Αυτή τη βδομάδα, δύο γεγονότα χάρισαν πέντε λεπτά και πέντε δεκάρες δημοσιότητα στην Άννα Διαμαντοπούλου. Το ένα ήταν η συνάντηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και η ανακοίνωση της υποψηφιότητάς της για τη Γενική Γραμματεία του ΟΟΣΑ. Το δεύτερο ήταν η ανακοίνωση της τακτικής χρηματοδότησης των ΑΕΙ το 2021 από το Υπουργείο Παιδείας. Στο δεύτερο δεν πρωταγωνιστούσε βέβαια η Άννα Διαμαντοπούλου, αλλά η Νίκη Κεραμέως. Όσα όμως επιχειρεί τελευταία η νυν υπουργός της ΝΔ θυμίζουν έντονα την τέως υπουργό του ΠΑΣΟΚ.

Ads

«Η κ. Διαμαντοπούλου αποτελεί μια υπερκομματική επιλογή, με πολυδιάστατη επιστημονική και κοινωνική διαδρομή. Με διεθνή εμπειρία και αναγνώριση». Αυτό δήλωσε ο πρωθυπουργός δημοσιοποιώντας την πρόταση του για την υποψηφιότητα Διαμαντοπούλου. Τί κρίμα όμως!  Κανένα απ’ τα κοσμητικά που χρησιμοποίησε δεν έχει πραγματικό αντίκρισμα.

Η κ. Διαμαντοπούλου δεν είναι υπερκομματική, αλλά καθαρά ιδεολογική, επιλογή· ό,τι πρεσβεύει και υπαινίσσεται αποτελεί σημείο τομής ανάμεσα στη ΝΔ, το σημιτικό ΠΑΣΟΚ και την αλήστου μνήμης ΔΡΑΣΗ του Στέφανου Μάνου. Αντίθετα προς τα λεγόμενα, η εκλεκτή του Κυριακού Μητσοτάκη δεν έχει ακολουθήσει κάποια αξιοπρόσεκτη επιστημονική τροχιά· απλώς διαθέτει ένα πτυχίο. Και βέβαια, η κ. Διαμαντοπούλου δεν έχει αναδειχθεί στον κοινωνικό στίβο· σταδιοδρόμησε μέσα από τα κανάλια και την καμαρίλα του ΠΑΣΟΚ (νομάρχης στα 26 της) και η όποια αναγνώριση διαθέτει περιορίζεται στους κύκλους των Βρυξελλών, όπου υπηρέτησε (ξανά, διορισμένη) ως επίτροπος από το 1999 έως το 2004.

Γιατί είναι γνωστή στο πανελλήνιο η Άννα Διαμαντοπούλου; Μα βέβαια για τον περίφημο νόμο-πλαίσιο (ν4009/2011), που ψήφισε το ΠΑΣΟΚ, μαζί με τη ΝΔ και το ΛΑΟΣ, το 2011. Ούτε αυτό όμως ήταν δικό της πόνημα και δικό της έργο. Ο νόμος εκείνος ήταν μια επεξεργασία του Βασίλη Παπάζογλου (1952-2014), καθηγητή στο ΕΜΠ και διακεκριμένου τεχνοκράτη, που υπηρετούσε τότε ως Ειδικός Γραμματέας στο Υπουργείο Παιδείας.

Ads

Έχει σημασία να θυμηθούμε μερικά «εμβληματικά» στοιχεία αυτής της επεξεργασίας:
-Την επιχορήγηση των ΑΕΙ με βάση τις «επιδόσεις» του κάθε Ιδρύματος (ποιες ακριβώς και πάνω σε ποια στρατηγική ποτέ δεν μας είπαν) και όχι με βάση τις πάγιες λειτουργικές και αναπτυξιακές του ανάγκες.
-Τα διαβόητα Συμβούλια Ιδρύματος, τα μέλη των οποίων προ-επέλεγαν τον/την Πρύτανη και (μέσω αυτού/ής) τους Αντιπρυτάνεις, δηλαδή όλη τη Διοίκηση των Πανεπιστημίων.
-Την ίδρυση επώνυμων καθηγητικών «εδρών» με χορηγίες ιδιωτών.
-Τη δυνατότητα απονομής πτυχίου με 3 χρόνια προπτυχιακών σπουδών.

Τίποτα δεν είναι πιο αποκαλυπτικό από το πρώτο και το τελευταίο. Η μείωση του χρόνου σπουδών, μαζί με τη μείωση της δημόσιας χρηματοδότησης (μέσω της ρήτρας των «επιδόσεων»), ξεγύμνωσε γρήγορα τον νόμο 4009/2011 από τον «αξιοκρατικό» μανδύα του και εξέθεσε στη δημόσια θέα τον νεοφιλελεύθερο σκελετό του. Υπάρχει ωστόσο μια σημαντική λεπτομέρεια. Αν για τον μακαρίτη Παπάζογλου όλα αυτά ήταν πάγιες θέσεις, που είχε διαμορφώσει μέσω της τριβής του με Ιδρύματα και φορείς του εξωτερικού, για την κ. Διαμαντοπούλου, που είχε μηδενική εμπειρία στα σχετικά, ήταν κάτι άλλο: μια μοναδική ευκαιρία να δημιουργήσει ένα εκσυγχρονιστικό προφίλ με «δάνειο φήμης».

