Η ανθρωπολογία του αντιεμβολιαστικού κινήματος έχει αποκαλύψει πολλές «φυλές» αντιεμβολιαστών. Επί έναν τουλάχιστον χρόνο, ο δημόσιος λόγος, θεσμικός ή ανεπίσημος, περιστρέφεται κυρίως γύρω από την ομάδα που είναι γνωστή ως «ψεκασμένοι». Ο εσμός ορθόδοξων ταλιμπάν, αναβαπτισμένων νεοναζί και φασιστών, ψυχωσικών και τσαρλατάνων έχει αναλυθεί πολλάκις.

Ads

Το παρόν σημείωμα απασχολεί μία άλλη ομάδα που εκ πρώτης όψεως αντιδρά στον αντιεμβολιασμό και γενικά σε κάθε παρέμβαση της Πολιτείας στην ατομική υγεία και υγιεινή με βάση προοδευτικά κίνητρα. Αναφέρομαι σε μια κοινωνική ομάδα ατόμων από τον χώρο των ελευθεριακών κινημάτων, του χιπισμού, της κοινοτιστικής αναβίωσης, της ανταλλακτικής οικονομίας, του πολεοδομικού αναχωρητισμού.

Στους κόλπους αυτού του χώρου έχει αναπτυχθεί εδώ και πολλές δεκαετίες μία αντιφαρμακευτική κουλτούρα στη βάση μιας ”do it yourself” ιατρικής, μιας φυσιολαγνικής αυτοΐασης. Βεβαίως, σε συνθήκες σχετικής υγειονομικής ομαλότητας, το να αποφεύγεις τη χρήση αναλγητικών πίνοντας τσάι του βουνού με άλλα ιαματικά βότανα και να επαλείφεις ένα εξάνθημα με αλόη αντί χημικής αλοιφής, είναι κάτι που αποτελεί μια επιλογή εξαιρετικά χαμηλού ρίσκου.

Πρόκειται για άτομα που σε αντίθεση με τους «ψεκασμένους» είναι συνήθως τυπικά και άτυπα μορφωμένα, αγαπούν τα ταξίδια και την αναζήτηση. Συχνά, στις τάξεις τους, θα συναντήσει κανείς κατόχους διδακτορικών ή ακόμα και ακαδημαϊκούς που χαίρουν εκτίμησης για το επιστημονικό, τονίζω, επιστημονικό τους έργο.

Ads

Αυτή η υποκουλτούρα (με την κοινωνιολογική έννοια του subculture και όχι την τρέχουσα αρνητικά φορτισμένη ελληνική απόδοση), σε καιρούς πυκνού πολιτικού χρόνου, συναντάται με διάφορα πολιτικοκοινωνικά κινήματα. Εντός αστικού ιστού, αποτελούσαν και αποτελούν ισχυρή συνιστώσα των κινημάτων απαλλοτρίωσης χώρων με σκοπό την οικολογική αναδιαμόρφωση, υπήρξαν ισχυρή πολιτισμική πτέρυγα των ‘’Αγανακτισμένων’’ (2011) και περιστασιακά συνδράμουν τον αντιεξουσιαστικό χώρο σε κυρίως ειρηνικές δράσεις του (κίνημα κατά των αιολικών πάρκων και των φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων κ.ά.)

Επιστρέφοντας στα του αντιεμβολιασμού/αντιφαρμακευτισμού, ένα ισχυρό πρόκριμα του εν λόγω χώρου είναι η αντίθεση στον  «θεσμικό υγειινισμό», η αποστροφή δηλαδή προς οποιονδήποτε άνωθεν επιβαλλόμενο υγειονομικό κανόνα. Τα επιχειρήματα συνήθως έπονται αυτής της αντιθετικής προδιάθεσης. H πιο light διαφωνία εδράζεται στην αντικοινωνική λειτουργία της φαρμακευτικής βιομηχανίας και της κερδοσκοπίας επί της υγείας ενώ, σε μια πιο προωθημένη εκδοχή, εγείρει ζητήματα βιοπολιτικού και ψυχοεξουσιαστικού ελέγχου.

Φυσικά, αυτές οι προσεγγίσεις ενυπάρχουν στην ιδεολογία ακόμα και πιο «κανονικών» (mainstream) πολιτικών χώρων που ποικίλουν από την πολιτική αναρχία και την κομμουνιστική αριστερά μέχρι και την αριστερή σοσιαλδημοκρατία. Στη θεωρητική εργαλειοθήκη, όμως, αυτής της κουλτούρας, όλα αυτά επέχουν ρόλο λυδίας λίθου για την κριτική πολιτικών του κράτους και των πρακτικών της κοινότητας.

