγόρους τους που όχι μόνο ζουν ως ευκατάστατοι γείτονες της διπλανής πόρτας αλλά κατέχουν κρίσιμα πόστα σε όλο τον ευρύτερο κρατικό μηχανισμό: από την Εκκλησία και τον στρατό, μέχρι το Προεδρικό Μέγαρο, τα Υπουργεία, τις συστημικές τράπεζες και τα κραταιά δικηγορικά και ελεγκτικά γραφεία.
  • To Κυπριακό είναι το μη βιώσιμό παραγωγικό μοντέλο που επέβαλε και συντηρεί η ελληνοκυπριακή ελίτ. Η τεχνητή τραπεζική κρίση του 2013, με τον Αναστασιάδη να προστατεύει τους Ρώσους κροίσους πελάτες του και τον πρόεδρο του Δημοκρατικού Συναγερμού Αβέρωφ Νεοφύτου  τους διαβόητους developers – και όλα αυτά σε βάρος των ανυποψίαστων καταθετών – αν και αποκαλύφθηκε, θάφτηκε κάτω από τα γνωστά ανταλλάγματα: χαμηλή φορολογία, παράνομες διευθετήσεις, θεσμικά ανεκτή φοροδιαφυγή και απόκρυψη μη εξυπηρετούμενων δανείων εκατομμυρίων. Η απώλεια αρκετών δισεκατομμυρίων από την ακύρωση του περιβόητου ‘’Επενδυτικού Προγράμματος’’ που έγινε το όχημα  για το εμπόριο διαβατηρίων δεν μπορεί να υπερκεραστεί από τον τουρισμό που για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στερείται του βασικού του αιμοδότη: της βρετανικής αγοράς. Η φούσκα του «κυπριακού θαύματος» δεν θα αργήσει να σκάσει και πάλι. Και οι ταγοί δεν θα χάσουν την ευκαιρία να «υπενθυμίσουν» στους πολίτες που θα ξαναπληρώσουν την ζημιά ότι έχουν χρέος απέναντι στην λαβωμένη πατρίδα.
  • Το Κυπριακό είναι η καταστροφή των φυσικών πόρων και οι οικιστική αλλοίωση ολόκληρης της ελεύθερης επικράτειας. Τα κουφάρια των ουρανοξυστών της Λεμεσού, η δόμηση σε προστατευόμενες περιοχές, η αποσάθρωση των διεθνών προστατευτικών πλαισίων σε περιοχές σπάνιας ομορφιάς (π.χ. χερσόνησος Ακάμα), η εξάπλωση των ορυχείων, των λατομείων και των βιομηχανικών περιοχών εντός οικιστικών περιοχών, η θηριώδης κατανάλωση ενέργειας θέρμανσης, ψύξης, ηλεκτροδότησης από ογκώδη malls και γιγαντιαίες γραφειακές εγκαταστάσεις που συνεχίζουν να ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια: ένα οικονομικό μοντέλο που άλλοτε μοιάζει με του Ντουμπάι και άλλοτε με αυτό των ισραηλινών εποικισμών στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.
  • Το Κυπριακό είναι το όλο και ενισχυόμενο δίπτυχο μιντιοκρατίας και θεοκρατίας που εκπορεύεται από το σύστημα Αναστασιάδη και την Αρχιεπισκοπή της Εκκλησίας Κύπρου. Από τη μία, τα ΜΜΕ σε συντριπτικό ποσοστό συνδέονται με τον περίγυρο ή με το στενό οικογενειακό περιβάλλον του Προέδρου της Δημοκρατίας επιβάλλοντας μια εκκωφαντική ταυτοφωνία και συντρίβοντας οποιαδήποτε άλλη φωνή ή άποψη. Από την άλλη η Αρχιεπισκοπή που ταυτόχρονα συναλλάσσεται με τον Αναστασιάδη και συνδιαλέγεται με το ΕΛΑΜ, απαιτεί διώξεις καλλιτεχνών για ασέβεια προς τα θεία, γκρεμίζει νεότερα προστατευόμενα μνημεία, καταπατά αρχαιολογικούς χώρους, κανονικοποιεί την ρητορική μίσους προς μετανάστες και ομοφυλόφιλους και διατηρεί το άτυπο δικαίωμα βέτο σε οποιαδήποτε απόφαση σχετικά με το εθνικό σύστημα εκπαίδευσης.

Οι παραπάνω διαπιστώσεις ίσως θεωρούνται από ορισμένους προοδευτικούς κύκλους της Κύπρου ως «βούτυρο στο ψωμί της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς». Ωστόσο οι κύκλοι αυτοί καθώς και τα αδρανοποιημένα και αποσυνδεδεμένα από τις κοινωνικές εξελίξεις αντιπολιτευόμενα προοδευτικά κόμματα θα έπρεπε κάποια στιγμή να διερωτηθούν το εξής: αν η τουρκική κατοχή του 38% της Κύπρου έληγε αύριο, τα παραπάνω ζητήματα θα λύνονταν αυτόχρημα; Νομίζω, το αντίθετο: μία συζήτηση για το Κυπριακό χωρίς συζήτηση για την κακοδαιμονία της ελληνοκυπριακής κοινότητας δεν οδηγεί παρά σε νέες τραγωδίες, σε νέες μειοδοσίες και σε νέες θεσμικές, γεωπολιτικές και οικονομικές περιπέτειες. Με λίγα λόγια, η λύση του Κυπριακού δεν είναι πανάκεια για την λύση του Ελληνοκυπριακού.