Καθόλου καλά δεν είμαι σήμερα. Καλά καθόλου! Οχι έτσι, αφ’ εαυτού μου. Οχι «δεν ξέρω τι μου φταίει». Οχι δίχως λόγο. Και τι μου έφταιξε ξέρω και τον λόγο ξέρω και ξεράδια μου. Και να πεις δεν το έχω πει; Και δέκα φορές πήρα τηλέφωνο. Και από κοντά πήγα στην αντιδήμαρχο να εξηγήσω, να παρακαλέσω, να ικετεύσω εν ανάγκη. Και ξημερώματα βγήκα με τα μπικουτί να φωνάζω απ’ τα μπαλκόνια. Και αποτέλεσμα ουδέν: συνεχίζουν να το κάνουν κάθε τόσο και τάμα κάνουμε κάθε βράδυ μη μας βρει αυτό το «κάθε τόσο» το ξημέρωμα.

Ads

Επί χρόνια προσπαθούσα να μπει ένας ρημαδοκάδος ανακύκλωσης στη γειτονιά μου. Μια δεν είχαν, μια δεν περίσσευε, μια κάτσε να δούμε. Τελικά ήρθε… Αυτός ήρθε κι εμάς μας πήρε και μας (ξε)σήκωσε.

Θες βαριούνται, θες το ‘χουν συνήθειο, θες δεν καταλαβαίνουν, πάντως κάθε όποτε, αντί να φέρουν το φορτηγό της ανακύκλωσης μέχρι τον κάδο, πάνε τον κάδο μέχρι το φορτηγό. Δεν τον πάνε, τον σέρνουν! Ενα τετράγωνο ολόκληρο! Και κει που είσαι στον γλυκό τον ύπνο, κατά τις έξι το πρωί, αρχίζει το πανηγύρι: γκρουν γκρουν γκρουν, γκρουν γκρουν γκρουν – μια να πάει, μια να έρθει. Ενα τετράγωνο ολόκληρο. Χθες βράδυ, στο τσακ ήμουν να τρέξω με τη νυχτικιά, να σβαρνιστώ πάνω του και να φωνάξω: «Κάτω τα χέρια από τον κάδο! Το δικαίωμα στον κάδο είναι ιερό! Αφήστε τον κάδο εκεί που ανήκει!» και άλλα παρόμοια επαναστατικά κι ανακυκλώσιμα.

Γι’ αυτό σου λέω. Δεν είμαι καλά σήμερα. Καθόλου καλά δεν είμαι. Μόνη λύση, η εκλογίκευση. Γιατί διαπίστωσα πως αυτό που μ’ ενοχλεί περισσότερο δεν είναι τόσο το τι συμβαίνει όσο το γιατί συμβαίνει.

Ads

Δεν ξέρω αν είναι αστικός μύθος ή πραγματικότητα. Μπροστά δεν ήμουν, όρκο δεν παίρνω, μα το πιστεύω. Ηταν λέει ο Φρόιντ εκεί στη Βιέννη, κάπνιζε κι έγραφε στην πολυθρόνα του και σαν -με τα πολλά- κατάλαβε πώς λειτουργεί ο ανθρώπινος ψυχισμός, πετάχτηκε πίσω φωνάζοντας: «Δεν μπορεί να είναι έτσι ο άνθρωπος!»

Διδακτορικό στον Φρόιντ δεν έχω, ωστόσο και μάθημα τον έδωσα και ο απαυτός μου κάλους έβγαλε (κανονικά, κανονικότατα) να τον μάθω. Και απ’ αυτά που έμαθα, λέω τούτο: μεγάλη μορφή ήταν ο τρελάρας· και γιατί τον απορρίπτουν οι μοντέρνοι ψυχαναλυτές δεν καταλαβαίνω.

Τρία πράγματα, λέει ο Σίγκμουντ, διαρθρώνουν την ανθρώπινη ψυχή (Δεύτερη Τοπική Θεωρία): το Εγώ, το Υπερεγώ και το Αυτό. Το πρώτο είναι το λογικό, αναπτύσσεται μαζί με το άτομα και δεν είναι έμφυτο (σιγά μην ήταν). Το δεύτερο είναι κάτι σαν «ηθική συνείδηση», που θέτει εσωτερικούς, ηθικούς κανόνες, φρενάρει συμπεριφορές, ενίοτε βάζει και τιμωρίες (σιγά που δεν θα ‘βαζε). Και το τρίτο… ε αυτό το «Αυτό» είναι που μας πάει και μας φέρνει (και που πολύ το πάω): αντιστοιχεί στα ένστικτα, στις ενορμήσεις, στα έμφυτα, στις ηδονές και στα καλά τους.

Ερχεται τώρα το Υπερεγώ και σβαρνιέται (όπως εγώ στον κάδο) πάνω στο Αυτό, ώστε να μπορέσει το Εγώ να υπάρξει σε μια κάποια «κανονικότητα». Τουτέστιν, «Τζόκερ» κατάσταση: Είδες αυτό που δεν θέλουν; Ντα! Κάνεις αυτό που δεν πρέπει; Να! Είπες αυτό που δεν κάνει; Παρακαλώ, περάστε από τα κεντρικά δι’ υπόθεσίν σας.

Παρ’ όλες τις άνωθι επεξηγήσεις, τι διάολο συμβαίνει στο μυαλό των εργαζομένων στο δήμου και μου μετακινούν τους κάδους κάθε τόσο, αδυνατώ να καταλάβω. Μήτε τι τρέχει με τα δικά μου νευροφυτικά να καταλάβω μπορώ, που δεν τους αντέχω. Οπως και να ‘χει, να κοιμηθώ σαν άνθρωπος δεν το βλέπω.

Εγώ ίσως όχι, ο Κυριάκος όμως ναι. Αυτός «κοιμάται ήρεμα τα βράδια». «Γιατί ξέρει [!] ότι όλη μέρα έχει προσπαθήσει σκληρά για να πάμε ένα βήμα παραπέρα!».

Διαβάζοντας αυτά σε προχθεσινή εφημερίδα του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Μαρινάκη (και μάλιστα στο κύριο άρθρο!), το αποφάσισα: Θα πάρω εαυτόν και το Αυτό μου μαζί και θα κοιμηθώ μέσα στον κάδο.

Και θ’ αφήσω στον Κυριάκο χάρισμα και το Υπερεγώ και τα όνειρα γλυκά του.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών