Ο Κόφι Αννάν, έφυγε από τη ζωή, χθες, 18 Αυγούστου 2018, σε ηλικία 80 ετών. Υπηρέτησε ως γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών από το 1997 έως το 2006. Το 2001 κέρδισε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Ένα από τα τελευταία του άρθρα που προκάλεσαν αίσθηση είναι αυτό που ακολουθεί για την νομιμοποίηση της ιατρικής κάνναβης και την πολιτική κατά των ναρκωτικών. Δημοσιεύτηκε στο γερμανικό περιοδικό Spiegel το 2016. 

Ads

Ακολουθεί το άρθρο του Κόφι Ανάν στο Spiegel: 

Με βάση την εμπειρία μου, οι καλές δημόσιες πολιτικές χαράσσονται καλύτερα, έπειτα από μία ψύχραιμη ανάλυση για το αν έχουν επιτύχει στην πράξη ή όχι. Αντιθέτως, η πολιτική που βασίζεται σε κοινές παραδοχές  και διαδεδομένες εντυπώσεις μπορεί να αποτελέσει συνταγή για λανθασμένες ενέργειες και άστοχες παρεμβάσεις.             

Και αυτός ο διαχωρισμός μεταξύ ρητορικής και πραγματικότητας, πουθενά αλλού δεν γίνεται τόσο αισθητός, παρά στην διαμόρφωση των παγκόσμιων πολιτικών για τα ναρκωτικά, όπου πολύ συχνά υπερισχύουν τα συναισθήματα και η ιδεολογία, παρά η τεκμηρίωση.

Ads

Ας πάρουμε την περίπτωση της ιατρικής χρήσης της κάνναβης. Εξετάζοντας προσεκτικά τα στοιχεία που προέρχονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, συμπεραίνουμε ότι η νομιμοποίηση της ιατρικής χρήσης της κάνναβης δεν οδήγησε, όπως ισχυρίζονται οι αντιτιθέμενοι σε αυτήν, σε αύξηση της χρήσης της από τους εφήβους. Αντιθέτως, σχεδόν τριπλασιάστηκε ο αριθμός των, οφειλόμενων σε υπερβολική δόση ηρωίνης, θανάτων στην Αμερική μεταξύ 2010 και 2013, παρά το γεγονός ότι η νομοθεσία και οι αυστηρές ποινές παρέμειναν αμετάβλητες.

Φέτος, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών θα πραγματοποιήσει μία ειδική σύνοδο για τα ναρκωτικά, από τις 19 έως τις 21 Απριλίου, δίνοντας την ευκαιρία στον κόσμο να αλλάξει γραμμή πλεύσης. Κι ενόσω πλησιάζουμε προς το ορόσημο αυτό, οφείλουμε να αναρωτηθούμε αν βρισκόμαστε στην σωστή πολιτική οδό. Ειδικότερα, πώς διαχειριζόμαστε αυτό που το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα έχει χαρακτηρίσει ως «απρόβλεπτες συνέπειες» των πολιτικών της τελευταίας πεντηκονταετίας, οι οποίες συνετέλεσαν, μεταξύ άλλων, στην δημιουργία μιας τεράστιας διεθνούς εγκληματικής αγοράς περί τα ναρκωτικά, η οποία τροφοδοτεί την βία, την διαφθορά και την αστάθεια; Ας αναλογιστούμε τους 16.000 φόνους στο Μεξικό το 2013, πολλοί εκ των οποίων συνδέονται άμεσα με την διακίνηση ναρκωτικών.

Ένας πόλεμος εναντίον ανθρώπων

Παγκοσμίως, ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών δεν έχει επιτύχει. Εκτιμάται ωστόσο, ότι παρότι διεθνώς, η επιβολή της απαγόρευσης στοιχίζει το λιγότερο 100 δισ. δολ. (90.7 δισ. ευρώ) τον χρόνο, υπάρχουν σήμερα περί τα 300 εκατομμύρια άτομα ανά την υφήλιο, που κάνουν χρήση ναρκωτικών, συμβάλλοντας σε μια παγκόσμια παράνομη αγορά, με ετήσιο κύκλο εργασιών 330 δισ. δολ., έτσι ώστε να αποτελεί σήμερα μια από τις μεγαλύτερες αγορές εμπορευμάτων στον κόσμο.

