«Είμαστε περήφανοι για το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Το Ε.Σ.Υ
(Ανδρέας Παπανδρέου, προεκλογική συγκέντρωση 1989)

Ads

Η πανδημία του κορωνοϊού είναι η μεγαλύτερη διεθνής κρίση δημόσιας υγείας στην εποχή της παγκοσμιοποίησης με βαρύ κόστος, ήδη, σε ανθρώπινες ζωές και βαθύ αποτύπωμα σε όλες τις πτυχές της ζωής μας. Τα συστήματα υγείας διεθνώς κλονίζονται, τα χρηματιστήρια καταρρέουν, η δημοκρατία δοκιμάζεται, οι λαοί υποφέρουν. Το ερώτημα είναι ένα: πέρα από τους δεκάδες χιλιάδες νεκρούς διεθνώς, τους πρωτόγνωρους για τις σύγχρονες κοινωνίες περιορισμούς της ελευθερίας των πολιτών και τις τεράστιες οικονομικές συνέπειες, θα αποδειχθεί η κρίση αυτή, τουλάχιστον, μια ευκαιρία ανασυγκρότησης των κρατών και των κοινωνιών σε δημοκρατική – κοινωνική κατεύθυνση; Θα δώσει η πανδημία του κορωνοϊού το σύνθημα για έναν πάνδημο συναγερμό υπέρ ενός πιο γενναιόδωρου και αποτελεσματικού κοινωνικού κράτους, ενός ισχυρού και καθολικού συστήματος υγείας, μίας πιο κοινωνικά δίκαιης οργάνωσης της παραγωγής, μίας πιο αλληλέγγυας και δημοκρατικής κοινωνίας; Ή θα λειτουργήσει ως τυφώνας, που σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά του, αφήνοντας πίσω της καμένη γη;

Στις μέρες επέλασης του φοβερού αυτού ιού απέναντι στις ανοχύρωτες, όπως αποδεικνύεται, κοινωνίες, κρίνονται πολλά, μεταξύ των οποίων και το κράτος πρόνοιας (κοινωνικό κράτος) και το δημόσιο σύστημα υγείας, κορυφαίες μεταπολεμικές κατακτήσεις των ευρωπαϊκών κοινωνιών, στενά συνδεδεμένες με τη διεύρυνση και εμβάθυνση της ίδιας της δημοκρατίας. Από την οικοδόμησή του, αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έως σήμερα και ιδίως τη χρυσή του εποχή (έως τα μέσα της δεκαετίας του ’70) το κράτος πρόνοιας, στις χώρες εκείνες που γνώρισε την πιο ολοκληρωμένη του μορφή, συνδέθηκε με υλική ευημερία, υψηλά επίπεδα ανθρώπινης ανάπτυξης, άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, καλύτερη λειτουργία των αστικών δημοκρατικών θεσμών. Στην Ελλάδα το κράτος πρόνοιας οικοδομήθηκε με καθυστέρηση σχεδόν μισού αιώνα και δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Η ίδρυση και λειτουργία του ΕΣΥ αποτελεί το κύριο ορόσημο για το κράτος πρόνοιας στην Ελλάδα και την πιο σημαντική, ίσως, κοινωνική – δημοκρατική κατάκτηση της Μεταπολίτευσης.

Από τη δεκαετία του ’80 διεθνώς και από τη δεκαετία του ’90 στη χώρα μας άρχισε μια συνολική νεοφιλελεύθερη επίθεση στο θεσμό και τη λειτουργία του κράτους πρόνοιας και του δημόσιου συστήματος υγείας, στοχεύοντας κυρίως στον καθολικό χαρακτήρα, την αναδιανεμητική λειτουργία και το «βαθμό αποεμπορευματοποίησης» (δηλαδή της ευχερούς πρόσβασης του πολίτη στις κοινωνικές παροχές και υπηρεσίες, χωρίς να βασίζεται στις δυνάμεις της αγοράς), που επιτυγχάνεται δι’ αυτών. Οι εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις και η διαρκής απορύθμιση του κράτους πρόνοιας είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση του εύρους και την υποβάθμιση της ποιότητας των κοινωνικών παροχών, καθώς και τον αποκλεισμό απ’ αυτές μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού. Επιλογές, που, σε συνδυασμό με την πολύχρονη λιτότητα, έπληξαν καίρια τη δημόσια υγεία και περίθαλψη!

