To μοντέλο ανάπτυξης που ακολουθείται επί δεκαετίες, έχοντας σαν κυρίαρχες κατευθύνσεις την υπερπαραγωγή, υπερκατανάλωση και κατασπατάληση φυσικών πόρων έχει σαν συνέπεια και την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος.

Ads

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ η διαφύλαξη του περιβαλλοντικού πλούτου και των φυσικών πόρων, σε συνδυασμό με την ορθολογική διαχείρισή τους και με κύριο άξονα τον αναντικατάστατο ρόλο του δημόσιου τομέα, μπορεί να είναι ο βασικότερος παράγοντας για την ανάπτυξη. Μπορεί επίσης να αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά μιας βιώσιμης ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης μέσα στο πλαίσιο μιας νέας ανθρωποκεντρικής οικονομίας.

Η διαχείριση των απορριμμάτων είναι μια δημόσια υπόθεση. Τα απορρίμματα εν δυνάμει αποτελούν σημαντικό πόρο, πηγή πρώτων υλών και ενέργειας. Η ορθολογική διαχείρισή τους μπορεί να εξασφαλίσει μόνιμες θέσεις εργασίας..

Το σχέδιο για το νέο ΕΣΔΑ (εθνικό σχέδιο διαχείρισης αποβλήτων), που ήρθε σε δημόσια διαβούλευση τον Αύγουστο και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, δημιουργεί έμμεσα όλες τις προϋποθέσεις για ουσιαστική εισαγωγής της διαδικασίας της καύσης, ως μονόδρομο στη διαδικασία διαχείρισης των απορριμμάτων.

Ads

Τι λέει όμως ο ΟΗΕ; “Η καύση και η ταφή των απορριμμάτων οδηγεί στην αλλαγή του κλίματος από την απελευθέρωση αερίων του θερμοκηπίου. Αυτές οι μέθοδοι διάθεσης στερεών αποβλήτων στερούν απ’ την οικονομία πρώτες ύλες, υλικά που μπορεί να επαναχρησιμοποιούνται, να ανακυκλώνονται και να μετατρέπονται ακόμα και σε λιπάσματα. Παράλληλα, τροφοδοτούν μία συνεχή κατανάλωση ενέργειας, μια συνεχιζόμενη σπατάλη φυσικών πόρων και με τον τρόπο αυτό ενισχύουν ένα μη βιώσιμο τρόπο παραγωγής και αυξημένης κατανάλωσης. Οι μεταφορές ακόμα κι από το εξωτερικό τεραστίων σκουπιδιών προς καύση επιδεινώνουν την κατάσταση, επιβαρύνοντας το περιβάλλον”.

Ο στόχος του ΕΣΔΑ θα έπρεπε να είναι η ανάκτηση και επαναξιοποίηση των αστικών απορριμμάτων στο πλαίσιο της κυκλικής οικονομίας, ώστε έως το 2030 να έχει πρακτικά μηδενιστεί το εν δυνάμει υπόλειμμα προς ενεργειακή αξιοποίηση (τσιμεντοβιομηχανία ή/και καύση). Στον ΕΣΔΑ που δόθηκε σε διαβούλευση από το ΥΠΕΝ, η οποία έληξε, υπάρχει σημαντική υποτίμηση του πρώτου σταδίου στη διαδικασία διαχείρισης (οδηγία 2008/98/ΕΚ),την ΠΡΟΛΗΨΗ και Επαναχρησιμοποίηση. Ενώ η οδηγία (ΕΕ) 2018/851 αναφέρει ότι πρέπει να υπάρξει σχεδιασμός για την πρόληψη παραγωγής αποβλήτων, ο νέος ΕΣΔΑ θεωρεί δεδομένο την αύξησή τους μέχρι το 2030.

Το νέο σχέδιο ΕΣΔΑ, υποκαθιστά τα ΠΕΣΔΑ (περιφερειακά σχέδια διαχείρισης αποβλήτων), και τα τοπικά σχέδια των Δήμων, παρέχοντας την δυνατότητα στον εκάστοτε Υπουργό να αποφασίζει ακόμα και για την διαπεριφερειακή συνεργασία μεταξύ των Φο.Δ.Σ.Α., προκειμένου να γίνουν μεγάλες ιδιωτικές μονάδες καύσης και επεξεργασίας.