Η απαγόρευση είχε μικρό αντίκτυπο στην προμήθεια ή την ζήτηση ναρκωτικών. Όταν η εφαρμογή του νόμου επιτυγχάνει σε μία μεριά, η παραγωγή των ναρκωτικών απλώς μετακινείται σε μια άλλη περιοχή ή χώρα, η διακίνηση των ναρκωτικών γίνεται από άλλο δρόμο και οι χρήστες ναρκωτικών αλλάζουν ουσία. Το ίδιο συνέβη και με την απαγόρευση  των ναρκωτικών. Οι μελέτες έχουν επανειλημμένα αποτύχει να αποδείξουν την ύπαρξη σύνδεσης μεταξύ της αυστηρότητας που μπορεί να διέπει μια εθνική νομοθεσία και των επιπέδων χρήσης ναρκωτικών σε αυτήν. Η ευρεία ποινικοποίηση και η τιμωρία των ατόμων που κάνουν χρήση ναρκωτικών, οι υπερπλήρεις φυλακές, σημαίνουν ότι ο πόλεμος εναντίον των ναρκωτικών αποτελεί, κατά μείζονα βαθμό, πόλεμο εναντίον των χρηστών δηλαδή, εναντίον των ανθρώπων.

Η Αφρική αποτελεί θλιβερό παράδειγμα των προβλημάτων αυτών. Η Επιτροπή για τα ναρκωτικά της Δυτικής Αφρικής, που συνέστησε το Ίδρυμά μου, ανέφερε πέρυσι, ότι η περιοχή έχει καταστεί σήμερα όχι μόνο σημαντικό σημείο διέλευσης μεταξύ παραγωγών της Λατινικής Αμερικής και καταναλωτών της Ευρώπης, αλλά και μια περιοχή όπου έχει αυξηθεί η χρήση. Τα προερχόμενα από τα ναρκωτικά χρήματα και η εγκληματικότητα που συνδέεται με αυτά, ενισχύουν την διαφθορά και την βία. Σε σημείο, που η σταθερότητα των χωρών και της εν γένει περιοχής να τελούν υπό απειλή.

Πιστεύω ότι τα ναρκωτικά έχουν καταστρέψει πολλές ζωές, αλλά ότι οι εσφαλμένες κυβερνητικές πολιτικές έχουν καταστρέψει πολύ περισσότερες. Όλοι θέλουμε να προστατεύσουμε τις οικογένειές μας από το κακό που μπορούν να προκαλέσουν τα ναρκωτικά. Αν όμως τα παιδιά μας αναπτύξουν τυχόν πρόβλημα εθισμού, ασφαλώς και θα επιθυμούσαμε να τα αντιμετωπίζουν και περιθάλπουν ως ασθενείς που χρήζουν θεραπείας κι όχι ως σεσημασμένους κακοποιούς.

Να πάψει ο στιγματισμός και να αρχίσει η βοήθεια

Η τάση που επικρατεί σε πολλά σημεία του κόσμου να στιγματίζονται και φυλακίζονται οι χρήστες ουσιών, έχει αποτρέψει πολλούς από το να αναζητούν ιατρική θεραπεία. Σε ποιους άλλους τομείς της δημόσιας υγείας ποινικοποιούμε ασθενείς που έχουν ανάγκη βοήθειας; Τα δε κατασταλτικά μέτρα, έστειλαν πολλούς στην φυλακή, όπου χειροτέρεψε η χρήση που έκαναν στα ναρκωτικά. Πλην του γεγονότος, ότι το ποινικό μητρώο ενός νεαρού ατόμου για μια ελάσσονα παράβαση περί ναρκωτικών, μπορεί να αποβεί πολύ μεγαλύτερη απειλή για την ευημερία του, απ’ ό,τι η ευκαιριακή χρήση ουσιών. Αρχική πρόθεση της πολιτικής έναντι των ναρκωτικών, σύμφωνα με την Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Ναρκωτικά Φάρμακα, ήταν η προστασία της «υγείας και ευημερίας της ανθρωπότητας». Και σε αυτόν τον καίριο στόχο χρειάζεται να επικεντρώσουμε εκ νέου την διεθνή και εθνική πολιτική.

Τούτο, μας υποχρεώνει να προβούμε σε τέσσερα κρίσιμα βήματα.

Εν πρώτοις, πρέπει να αποποινικοποιηθεί η ατομική χρήση ουσιών. Η χρήση ναρκωτικών είναι επιβλαβής, αλλά  η μείωση των συνεπειών της είναι αποστολή του δημόσιου συστήματος υγείας και όχι των δικαστηρίων. Κάτι που πρέπει να αντιμετωπιστεί δια της ενίσχυσης των υπηρεσιών θεραπείας, κυρίως στις χώρες μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων. Κατά δεύτερον, πρέπει να παραδεχθούμε ότι ένας κόσμος χωρίς ναρκωτικά αποτελεί αυταπάτη. Αντιθέτως, οφείλουμε να διασφαλίσουμε ότι τα ναρκωτικά θα προξενούν την μικρότερη δυνατή βλάβη. Και προγράμματα μείωσης των επιβλαβών συνεπειών, όπως η ανταλλαγή συρίγγων, δύνανται να συμβάλουν αποφασιστικά σε αυτό. Η Γερμανία είχε λάβει παρόμοια μέτρα σχετικά νωρίς και το επίπεδο των μολύνσεων HIV μεταξύ των χρηστών ενέσιμων ναρκωτικών φτάνει σήμερα μετά βίας το 5 %, σε σύγκριση με το άνω του 40 % ποσοστό, που σημειώνεται σε χώρες που ανθίστανται σε αυτή την  πραγματιστική προσέγγιση.