Ads

Κι έτσι πολλές χώρες διεθνώς, όπως οι σκληρά δοκιμαζόμενες από την πανδημία του κορωνοϊού Ιταλία και Ισπανία αλλά και η Αγγλία, που κάποτε διέθετε ζηλευτό Εθνικό Σύστημα Υγείας, βρέθηκαν όταν ενέσκηψε η κρίση σχεδόν γυμνές: με χαμηλό αριθμό κλινών εντατικής θεραπείας και αυξημένης φροντίδας (για την βέλτιστη δυνατή νοσηλεία των πιο βαριών περιστατικών), χωρίς επαρκείς υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας (που θα επέτρεπαν την άγρυπνη και αποτελεσματική επιδημιολογική επιτήρηση και την ταχεία αντίδραση), χωρίς αποτελεσματικό σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (που θα απέτρεπε την υπερφόρτωση των νοσοκομείων και θα επέτρεπε την καλύτερη διαχείριση της νόσου στην κοινότητα). Ήταν τέτοια η απόκλιση της πορείας από τις κοινωνικές ανάγκες, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, που φτάσαμε στο σημείο οι πιο προηγμένες βιομηχανικά χώρες να μην έχουν τον αναγκαίο ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό και τα αναλώσιμα για διαγνωστικούς ελέγχους, αλλά, αλίμονο, ούτε καν επαρκείς ποσότητες γαντιών και μασκών! Τα αποτελέσματα ήδη τα βλέπουμε με τις εκατόμβες των θυμάτων και το δράμα των γιατρών που, πέραν της ηρωικής τους προσπάθειας, αναγκάζονται να αποφασίζουν ποιος ασθενής θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει! Ας ελπίσουμε ότι η χώρα μας, με ανάλογα προβλήματα και αδυναμίες, δεν θα βρεθεί σε ανάλογη κατάσταση.

Αναμφισβήτητα οι τρέχουσες εξελίξεις εκθέτουν ανεπανόρθωτα τη νεοφιλελεύθερη θεωρία και πράξη αλλά και την ίδια τη διαχειριστική ικανότητα του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου. Παρά το γεγονός ότι υπήρχε ήδη η εμπειρία της εξάπλωσης του ιού στην Κίνα και άλλες χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας και της οργανωμένης κρατικής αντίδρασης τα θεσμικά όργανα της ευρωπαϊκής τεχνοδομής επέδειξαν εντυπωσιακή ολιγωρία και ανεπάρκεια αναδεικνύοντας τα πολύπτυχα και μεγάλα ελλείμματα της κατ’ όνομα «Ενωμένης Ευρώπης». Πλέον, θέλοντας και μη, οι κυβερνήσεις των κρατών – μελών της Ε.Ε. στρέφονται αποκλειστικά στα δημόσια συστήματα υγείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας, εξαίροντας τον ρόλο τους και επιχειρώντας την εσπευσμένη ενίσχυσή τους, μετά από δεκαετίες πολιτικών ιδιωτικοποίησής τους και προσπαθειών «απελευθέρωσης των υπηρεσιών υγείας». Ταυτόχρονα διατυπώνονται εμπράκτως και δειλά κεϋνσιανής έμπνευσης πολιτικές όπως η αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας σε μια οιονεί πανουργία της Ιστορίας. Παράλληλα προπαγανδίζουν την ανάγκη της ατομικής και κοινωνικής υπευθυνότητας, όταν επί δεκαετίες δίδαξαν, εκπαίδευσαν, παραδειγμάτισαν τα μέλη των κοινωνιών στην κατεύθυνση της απληστίας και της κοινωνικής αναλγησίας.

Διαμορφώνεται, τέλος, ένα γενικότερο κρατικο-παρεμβατικό μοντέλο κυβερνητικής διαχείρισης και αντιμετώπισης της κρίσης της πανδημίας  στο επίπεδο της ρύθμισης των κοινωνικών και παραγωγικών σχέσεων, των εργασιακών ζητημάτων, των όρων της καθημερινής ζωής. Με στοιχεία αναγκαίας προστασίας, αλλά και ελέγχου και επιβολής πρωτόγνωρων περιορισμών. Η διαχείριση της κρίσης γίνεται εκ των πραγμάτων σε  συνθήκες ενός μαζικού κοινωνικού πειράματος, ενός βιοπολιτικού εργαστηρίου παρακολούθησης, χειραγώγησης, πειθάρχησης και καθυπόταξης των ανθρώπων. Το αν η τάση αυτή με κυρίαρχα τα χαρακτηριστικά ενός εκσυγχρονισμένου – αυταρχικού πατερναλιστικού καπιταλισμού, θα αποτελέσει τη νέα κανονικότητα μετά την κρίση ή αν οι κοινωνίες πιο συνειδητοποιημένες,  εγρήγορες και έως ένα βαθμό πιο χειραφετημένες θα κατορθώσουν να παρέμβουν δημοκρατικά στο «χώρο που ρυθμίζονται τα πεπρωμένα τους» είναι κάτι που θα φανεί. Το σίγουρο είναι ότι η Ιστορία βρίσκεται σε κίνηση με γοργούς ρυθμούς.        

* Αριστομένης Συγγελάκης, Οδοντίατρος – Πολιτικός Επιστήμονας, Διδάκτωρ Κοινωνικής Οδοντιατρικής ΕΚΠΑ
* Βασίλης Ασημακόπουλος, Δικηγόρος-Πολιτικός Επιστήμονας