Η επαναφορά της ΚΑΥΣΗΣ, ως μονόδρομο, αποτελεί πολιτική επιλογή της Κυβέρνησης, που θα ωφελήσει κάποια μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, ενάντια στην προδιαλογή των υλικών και την προσέγγιση του στόχου της κοινωνίας των μηδενικών αποβλήτων. Οι μονάδες καύσης για να λειτουργήσουν χρειάζονται σταθερά τεράστιες ποσότητες πρώτης ύλης, πράγμα που σημαίνει καθήλωση σε χαμηλά επίπεδα της διαλογής στη πηγή των υλικών, αλλά και της Ανακύκλωσης από τις Μ.Ε.Α(μονάδες επεξεργασίας). Επιπλέον θα έχουμε αύξηση του κόστους διαχείρισης, το οποίο θα κληθούν να πληρώσουν οι δημότες ,δηλαδή η Κοινωνία.

Το κόστος των μονάδων καύσης κυμαίνεται από 120 έως 500 εκατ. ευρώ ανά μονάδα, πολλαπλάσιο από το επενδυτικό κόστος αντίστοιχης δυναμικότητας ΜΕΑ και σαφέστατα πολύ μεγαλύτερο από τις επενδύσεις που απαιτούνται για την πλήρη ανάπτυξη της διαλογής στην πηγή και των ενεργειών πρόληψης και οικολογικού σχεδιασμού.

Σημειώνουμε δε, ότι η Ε.Ε. δεν χρηματοδοτεί πλέον μονάδες καύσης. Αυτό σημαίνει ότι οι μονάδες αυτές θα χρηματοδοτηθούν από τους ελάχιστους εθνικούς και κυρίως από ιδιωτικούς πόρους και με δανεισμό, γεγονός που θα επιφέρει ένα επιπλέον σημαντικό χρηματοοικονομικό κόστος, που θα κληθούν να πληρώσουν οι δήμοι και κατά συνέπεια οι δημότες.

Πιστεύουμε ότι η επίτευξη των ευρωπαϊκών στόχων μπορεί να πραγματοποιηθεί κύρια με εφαρμογή στόχων Κυκλικής Οικονομίας, που το εν λόγω σχέδιο δυσκολεύει. Υπενθυμίζουμε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε τον Νόμο 4609/2019 για ενίσχυση της Κυκλικής Οικονομίας, ως κίνητρα προς τους ΟΤΑ για ανακύκλωση, διαλογή στην πηγή και κυκλική οικονομία.

Επιμένουμε σε Πρόληψη-Επαναχρησιμοποίηση-Ανακύκλωση με προδιαλογή στην πηγή ,περαιτέρω ανάκτηση με μηχανική επεξεργασία και τελική διάθεση σε μικρούς ασφαλείς Χώρους Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (Χ.Υ.Τ.Υ.), ή ακόμη και θερμική επεξεργασία, αλλά του ελάχιστου υπολείμματος.

Απαιτείται:

  • Να ενισχυθούν οι Δήμοι, ώστε να αναπτύξουν σύγχρονα και αποτελεσματικά προγράμματα Διαλογής στην Πηγή (Σ.Μ.Α.Υ., πράσινα σημεία, αποθήκες κ.λπ.) και να χρηματοδοτηθούν τα Σχέδια Πρόληψης των Δήμων. Δεν γίνεται να εκχωρούνται τα πάντα σε ιδιώτες.
  • Να δρομολογηθούν κρίσιμες νομοθετικές ρυθμίσεις (π.χ. για την εφαρμογή του «Πληρώνω Όσο Πετάω», ή κάποιου Συστήματος Εναλλακτικής Διαχείρισης-ΣΕΔ για τα οργανικά, ή του τέλους ταφής).
  • Να χρηματοδοτηθούν συστηματικές και αποτελεσματικές δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών, για προσαρμογή στην νέα εποχή της Κυκλικής Οικονομίας, στην πορεία προς τη Μηδενική Παραγωγή Αποβλήτων.

Τέλος, σημειώνουμε ότι τόσο η ΑΔΕΔΥ, η ΠΟΕ- ΟΤΑ , πολλές ΜΚΟ, κινήματα πολιτών στέκονται απέναντι στα νέα σχέδια της Κυβέρνησης για τη διαχείριση απορριμμάτων.

Αντί η Κυβέρνηση να προχωρά στο Μέλλον, εφαρμόζοντας ουσιαστικά και όχι στα λόγια, πολιτικές Κυκλικής Οικονομίας, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της ΕΕ, μας γυρίζει στο παρελθόν, στα παλιά της σχέδια του 2012-2015, την εποχή σκληρών μνημονίων.

Αλλά, έτσι είναι οι Κυβερνήσεις των ΑΡΙΣΤΩΝ…

*Η Χαρά Καφαντάρη είναι Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Δυτ. Αθήνας, Αναπλ. Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας ΚΟ ΣΥΡΙΖΑ