Οι επικείμενες εκλογές πραγματοποιούνται σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από πολλαπλές κρίσεις που γεννούν μεγάλες αβεβαιότητες σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Απέναντι σε αυτές τις αβεβαιότητες καλούνται να τοποθετηθούν και τα πολιτικά κόμματα που διεκδικούν την ψήφο των πολιτών στις κάλπες της 21ης Μαΐου καταθέτοντας προτάσεις για ένα καλύτερο αύριο και τη διακυβέρνηση της χώρας.

Ads

Στην Ελλάδα βιώσαμε δυστυχώς το εξής παράδοξο. Ενώ η πλειονότητα των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν τις κρίσεις της πανδημίας και της ακρίβειας στην ενέργεια, αναγνώρισαν τον κομβικό ρόλο της πολιτείας και άρχισαν να την ενισχύουν στην αντιμετώπιση των κρίσεων, στην Ελλάδα, με επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη συνέβη ακριβώς το αντίθετο. 

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέλεξε να μην ενισχύσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) ακόμη και μετά την πανδημία όταν, η Ελλάδα μάλιστα ήταν πρώτη σε κρούσματα COVID-19 και δεύτερη στους θανάτους, σε τραγικές ανθρώπινες απώλειες μεταξύ τριάντα (30) ευρωπαϊκών χωρών στο τέλος του 2022. Η ατομική ευθύνη ήταν στο επίκεντρο της κυβερνητικής στρατηγικής.

Μέχρι τη δημοσίευση μάλιστα της γνωστής πλέον μελέτης Τσιόδρα-Λύτρα ο κος Μητσοτάκης δεν αναγνώριζε ότι η θνησιμότητα αυξάνεται εκτός Μονάδων Εντατικής Θεραπείας. Η πραγματικότητα είναι ότι η ΝΔ διαχρονικά δεν θέλει ένα ισχυρό ΕΣΥ αλλά, θέλει να στηρίξει την ιδιωτική υγεία.

Ads

Η Νέα Δημοκρατία σήμερα υπόσχεται -προεκλογικά- στην υγεία, στην παιδεία, στην οικονομία, στις αμοιβές ότι θα κάνει ό,τι δεν έκανε τα τέσσερα (4) χρόνια που κυβερνούσε χωρίς να δίνει πειστικές απαντήσεις γιατί δεν τα έκανε ενώ είχε ακόμη και την δημοσιονομική δυνατότητα που δεν υπήρχε τα προηγούμενα χρόνια.

Στην πρόσφατη κρίση ακρίβειας και ενώ η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων αύξαναν το δημόσιο έλεγχο για να συγκρατήσουν τις τιμές για όλους τους καταναλωτές, η κυβέρνηση Μητσοτάκη παρέδιδε τον έλεγχο κρίσιμων ενεργειακών εταιρειών σε ιδιώτες. Όταν ο Πρόεδρος της Γαλλίας, Ε. Μακρόν, που δεν μπορεί να θεωρηθεί σοσιαλιστής, έβαζε πλαφόν στις αυξήσεις των τιμών της κατά πλειοψηφίας κρατικής «γαλλικής ΔΕΗ» EDF και μιλούσε ανοιχτά για την ανάγκη δημόσιου ελέγχου στην ενέργεια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη:

  • ιδιωτικοποίησε το 49% του Διαχειριστή του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΔΔΗΕ), θυγατρικής της ΔΕΗ
  • ιδιωτικοποίησε το 100% των δικτύων φυσικού αερίου της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (ΔΕΠΑ) Υποδομών
  • παρέδωσε το 17% της ΔΕΗ σε ιδιώτες μέσω αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, και άρα την πλειοψηφία του Δ.Σ. της ΔΕΗ
  • μετέτρεψε την μέχρι πρότινος κοινωφελούς χαρακτήρα ΔΕΗ σε άλλη μία ενεργειακή εταιρεία με μοναδικό σκοπό το κέρδος, η οποία «οδηγεί» την αισχροκέρδεια στην πλάτη των καταναλωτών
  • έκανε «δώρο» την πλειοψηφία του Δ.Σ. των Ελληνικών Πετρελαίων (ΕΛ.ΠΕ.) στον ιδιώτη μέτοχο
  • δεν έχει επιστρέψει στους καταναλωτές ούτε ένα ευρώ από τα υπερκέρδη δισεκατομμυρίων των ενεργειακών εταιρειών και των διυλιστηρίων.

