«Κατά την διάρκεια του 16ου και 17ου αιώνα, σε κάθε πόλη και χωριό, εκτελούνταν μαζικά γυναίκες ως μάγισσες. Σε κάποιες περιοχές εκτελούνταν σε εβδομαδιαία βάση ένας μικρός αριθμός γυναικών, ενώ σε κάποιες άλλες εκτελούνταν εκατοντάδες σε μια μέρα. Οι εκτελέσεις συνεχίστηκαν για δυο αιώνες και επηρέασαν την ζωή όλων.  Έσπειραν τον φόβο, κατέστρεψαν κοινωνικά δίκτυα, κατέστειλαν αντιστάσεις και δεν σταμάτησαν παρά μόνο όταν ο πληθυσμός ήταν επαρκώς υποτελής, και το αναδυόμενο κράτος, οι καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις και η εκκλησία είχαν χώσει τα νύχια τους βαθιά στις ζωές και στις ψυχές των ανθρώπων.» (Γυναίκες στην Πυρά, LadyStardust, σελ 26).

Ads

Ποια ήταν τα κοινωνικά, οικονομικά και ιδεολογικά αίτια μιας τόσο φριχτής και μη επαρκώς μνημονευμένης «φυλο-κτονίας»;

Ούτε οι δίκες των μαγισσών, ούτε η ιδέα ότι οι μάγισσες είναι σατανικές προϋπήρχαν αυτής της περιόδου. Παρόλο όμως που το κυνήγι μαγισσών ουσιαστικά ξεκίνησε στα τέλη του 15ου αιώνα με την έναρξη του πρώιμου μοντερνισμού, και πολλές από τις αιτίες του είχαν κυοφορηθεί τους προηγούμενους αιώνες με την νομιμοποίηση των βασανισμών ‘στο όνομα του καλού’ από την Ιερά Εξέταση, την εποχή εκείνη λαμβάνει .τις διαστάσεις ενός γενικευμένου «ηθικού πανικού» (Hall, 1988). Πανικού που δημιουργείται ώστε να νομιμοποιήσει το ‘δικαίωμα’ μιας ηγεμονικής μειοψηφίας να διεκδικεί  στο όνομα της (ψευδο)ηθικής για τον εαυτό της το ‘δικαίωμα’ να καθορίζει τις ζωές (ουσιαστικά τα όρια δράσης) όλων, εξασκώντας την έκτακτη εξουσία της εναντίον, αρχικά, των ανυπότακτων «άλλων».

Ο πανικός αυτός όχι μόνο νομιμοποίησε με το αζημίωτο την πολιτικο-θρησκευτική ιεραρχία της εποχής, (προβάλλοντάς την ως αναγκαία για να βρούμε τον παράδεισο κι ας δημιουργούσε την κόλαση), αλλά και δημιούργησε βασανιστήρια που εξασκούνταν με την γνωστή ανατριχιαστική εφευρετικότητα τους είδους μας σε ανθρώπινα και όχι μόνο πλάσματα, ως απάντηση στην εσωτερική απειλή των ‘αιρετικών’, απειλή που νοούνταν ανάλογη με την εξωτερική απειλή των ‘απίστων’.

Ads

Παίρνοντας το πρόσωπο του κτήνους…

Η ‘δαιμονοποίηση’ του άλλου πλάσματος, υπαρκτή μέσα μας μα και χειραγωγημένη από τις εκάστοτε ιεραρχίες ώστε να παίρνει συγκεκριμένες μορφές και κατευθύνσεις, υπήρχε, δολοφονική και ηλίθια, και πριν. Αλλά την εποχή εκείνη απέκτησε ιδιαίτερα, έντονα, και εξαιρετικά επεξηγηματικά για πλευρές της εποχής μας χαρακτηριστικά. Η κατασκευασμένη ‘δαιμονοποίηση’ της γυναίκας, τόσο επίκαιρη την ώρα που ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός, (αντάμα, όπως πάντα, με βαθιές οικονομικές και γεωπολιτικές μεταβολές) εξαπλώνεται σε όλον τον πλανήτη, χρησίμευσε για να ανακατασκευάσει πλήθος άλλων πραγμάτων, και έχει τόσο εσωτερικευθεί που επηρεάζει την καθημερινότητά μας και σήμερα. Η καταγραφή ενός Ολοκαυτώματος που συνέβη αυτήν την φορά με βάση το φύλο, και η (προσδοκώμενη) πρόταση για να δημιουργηθεί πια (και με τόση ανεπίτρεπτη καθυστέρηση) Ημέρα Μνημόνευσης των Θυμάτων του στην Ευρώπη, δεν αποτυπώνει μονάχα το χθες, προασπίζει (όσο μπορεί και της αναλογεί) και το αύριο. Αλλά για να γίνει αυτό χρειάζεται να κοιτάξουμε κατάματα ό,τι συνέβη τότε.

