Έφυγε λοιπόν ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα, ο αποσυνάγωγος που τα έβαλε με τις εξουσίες της μοντέρνας σχολής του ποδοσφαίρου κρατώντας μέσα στα ελαττώματα του όλη την μαγεία των ανθρώπων που δεν πίστεψαν σε ιεραρχίες και σε ψεύτικα είδωλα.

Ads

Για όσους κι όσες δεν κατάλαβαν ΤΙ ΗΤΑΝ Ο ΜΑΡΑΝΤΟΝΑ για τους απόκληρους αυτής της γης ένα μικρό απόσπασμα από ένα παλιό άρθρο που είχε φιλοξενήσει το tvxs.gr:

«Αλλά κι άλλοι χαμένοι της ζωής, που στερήθηκαν τίτλους, βρήκαν το υποστηρικτικό χέρι του πατέρα μες στο ποδόσφαιρο, σε μεγάλη ηλικία όμοια με τον μικρό «κουτσό» Στεφανή.

Μεταφορά πραγμάτων πολύ μεγαλύτερων, της ίδιας της Φροϋδικής μετουσίωσης, όπως ο τραγικά συγκλονιστικός στο προσωπικό αίτημά του Τζίμης του συγγραφέα μα και σημαντικού αθλητικογράφου Χρίστου Χαραλαμπόπουλου στο Ο Τζίμης κυλάει: «Έτσι ξεκίνησαν όλα ρε χαμουτζή, με μια κλεψιά. Όπως ο Πάρης με την Ελένη… Μου λεγε για κείνο το ονειρεμένο γκολ του Κούδα στην εξάρα με τον γαύρο στις Σέρρες, που δεν το ’δειξε η τηλεόραση, και ευτυχώς «…γιατί έτσι αποκλείεται να το ξεχάσω…» μου είπε.

Ads

«Το φυλάγω στο μυαλό μου ευλαβικά, γιατί ξέρω πως δεν υπάρχει πουθενά αλλού φυλαγμένη εκείνη η ζωγραφιά….» «Και θες να καταλάβεις από Κούδα, σάμπως νιώθεις από ποδόσφαιρο… εσύ δεν είχες στραβομουτσουνιάσει όταν είχε γράψει ο Αναγνωστάκης στο πρωτοσέλιδο της Αυγής για τον Άγιαξ; Δεν ταίριαζε με την κουλτούρα της κομματικής σου ορθοδοξίας, βλέπεις… ακόμη και όταν έβλεπες τον Κούδα στο γήπεδο, κοιτούσες τα ποδάρια του… τόσο ήξερες…»

-«Και πως έπρεπε ρε Τζίμη να τον βλέπω;»

…«Μου περνιέσαι και για διαβασμένος… πως βλέπεις, ρε αγροίκε, ένα έργο γλυπτικής και ψάχνεις τον κάθετο άξονα; … αλλά ποιος θα σου μάθει τη διαφορά του βλέπω από το κοιτάω. Φαντάσου, άμα μπορείς ένα διάγραμμα με τους 22 παίκτες στο γήπεδο και απομόνωσε τις μπαλιές του Γιώργαρου στο χορτάρι… γραψ’τες με κόκκινο μελάνι και την κίνησή του με μαύρο…»

Μιλούσε και ζωγράφιζε με παροξυσμό στο χαρτί τις γραμμές για δεκάδες παιχνίδια, εκατοντάδες φάσεις… ζωγράφιζε πυρετωδώς χιλιάδες επινοήσεις και πάνω στο χαρτί του βγαίνανε σχήματα γεωμετρικά…. Αλλόκοτα, παράξενα… έβγαιναν αστέρια, πουλιά, χαμόγελα, μέχρι και τρεχαντήρια, πράγματα που ποτέ δεν είχα φανταστεί.

«Και θες να καταλάβεις ρε χαμουτζή από Κούδα… δεν τα χωράει τέτοια πράγματα το κουκούτσι σου…»

Ξαφνικά, με μια οργισμένη κίνηση πετάει χαρτιά και στυλό, τεντώνει τα χέρια του, με βουτάει από το γιακά και με τραβάει προς το πρόσωπό του. ‘Λέγε ρε χαμουτζή, το χωράει το κουκούτσι σου; Το χωράει ότι το ποδόσφαιρο είναι τέχνη και γεωμετρία; Ότι ένα γλυπτό σε φυσικό μέγεθος μπορεί να κινείται στο γήπεδο; Ότι στο γήπεδο ο κύκλος τετραγωνίζεται; Το χωράει, ρε; Σε ρωτάω…».

Σαν κάποιος να έκλεισε έναν διακόπτη ο Τζιμης ηρεμεί, κατεβάζει τα χέρια από το γιακά μου και παίρνει το τσιγάρο που καιγότανε στο τασάκι. … Σηκώνει τα μάτια και μου λέει αργά, χωρίς περιφρόνηση αλλά με πίκρα: «Έπρεπε στα γήπεδα απ έξω να χουνε την ίδια επιγραφή που είχε και η ακαδημία του Πλάτωνα –μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω- και τότε να δούμε που θα βλέπατε μπάλα.

Στραγγίζει ραγισμένος το τελευταίο ούζο, βάζει τα χέρια του πάνω στις ρόδες κι αρχίζει να σμπρώχνει το καροτσάκι προς την έξοδο.

Ο καφετζής φέρνει μια μικρή ξύλινη μπάρα  και τη βάζει στο σκαλοπάτι της εξόδου. «Πατέντα του Τζίμη σκέφτηκα και λίγο πριν φτάσει στην έξοδο του φώναξα:
«Ρε Τζίμη, δεν μου είπες…. Τι ήτανε, τελικά, για σένανε ο Κούδας;»
Ο Τζίμης σταμάτησε το καροτσάκι, γύρισε, με κοίταξε με κείνα τα λαμπερά πράσινα μάτια που είχαν βουρκώσει και μου είπε με καθαρή φωνή:
«Τα πόδια μου, ρε χαμουτζή, τα πόδια μου…»

ΥΓ. Έτσι θα σε θυμάμαι Ντιεγκίτο… Άλλωστε αυτό το παλιάς σχολής ποδόσφαιρο έχει χαθεί πια από την ‘ρομποτική των συστημάτων’…Παρέα τώρα με τον άλλο αποσυνάγωγο “τον Γεώργιο Μπεστ τον ποδοσφαιριστή” όπως τον αποκαλούσε ο λατρεμένος Χατζιδάκις…  Εάν ο Γκάλης ήταν τα χέρια μας, εσύ, όπως ο Βάσια, ο Δομάζος  κι ο Κούδας στα καθ υμάς, ήσουν τα πόδια μας.