Το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών ανακοίνωσε ότι προτίθεται να προβεί σε σύναψη σύμβασης με σύμπραξη δημόσιου – ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), μετά από Διεθνή Διαγωνισμό, με αντικείμενο την “Διαχείριση – Λειτουργία και Συντήρηση του Εξωτερικού Υδροδοτικού Συστήματος (Ε.Υ.Σ.) Αθήνας”. Ήδη από τις 19 Μαΐου προκήρυξε τρεις παράλληλους διαγωνισμούς για την ανάθεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών τεχνικού, νομικού και χρηματοοικονομικού συμβούλου με σκοπό να προετοιμάσει το έδαφος για τη διεξαγωγή διεθνούς διαγωνισμού (ΣΔΙΤ) με αντικείμενο τη διαχείριση, λειτουργία και συντήρηση του Εξωτερικού Υδροδοτικού Συστήματος (ΕΥΣ) Αθήνας. Όμως, την ίδια ώρα βρίσκεται σε εξέλιξη η διαπραγμάτευση με την ΕΥΔΑΠ ΑΕ για τη σύναψη της νέας σύμβασης συνέχισης της υδροδοαρχικής εικοσαετούς σύμβασης 1999-2019 για τη διαχείριση, λειτουργία και συντήρηση του Εξωτερικού Υδροδοτικού Συστήματος (ΕΥΣ) Αθήνας, όπως καταγγέλλει ο Σύλλογος  Μηχανικών και Επιστημονικού προσωπικού της ΕΥΔΑΠ.

Ads

Ωστόσο, κάποιος μπορεί να ισχυρισθεί ότι η εν λόγω σύμπραξη δεν αφορά στην ιδιωτικοποίηση του νερού της ύδρευσης, η ουσία όμως είναι ότι η ιδιωτικοποίηση των φραγμάτων, των αντλιοστασίων, των δικτύων μεταφοράς και εν γένει όλων των υποδομών ύδρευσης δημιουργεί τους όρους για τον «έλεγχο» του νερού από τους ιδιώτες που θα αναλάβουν τη διαχείριση, λειτουργία και συντήρηση όλων των παραπάνω.

Το θέμα λοιπόν της ιδιωτικοποίησης του πόσιμου νερού επανέρχεται με αποφασιστικότητα και καλό είναι να θυμηθούμε, τι συνέβη σε διάφορες περιοχές του πλανήτη, οι οποίες αρκετά χρόνια πριν, προέβησαν σε ιδιωτικοποιήσεις των δικτύων ύδρευσής τους.

Από τις πρώτες χώρες που προχώρησαν σε ιδιωτικοποίηση του νερού ήταν η Μ. Βρετανία, με τη Μάργκαρετ Θάτσερ το 1989 να ιδιωτικοποιεί το δίκτυο ύδρευσης στην Αγγλία και την Ουαλία. Παρατηρείται τότε βελτίωση στην  ποιότητα του νερού αλλά ταυτόχρονα και μια γενναία αύξηση των τιμών σχεδόν κατά 50%. Έτσι, παρά τη βελτίωση της ποιότητας του νερού, ο κίνδυνος να μείνουν σπίτια χωρίς νερό λόγω της αύξησης της τιμής ήταν μεγαλύτερος. Σήμερα το κόστος του νερού παραμένει αρκετά υψηλό παρά γεγονός ότι υπάρχουν τέσσερις ιδιωτικές εταιρείες ύδρευσης και λόγω  του ανταγωνισμού θα ανέμενε κανείς χαμηλότερες τιμές.

Ads

Η Αργεντινή ήταν από τις πρώτες χώρες που ιδιωτικοποίησε το σύστημα ύδρευσής της. Το 1993 η τότε κυβέρνηση παρέδωσε τη δημοτική ύδρευση σε ένα consortium πολυεθνικών και τοπικών εταιρειών. Η Παγκόσμια Τράπεζα έσπευσε να συγχαρεί την κίνηση της Αργεντινής χαρακτηρίζοντάς την ως την πιο ελπιδοφόρα επένδυση. Όμως η χαρά δεν κράτησε πολύ. Οι εταιρείες τοποθέτησαν σε θέσεις -«κλειδιά» φίλους της κυβέρνησης με τεράστιους μισθούς ενώ για να αντεπεξέλθουν στο υψηλό κόστος, επέβαλαν αύξηση των τιμολογίων που έπληξαν εκατομμύρια φτωχά νοικοκυριά. Σε πολλές περιπτώσεις οι εταιρείες για να αυξήσουν τα κέρδη μείωσαν τα έξοδα συντήρησης ενώ δεν προχώρησαν στην αντικατάσταση των παλιών σωληνώσεων, με αποτέλεσμα το νερό να πλημμυρίζει τις φτωχότερες συνοικίες. Με την οικονομική κρίση που ακολούθησε, οι καταναλωτές δεν μπορούσαν πλέον να πληρώσουν τους λογαριασμούς νερού και το 2005 οι πολυεθνικές Suez and Aguas de Barcelona αποσύρθηκαν από το πρόγραμμα. Η κυβέρνηση «επανακρατικοποίησε» το δίκτυο, του οποίου όμως οι ζημιές ήταν τόσο μεγάλες, ώστε χρειάστηκε να το αποκαταστήσει από την αρχή.

Στη Νότια Αφρική η ιδιωτικοποίηση του δικτύου ύδρευσης είχε ως αποτέλεσμα μια από τις χειρότερες επιδημίες χολέρας στις φτωχές συνοικίες του Γιοχάνεσμπουργκ το 2000-2002.