Ο Thurston (2001) μιλά για μια στροφή στις Χριστιανικές κοινωνίες που (για κοινωνικοοικονομικούς και πολιτισμικούς λόγους) ξεκίνησε να συμβαίνει αργόσυρτα (όπως κάθε τι σχεδόν τότε) γύρω στο 1000 και κορυφώθηκε ίσως τους αιώνες αυτούς, μετατρέποντάς τες από εν συγκρίσει ‘’ανοιχτές και ανεκτικές” σε κοινωνίες «ενός γενικευμένου (ενάντια σε κάθε είδους μειονότητα) κυνηγητού». Είναι η εποχή που οι πρωτοχριστιανικές κοινότητες που ευαγγελίζονταν «έναν δικαιότερο κόσμο αγάπης» μεταβάλλονται με τρόπο ώστε να θυμίζουν όλο και περισσότερο (όπως συνέβη χρόνια αργότερα και στην αμιγώς πολιτική) τους διώκτες τους. Όπως σωστά έγραψε ο Ρώσος Χριστιανός φιλόσοφος Ιάκωβος Γκόφτσετερ «στο όνομα σου Κύριε ο Σατανάς κυβερνά. Ντύθηκε  τα άμφια σου, καπηλεύτηκε τα σύμβολα σου και σε σταυρώνει κάθε μέρα».

Εάν στα Ρωμαϊκά χρόνια «οι άλλοι» όπως οι χριστιανοί θανατώνονταν (τόσο στην πραγματικότητα όσο και στις καταγραφές που έχουν σωθεί στα μυθιστορήματα της εποχής) μιμούμενοι συχνά τον ήρωα μιας μυθικής ιστορίας (πχ κατασπαρασσόμενοι σε δημόσιους χώρους επάνω στον Σταυρό από ‘θηρία’ όπως ο Προμηθέας επάνω στον βράχο) όταν ο Χριστιανισμός «νίκησε» (όταν απέκτησε την κρίσιμη μάζα ώστε να τον κάνουν οι ηγεμόνες επίσημη τους θρησκεία δλδ) άρχισε να κάνει με άλλους τρόπους το ίδιο ακριβώς. Γύρω στο 1000 άρχισε το μυθολογικό μοτίβο της αναπαράστασης του διαβόλου ως ‘θηρίου’ και λίγους αιώνες μετά είχε παγιωθεί ως ένα θηρίο πανίσχυρο, στην συνομωσία του οποίου τάσσονταν οι αιρετικοί, οι λεπροί, οι εβραίοι, οι ομοφυλόφιλοι, οι γάτες κι οι τσουκνίδες, το διαβολικό φυτό που αρνούνταν να πεθάνει γρατζουνώντας παντοτινά τις αυλές των παπών και των ‘αριστοκρατών’ της εποχής. Και βέβαια και οι γυναίκες, ο κόλπος των οποίων υπήρξε η πύλη της κόλασης.

Οι μύθοι πως όλες αυτές οι ομάδες πίνουν το αίμα παιδιών σε βαρέλια, διασπείρουν αρρώστιες και πως συνωμοτούν υπέρ του κακού για να αποδιώξουν το… καλό που οι ιεροεξεταστές αντιπροσώπευαν έλκουν όχι την καταγωγή αλλά την μαζική διασπορά και την μαζική πολιτική χρήση τους από τότε, κορυφώνοντας την «αυτονόητη»(! λολ) ύπαρξή τους τον 14ο αιώνα. Ήδη η θεολογία του Θωμά του Ακινάτη από τον 13ο αιώνα νομιμοποιούσε κι ευλογούσε τις δολοφονίες και τους βασανισμούς κατά των «μάγων» (ανδρών και γυναικών) ώστε όταν ο Πάπας Ιννοκέντιος ο 8ος  (εκ του Innocent, του Αθώου! Οργουελική η γλώσσα της εξουσίας αποξαρχής) εξέδωσε στα τέλη του 15ου το Summis des iderantes affectibus, η κοινωνία είχε εκπαιδευτεί μαζικά για να αποδέχεται την φρίκη, το κακό που (για άλλη μια φορά στο όνομα της ασφάλειας ή της ανάγκης) ερχόταν.

Το ερώτημα όμως παραμένει: Γιατί όταν ξέσπασε το κακό η μαγεία είχε αποκτήσει φύλο; Γιατί το κυνηγητό δεν υπήρξε εναντίον των Μάγων (θετικών Συμβόλων μέσα από τον μύθο της γέννησης του Ιησού) αλλά εναντίον των μαγισσών (αρνητικών αναπαραστάσεων στα λαϊκά παραμύθια από κει κι έπειτα με γαμψές μύτες φτερωτές σκούπες και σκοτεινές ψυχές;) Κι ακόμη γιατί οι δίκες κόπασαν ξανά τον 18ο αιώνα και η μαγεία έπαψε να αποτελεί έγκλημα σε όλη σχεδόν την Ευρώπη; Και γιατί ξαναχρησιμοποιήθηκε μόλις το 1833 στο Τεννεσί, σε  εποχή γενικευμένου αγώνα κατά της δουλείας, εμπνέοντας το περίφημο θεατρικό του Άρθουρ Μίλερ, όταν θέλησε με την σειρά του να μιλήσει για `τα θύματα του Μακαρθισμού;