Δάνειο όχι μόνο μέσω Παπάζογλου και άλλων συνοδοιπόρων: η επιτήδεια και υπερφιλόδοξη υπουργός του ΠΑΣΟΚ γνώριζε εκ προοιμίου ότι στον νόμο που προωθούσε θα συναντούσε αντιστάσεις από αξιόλογους πανεπιστημιακούς που κάλυπταν σχεδόν ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Ακολούθησε λοιπόν το γνωστό επικοινωνιακό τερτίπι που λέει ότι, αν θέλεις αναδείξεις τον εαυτό σου και να βρεθείς γρήγορα στο επίκεντρο της συζήτησης, δεν έχεις παρά να εμπλακείς σε μια διαμάχη με ήδη γνωστούς και καταξιωμένους ανθρώπους.

Δυστυχώς ή ευτυχώς, η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας δεν διαθέτει στο επιτελείο της στελέχη ανάλογου διαμετρήματος με τον (ακραιφνή) Βασίλη Παπάζογλου. Κι έτσι πορεύεται με ό,τι έχει αξιοποιώντας την «παράδοση Διαμαντοπούλου». Το δάνειο του δανείου δηλαδή. Με πρόσφατο νόμο η κ. Κεραμέως δημιούργησε ανεξάρτητη αρχή, που θα εκτιμά την κατάσταση στα Πανεπιστήμια και θα εισηγείται για το εάν θα λάβουν το 100% της χρηματοδότησης που ζητούν και προβλέπεται ή μόνο το 80%, αν δεν τα πάνε καλά στους περίφημους «στόχους».

Πρόκειται περί προσχημάτων. Το εάν πολλά Ιδρύματα ξεκινούν από έναν ήδη ελλειμματικό προϋπολογισμό (λόγω προηγούμενων περικοπών), εάν ο εξοπλισμός και το προσωπικό τους γερνούν επικίνδυνα, το αν τα έξοδά τους έχουν αυξηθεί λόγω της ενσωμάτωσης των ΤΕΙ και αν η πανδημία εκτροχιάζει τον όποιο προγραμματισμό τους, είναι ψιλά γράμματα για το Υπουργείο Παιδείας. Ακούγεται μάλιστα ότι όποιο Ίδρυμα αδυνατεί να καλύψει στο μέλλον τα στοιχειώδη με βάση τον νέο, περικεκομμένο προϋπολογισμό του, θα πρέπει να απευθύνεται στο Υπουργείο με ειδικό αίτημα για έκτακτη χρηματοδότηση. Μιλάμε τουτέστιν για μια κατάσταση διαρκούς επαιτείας (και πολιτικής εξάρτησης), όπου το «δώσε και σε μένα μπάρμπα» θα είναι η βασική λειτουργική αρχή των Ιδρυμάτων. Προφανώς, όπως και στην περίπτωση του νόμου Διαμαντοπούλου, στο βάθος όλων αυτών βρίσκεται η πλήρης ιδιωτικοποίηση της Παιδείας, που θα λύσει και καλά τον Γόρδιο Δεσμό της χρηματοδότησης (εις βάρος των συνήθων υποζυγίων).

Επειδή οι συνειρμοί είναι ελεύθερα και αχαλίνωτα άλογα, τα κατορθώματα και η κληρονομία της Άννας Διαμαντοπούλου στη σημερινή συγκυρία φέρνουν στη μνήμη ένα άλλο δημόσιο πρόσωπο, με το ίδιο όνομα, αλλά εντελώς άλλη ποιότητα και στάση ζωής: το αντιπαράδειγμα της Άννης Βρυχέα, που πρωτοστάτησε στους αγώνες για την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου στα Πανεπιστήμια μετά τη μεταπολίτευση και υπήρξε μια από τις πιο αυθεντικές και ασυμβίβαστες φωνές στη μάχη για τη Δημοκρατία. Την Άννη θα τη θυμούνται για πάντα όσοι πέρασαν απ’ το ελληνικό Πανεπιστήμιο και έχουν ακόμα μια στάλα φιλότιμο. Η άλλη, όπου κι αν πάει, είτε στον ΟΟΣΑ, είτε στα Ηνωμένα Έθνη, είτε στην Παγκόσμια Τράπεζα (εκεί δηλαδή που διαπρέπει ο άλλος μεγάλος αστέρας του ΠΑΣΟΚ, ο Χρήστος Παπουτσής) αλλού θα καταλήξει στο τέλος: στο γνωστό χρονοντούλαπο …

Στη μνήμη της Άννης Βρυχέα, τα μοβ και τ’ ανοιχτά της παράθυρα.