Βεβαίως, αυτές οι τάσεις, σε διάφορες παραλλαγές, υφίσταντο εντός της συγκεκριμένης υποκουλτούρας πολύ πριν τον Covid 19. Η ιστορική εξοικείωση του χώρου αυτού με τις παραδοσιακές ασιατικές ιατρικές μεθόδους, τον λατινοαμερικάνικο σαμανισμό, τις πατροπαράδοτες μη ευρωπαϊκές μεθόδους ευεξίας (yoga, διαλογισμός κ.ά.) αλλά και τον κόσμο των φυσικών κατά βάση ψυχότροπων ουσιών είναι γεγονός.

Μέσα από τις δεκαετίες, η συγκεκριμένη εξοικείωση κατέστη ένα από τα πολλά εναλλακτικά lifestyles που κατέκλυσαν τις underground σκηνές των δυτικών μητροπόλεων. Χαρακτηριστικό όλων αυτών των παραλλαγών ήταν και είναι η προσπάθεια μετάγγισης εντός του αστικού κεφαλαιοκρατούμενου ιστού στοιχείων αγροτικών προκαπιταλιστικών πρακτικών που διατηρούν εκλεκτικές γέφυρες με τον πνευματισμό, τη μαγική σκέψη και γενικά την μεταφυσική.

Αυτή η υποκουλτούρα, λοιπόν, πάει πολύ πίσω στον χρόνο. Ωστόσο, η τρέχουσα πανδημία είναι η πρώτη πανδημία της παγκοσμιοποίησης. Προ αυτού του νέου δεδομένου, κανονικά, όλα τα προϋπάρχοντα επιχειρήματα οφείλουν να τύχουν επερώτησης. Κάτι τέτοιο όμως δεν φαίνεται να απασχολεί και την εν λόγω κουλτούρα.

Δείγματα γραφής είχαν δοθεί και στην πρώτη φάση της επιβολής του αντικαπνιστικού νόμου όταν πλήθος συνθημάτων με ιδεολογικό υπόβαθρο είχαν κάνει την εμφάνισή τους στους δρόμους των ελληνικών πόλεων. Ποια ήταν, τότε, η βάση αυτής της αρνητικής στάσης; Η σχετική έρευνα ίσως αποκαλύψει ίχνη του σημερινού αντιεμβολιαστικού μένους.

«Αυτό που γίνεται με την αντικαπνιστική υστερία είναι -πέραν όλων των άλλων- μια εκστρατεία κοινωνικής πειθάρχησης. Στη Ρωσία του Πούτιν, όπου βρεθήκαμε το περασμένο καλοκαίρι, το κάπνισμα απαγορευόταν ακόμα και στους υπαίθριους χώρους των καφενείων και εστιατορίων. Έπρεπε να βγεις στο δρόμο για να καπνίσεις! Και στα δημόσια πάρκα απαγορευόταν ακόμα και μπίρα να πιεις (έπινες όμως όσο αλκοόλ ήθελες στα μπαρ απέναντι από το πάρκο)! Αυτό δεν είναι υγειινισμός, αλλά μαζική πειθάρχηση από ένα αυταρχικό-κατασταλτικό κράτος.» έγραφε το περιοδικό ‘«ΚΟΝΤΡΑ» τον Νοέμβριο του 2019 (αρ. φύλλου 1029), που φυσικά απηχεί τις απόψεις μια οργανωμένης συλλογικότητας του αντιεξουσιαστικού χώρου η οποία ωστόσο δεν απέχει πολύ από τις υπό εξέταση απόψεις.

Πιο κοντά στις υπό εξέταση ελευθεριακές αντιλήψεις είναι το  «Δοκίμιο πάνω στον Υγιεινισμό (sic) και τη Δημοκρατία» που δημοσιεύει ο ιστότοπος εναλλακτικού lifestyle penna.gr.

Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα: «Αλλά για να το κάνει αυτό η κοινωνία [σ.σ. να σταματήσει το κάπνισμα] πρέπει να αφεθεί ελεύθερη να επιλέξει, ενώ η μονή δουλειά που οφείλει να κάνει ένα κράτος που σέβεται τον εαυτό του, είναι να καταστήσει απολύτως σαφείς τις συνέπειες κάθε επιλογής και να εγγυηθεί την απαρέγκλιτη εφαρμογή των θεσπισμένων κανόνων του παιχνιδιού. Τότε μόνο μπορούμε να πούμε ότι η κοινωνία ενηλικιώνεται: όταν αναλαμβάνει τις ευθύνες της. Με πιο απλά λόγια, οι άνθρωποι θα σταματήσουν να καπνίζουν και να βλάπτουν την υγεία τους, όταν τα καπελωμένα από το κράτος -μη κρατικά-  ασφαλιστικά ταμεία, σταματήσουν να καλύπτουν τις ασθένειες που δημιουργούνται από το τσιγάρο, δηλαδή διαφόρους τύπους καρκίνων.».

Τα παραπάνω χωρία δεν αφορούν απλώς στην υγεία αλλά στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται κανείς την αξία της ανθρώπινης ζωής. Για αυτόν, λοιπόν, τον τρόπο θέασης της ζωής, δεν υφίσταται η έννοια της «δημόσιας υγείας» αλλά αποκλειστικά και μόνο της ατομικής υγείας.