Για όλες αυτές τις λανθασμένες επιλογές ο κ. Μητσοτάκης «παίρνει κάτω από τη βάση». Δυστυχώς τις συνέπειες των επιλογών του έχουν πληρώσει ακριβά και συνεχίζουν να πληρώνουν η κοινωνία, τα νοικοκυριά αλλά και οι παραγωγικές δυνάμεις της χώρας των οποίων την επιβίωση αμφισβητεί η ακρίβεια.

Στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κεντρική πολιτική επιλογή είναι η ανάκτηση του δημοσίου ελέγχου στα δίκτυα, τη ΔΕΗ και τα ΕΛΠΕ για να αντιμετωπιστεί η αισχροκέρδεια και να εξασφαλιστεί η πρόσβαση όλων των καταναλωτών, νοικοκυριών και επιχειρήσεων, στο αγαθό της ενέργειας.  Αυτό περιείχε και η πρόταση συνταγματικής αναθεώρησης που δεν ψήφισε η νέα πλειοψηφία της Βουλής (Ν.Δ).

Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ (2015-2019), εντός μνημονιακών δεσμεύσεων που παρέλαβε από τη συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, κατάφερε να διασφαλίσει τον δημόσιο έλεγχο στη ΔΕΗ, στα ΕΛΠΕ, στα δίκτυα ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου (ΔΕΠΑ Υποδομών). 

Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, που είναι απολύτως κοστολογημένο και ώριμο, εξασφαλίζει την πρόσβαση σε καθαρή ενέργεια σε προσιτές τιμές για όλες/όλους, τη μείωση της ενεργειακής φτώχειας, την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας αλλά και την επιτάχυνση της πορείας προς την κλιματική ουδετερότητα. Η Πολιτεία θα αναλάβει την ευθύνη για την πράσινη ενεργειακή μετάβαση χωρίς αποκλεισμούς.

Κεντρικός θα είναι ο ρόλος της ΔΕΗ, όπου μέσω της επανακρατικοποίησης παρεμβαίνει άμεσα μετά τις εκλογές για τη μείωση του κόστους ρεύματος, την αλλαγή ενεργειακού μείγματος και το σπάσιμο του καρτέλ ενέργειας και την προστασία των καταναλωτών.

Παράλληλα ενισχύουμε τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και τον εποπτικό και ελεγκτικό ρόλο της Πολιτείας στον ενεργειακό τομέα, και ιδίως στις υποδομές, που αποτελούν φυσικά μονοπώλια. Αναθεωρούμε τη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (Target model) με στόχο:

α) την αποσύνδεση της τιμής ηλεκτρικής ενέργειας από τις τιμές φυσικού αερίου ή άλλων ακραίων τιμών καυσίμων,
β) τον έλεγχο του ποσοστού κέρδους,
γ) τη μείωση ρυθμιζόμενων χρεώσεων τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος και
δ) τη θέσπιση δεσμευτικού ποσοστού για διμερή και προθεσμιακά συμβόλαια και εφαρμόζουμε τέλος, αυστηρούς ελέγχους στη λιανική αγορά ηλεκτρισμού και αυστηροποιούμε τις κυρώσεις για έλλειψη διαφάνειας και ορθής ενημέρωσης των καταναλωτών.

Η δικαιοσύνη στην αγορά ενέργειας πρακτικά σημαίνει ότι το πάρτι που άρχισε ο κ. Μητσοτάκης τελειώνει στις 22 Μαΐου. Η ενέργεια θα σταματήσει να είναι πεδίο κερδοσκοπίας για λίγες εταιρείες αλλά πυλώνας ανάπτυξης της οικονομίας και στήριξης της ελληνικής κοινωνίας και της ευημερίας της.