Το 2008 στη Γαλλία, ο δήμος του Παρισιού αποφάσισε να μην ανανεώσει τη σύμβαση με τις εταιρείες Veolia και Suez που κατείχαν το δίκτυο από το 1985, αλλά να αναλάβει η δημοτική αρχή το σύστημα ύδρευσης. Το 2010 ιδρύεται η δημοτική εταιρεία Eau de Paris και ο δήμος καταφέρνει να εξοικονομήσει 35 εκατ. ευρώ τον χρόνο προχωρώντας παράλληλα σε μείωση των τιμολογίων κατά 8%.  Με παράδειγμα το Παρίσι, 40 ακόμη γαλλικοί δήμοι αποφάσισαν επίσης να αναδιοργανώσουν τις υπηρεσίες ύδρευσης στη βάση της «δημοτικοποίησής» τους, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων πόλεων όπως το Μπορντό.

Στη Γερμανία οι υπηρεσίες ύδρευσης ανήκουν στον δημόσιο τομέα με εξαίρεση το Βερολίνο.

Η Ολλανδία, με νόμο του 2004, κήρυξε παράνομη κάθε συμμετοχή ιδιωτικού οργανισμού σε υπηρεσίες ύδρευσης.

Η ιδιωτικοποίηση του νερού στην Ιταλία ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του1990. Η ιταλική νομοθεσία υποχρεώνει πλέον, όλες τις επιχειρήσεις νερού να κατοχυρώνονται ως SpA (ανώνυμες εταιρείες) αμιγώς ιδιωτικές ή σε συνδυασμό με δημόσια ιδιοκτησία. Έτσι την ύδρευση την διαχειρίζονται ιδιωτικές επιχειρήσεις με βασικό τους στόχο το κέρδος. Τα τιμολόγια νερού αυξήθηκαν από το 1997 ως το 2006 κατά 61,4% έναντι του πληθωρισμού που αυξήθηκε κατά 25% και της απασχόλησης που έπεσε κατά 30%.

Οι υπέρογκες αυξήσεις τιμών, η ελλιπής συντήρηση των δικτύων, οι ανύπαρκτες επενδύσεις, οι μαζικές μολύνσεις και η διάδοση ασθενειών είναι οι συνέπειες των ιδιωτικοποιήσεων του πόσιμου νερού στις περιοχές όπου αυτές εφαρμόσθηκαν. Έτσι, τα τελευταία χρόνια διαπιστώνεται μια τάση επαναφοράς των ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων υπό τον έλεγχο του δημοσίου ή των δημοτικών αρχών. Μελέτη που πραγματοποιήθηκε το 2011 από το Πανεπιστήμιο της Λειψίας σε περισσότερους από 100 γερμανικούς δήμους κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η τάση είναι προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης παροχής υπηρεσιών από τον δημόσιο τομέα.

PSIRU (Public Services International Research Unit)
Re-municipalization in Europe

image

Η τάση επαναφοράς των ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων υπό τον έλεγχο του δημοσίου επιβεβαιώνει την αποτυχία των πολιτικών ιδιωτικοποίησης, που τα περασμένα χρόνια επικράτησαν με χαρακτηριστικά γενικευμένης εφαρμογής. Οι αποτυχίες και τα προβλήματα στην απόδοση του ιδιωτικού τομέα είναι οι βασικοί λόγοι για αυτήν την επαναφορά. Ο σημαντικότερος παράγοντας σε όλες τις περιπτώσεις ήταν η μείωση του κόστους και η μεγαλύτερη αποδοτικότητα της εσωτερικής υπηρεσίας,  το αντίθετο δηλαδή από αυτό που ισχυρίζεται ο ιδιωτικός τομέας. Επιπλέον, καταγράφεται μεγάλη απώλεια θέσεων εργασίας λόγω της ιδιωτικοποίησης.

Η αποτίμηση του κόστους – οφέλους με κοινωνικοοικονομικούς όρους αποδεικνύεται ότι είναι σε βάρος της κοινωνίας. Η επικέντρωση στη μεγιστοποίηση του κέρδους έχει αρνητικό αντίκτυπο στον κοινωνικό ρόλο των επιχειρήσεων και στο εργατικό τους δυναμικό. Η κοινωνική προσφορά παύει να αποτελεί κυρίαρχο στόχο και πρωτεύοντα ρόλο παίζει το κέρδος. Η επικέντρωση στη μεγιστοποίηση των κερδών πολλές φορές περιλαμβάνει ακόμη και την απαξίωση των υποδομών που εκμεταλλεύονται καθόσον επιλέγουν να μην πραγματοποιούν επενδύσεις στη συντήρηση και ανακατασκευή των απαιτούμενων δικτύων με επιπτώσεις που μπορεί να θέτουν ακόμη και σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία.

Το θέμα είναι ότι το βαρύ κοινωνικό και οικονομικό κόστος της αποτυχίας αυτών των πολιτικών το επωμίστηκαν οι πολίτες και όχι οι ιδιώτες που είδαν μόνο τα κέρδη τους να αυξάνονται.

Ποιος ο λόγος λοιπόν, να δοκιμαστεί η ήδη αποτυχημένη συνταγή και στην περίπτωση της ΕΥΔΑΠ;

Δέσποινα Κετογλίδου, Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός, Msc Συγκοινωνιολόγος, Master Δημόσιας Διοίκησης