«Παρών πάντοτε το ανείπωτο/ το ανείπωτο/ που ανοίγει διάπλατα την πληγή», έγραψε η Δανή ποιήτρια Chawwa Wijnberg που αφιέρωσε μέρος του έργου της στην ποίηση του Ολοκαυτώματος. Αν, σύμφωνα με το στέρεο αυτονόητο, οι λέξεις πληγώνουν βαθιά η απουσία τους είναι που αναδεικνύει τελεσίδικα τον πόνο. Ή το να  κρύψεις τα στρώματα των λέξεων πίσω από λέξεις άλλες: Πολωνία, 7 Αυγούστου 1942: «Είπε στα ορφανά πως θα πήγαιναν στην εξοχή, οπότε έπρεπε να βασίζουν χαρούμενα. Επιτέλους! Θα αντάλλαζαν τα φριχτά κλειστοφοβικά τείχη του γκέτο με λιβάδια γεμάτα λουλούδια, ρυάκια όπου θα μπορούσαν να παίξουν μεωτο νερό, και δέντρα γεμάτα βατόμουρα και μανιτάρια.» Władysław Szpilman, The Pianist

Ads

Ο άνθρωπος ήταν ο Πολωνοεβραίος παιδαγωγός Janusz Korczak (Henryk Goldszmit), προτομή ή έστω μνεία για τον οποίον θα έπρεπε να υπάρχει σε κάθε σχολείο που σέβεται τον εαυτό του. Και τα παιδιά ήταν τα κοντά 200 ορφανά Εβραιόπουλα (κυρίως) του ορφανοτροφείου του που είχαν μεταφερθεί στο γκέτο της Βαρσοβίας. Συγγραφέας, υποστηρικτής του κινήματος των πρώτων κιμπούτς,  και ραδιοφωνικός παραγωγός μέσω των οποίων προωθούσε τα δικαιώματα των παιδιών, Γερμανοσπουδαγμένος και με ανθρωπιστική δράση στην Γερμανία του μεσοπολέμου που του έδινε την δυνατότητα για καλή αντιμετώπιση από τους Ναζί, πήρε υπό την προστασία του τα ορφανά του γκέτο. Ο Κόρζακ ερωτεύτηκε την φιλοσοφία και την παιδαγωγική που του προσέφερε το Βερολίνο και τίμησε τα γερμανόπουλα που είχαν ανάγκη. Όχι όμως τη ναζιστική μηχανή.

Στα 1939, με το ξέσπασμα του πολέμου, δήλωσε εθελοντής στον Πολωνικό στρατό αλλά το αίτημα του απορρίφθηκε λόγω της προχωρημένης του ηλικίας. Όταν οι Ναζί κατέλαβαν τη γενέθλια πόλη του και δημιούργησαν το σκληρό της γκέτο, απαίτησαν το ανθρώπίνο δυναμικό του οργανοτροφείου του, τα παιδιά κι αυτός, να μεταφερθούν εντός των τειχών του. Ανέβασε σε κείνες τις συνθήκες μαζί με τα παιδιά του το θεατρικό έργο του Ραμπιτραναθ Ταγκόρ το «Ταχυδρομείο», ως ένα ανεπίδοτο γράμμα θα λεγες προς όλους κι όλες όσουν ζουν ως νικητές ή δίπλα στους νικητές όντας σκεπασμένοι με χώματα τάφων. «Δεν θλίβομαι. Από τότε που μ’ έκλεισαν εδώ ένιωθα πως καμιά μέα δεν περνούσε. Μα από τότε που χτίστηκε το ταχυδρομείο μου αρέσει όλο και πιο πολύ, αφού μια μέρα θα έρθει ένα όμορφο γράμμα και για μένα».

Στις αρχές Αυγούστου οι Γερμανοί ήρθαν να πάρουν τα ορφανά και το προσωπίκό για να τα μδεταφέρουν στο στρατόπεδο θανάτου της Treblinka. Στον ίδιο στον Korczak, προσφέρθηκε άσυλο στην Άρεια πλευρά της πόλης από την αντιστασιακή οργάνωση Żegota. Αρνήθηκε επανηλλημένα λέγοντας πώς κανένας δάσκαλος δεν εγκαταλείπει τα παιδιά του. 

Ads

Ο Janusz Korczak έκανε παρέλαση, το κεφάλι του σκυμμένο μπροστά, κρατούσε το χεράκι ενός παιδιού, δίχως καπέλο, μια δερμάτινη ζώνη γύρω από τη  μέση του, και ψηλές μπότες. Λίγες νοσοκόμες ακολουθούσαν κι έπειτα 200 παιδιά, ντυμένα με καθαρά, περιποιημένα ρούχα, τραγουδώντας καθώς όδευαν προς τον βωμό. (Joshua Perle).

Λοιπόν; Τι είναι η παιδαγωγική; Παρά η εμμένουσα ρήξη με την βολική άγνοια και τον γνωστό δρόμο, και η απόπειρα να αλλάξεις με νύχια και τριαντάφυλλα την δοσμένη γεωμετρία ενός άσχημου κόσμου, γράφοντας ένα γράμμα επίκαιρο σε όλες τις εποχές και για όλους κι όλες τους ανθρώπους. «Εάν μόνο με άφηναν! Θα πήγαινα κατευθείαν στο πυκνό δάσος όπου δεν μπορείς να βρεις τον δρόμο σου. Κι εκεί όπου το κολίμπρι που ρουφά το μέλι λικνίζεται στην άκρη ενός κλαδιού, εγώ θα άνθιζα πάλι.» (Ρ. Ταγκόρ, Το Ταχυδρομείο).