Η δήθεν συλλογική ωριμότητα της κοινωνίας, στα πλαίσια αυτής της προσέγγισης, δεν είναι παρά η συγκυριακή σύμπτωση ωριμότητας ξεχωριστών ατομικοτήτων, πανελεύθερων μονάδων και όχι πολιτών που υπέχουν καταστατικές υποχρεώσεις έναντι του συνόλου. Η δημόσια υγεία, για αυτούς, είναι ένας χώρος αποκλειστικά πειθάρχησης και όχι ένας χώρος όπου δίνονται μάχες όπως και σε κάθε άλλο κοινωνικό πεδίο. Με λίγα λόγια, για αυτή την αντίληψη, υπάρχει μόνο μια δημόσια υγεία και αυτή εξαντλείται στον περιορισμό των ελευθεριών των ατόμων.

Γίνεται σαφές από τις πρώτες ψηλαφήσεις ότι η αντίληψη αυτή είναι πολύ πιο κοντά σε φιλελεύθερες αρχές – και μάλιστα δεξιάς στροφής τύπου μεσοδυτικών Πολιτειών της Αμερικής – παρά σε προσεγγίσεις οργανωμένης κοινωνικής αλληλεγγύης, συλλογικής υπέρβασης κρίσεων.

Η στάση αυτή φαίνεται να συνδέεται με μια κουλτούρα ισχυρού ναρκισσισμού όπως την περιέγραψε γλαφυρά ο Κρίστοφερ Λας στο ομώνυμο βιβλίο του, κατά την «Χρυσή Εποχή του Ναρκισσισμού», τη δεκαετία του ’70. Το σχήμα είναι απλό και γι’ αυτό εύπεπτο και ελκυστικό: «φροντίζω την δική μου υγεία. Εφόσον το κάνω είμαι ώριμος. Την ωριμότητά μου δεν δέχομαι να την αμφισβητεί κανένα κυβερνητικό διάταγμα». Τελικά, το επίδικο μιας πανδημίας, στα πλαίσια αυτής της αντίληψης, δεν είναι η υγεία αλλά η ωριμότητα.

Αν κοιτάξουμε τί συμβαίνει στα άλλα ευρωπαϊκά αντιεμβολιαστικά κινήματα, αυτή η συνιστώσα είναι αρκετά ισχυρή. Στις πρόσφατες ογκώδεις διαδηλώσεις στην Ολλανδία, δεν ήταν λίγα τα πασιφιστικά σύμβολα (π.χ. σύμβολο της ειρήνης). Σε ένα κεντρικό πάρκο του Άμστερνταμ, μία διαδηλώτρια, ιδιοκτήτρια ζαχαροπλαστείου, υπεράνω πάσης ακροδεξιάς υποψίας, δήλωνε στην κάμερα ότι «το lockdown κάνει τους ανθρώπους δυστυχισμένους και οι δυστυχισμένοι αρρωσταίνουν.

Η διασκέδαση έχει εξαφανιστεί. Η διασκέδαση και η ελευθερία είναι πολύ σημαντικά για μένα». Στη, δε, Γαλλία, ισχυρή θέση έχουν τα συνθήματα σχετικά με την «υγειονομική δικτατορία» («Covidpass=Apartheid») που απηχούν πιο λόγιες επεξεργασίες από αυτές των ψεκασμένων συνωμοσιολόγων. Φυσικά, το παρόν σημείωμα κινείται στη βάση μιας υπόθεσης εργασίας και μιας περισσότερο διαισθητικής παρά πλήρως τεκμηριωμένης εντύπωσης. Ωστόσο, τα οπτικοακουστικά τεκμήρια δεν αφήνουν περιθώριο για πολλές αμφιβολίες.

Το ότι σε μια συνθήκη αμφισβήτησης της ζωής σε παγκόσμια κλίμακα, το ζητούμενο για ορισμένες αντιφρονούσες κουλτούρες είναι η ατομική ωριμότητα, είναι άξιο στοχασμού. Αναρωτιέται κανείς τον λόγο που η ωριμότητα προτείνεται ως ασπίδα τώρα. Μεταψυχροπολεμικά, οι δυτικοί άνθρωποι ανέχτηκαν την προσβολή της λογικής και της ωριμότητάς τους ουκ ολίγες φορές: στρατιωτικές εισβολές σε πάμπτωχα κράτη, οικονομικές κρίσεις που διέλυσαν το κοινωνικό κράτος, συγκέντρωση του μεγάλου πλούτου στα χέρια ελάχιστων, καταστροφή του περιβάλλοντος σε βάρος των φτωχών τάξεων.

Και τώρα; Τώρα που η ωριμότητα επιβάλλει την επιβίωση ώστε τουλάχιστον να είμαστε ζωντανοί και αρτιμελείς για να αντισταθούμε στην περαιτέρω αποσάθρωση της ζωής, φλερτάρουμε με το τέλος μας σαν εστέτ καλλιτέχνες του 19ου αιώνα.