Νόμιμη πώληση και θεραπευτική κάνναβη

Κατά τρίτον, πρέπει να επιδιώκουμε ρύθμιση και δημόσια εκπαίδευση παρά ολική κατάργηση των ναρκωτικών, κάτι που γνωρίζουμε ότι δεν θα λειτουργήσει. Τα μέτρα εξάλλου που ελήφθησαν με επιτυχία για την μείωση της κατανάλωσης καπνού (ενός πολύ ισχυρού κι επιζήμιου εθισμού), καταδεικνύουν το τι μπορεί να επιτευχθεί. Διότι οι κανονισμοί και η εκπαίδευση κι όχι η απειλή της φυλακής κατάφεραν να μειώσουν τον αριθμό των καπνιστών σε πολλές χώρες. Υψηλότεροι φόροι, περιορισμοί στην πώληση και αποτελεσματικές αντικαπνιστικές εκστρατείες απέδωσαν τα σωστά αποτελέσματα.

Η νόμιμη πώληση της κάνναβης είναι μια πραγματικότητα που ξεκίνησε όταν η Καλιφόρνια νομιμοποίησε την πώλησή της για ιατρική, θεραπευτική χρήση το 1996. Έκτοτε, 22 Πολιτείες των ΗΠΑ και ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη ακολούθησαν το παράδειγμά της. Άλλοι πάλι, προχώρησαν έτι περαιτέρω. Μια πρωτοβουλία των ψηφοφόρων που κέρδισε την πλειοψηφία σε δημοψήφισμα, οδήγησε το Κολοράντο στην νομιμοποίηση της πώλησης κάνναβης για ψυχαγωγική χρήση. Έτσι πέρυσι, το Κολοράντο συνέλεξε περί τα 135 εκατ. δολ. από φόρους και τέλη εκμετάλλευσης σχετιζόμενα με νόμιμες πωλήσεις κάνναβης. Άλλοι επέλεξαν λιγότερο εμπορικούς δρόμους. Οι Ισπανοί χρήστες των κοινωνικών λεσχών κάνναβης λ.χ., έχουν δικαίωμα να καλλιεργούν και να αγοράζουν κάνναβη μέσω μικρών, μη εμπορικών οργανισμών. Ενώ ο Καναδάς φαίνεται ότι θα γίνει η πρώτη χώρα του G7 που θα νομοθετήσει σχετικά με την πώληση της κάνναβης από του χρόνου.

Η νομοθετική ρύθμιση προστατεύει την υγεία

Οι αρχικές τάσεις μας δείχνουν ότι όπου νομιμοποιήθηκε η κάνναβη, δεν παρατηρήθηκε κανενός είδους έκρηξη στην χρήση ναρκωτικών ουσιών ή σε εγκλήματα που συνδέονται με αυτές. Η μαύρη αγορά συρρικνώθηκε και χιλιάδες νεαρά άτομα κατάφεραν έτσι να διατηρήσουν λευκό ποινικό μητρώο. Ρυθμιζόμενη αγορά δεν σημαίνει ωστόσο και ελεύθερη αγορά. Ως εκ τούτου, χρειάζεται να σκεφτούμε προσεκτικά τι χρειάζεται ρύθμιση και τι όχι. Αν και ως επί το πλείστον, η χρήση της κάνναβης είναι περιστασιακή, λελογισμένη και δεν συνδέεται με σοβαρά προβλήματα, ακριβώς λόγω των δυνητικών κινδύνων που ενέχει, πρέπει να ρυθμίζεται νομοθετικά.

Και γι’αυτό, το τέταρτο και τελευταίο βήμα είναι να αναγνωριστεί ότι πρέπει να υπάρχει νομοθεσία για τα ναρκωτικά, ακριβώς επειδή είναι επικίνδυνα. Έχει έρθει η στιγμή να παραδεχτούμε, ότι οι ναρκωτικές ουσίες είναι απείρως πιο επικίνδυνες εάν τις αφήσουμε αποκλειστικά στα χέρια εγκληματιών που ουδεμία ανησυχία έχουν για θέματα υγείας και ασφάλειας. Η νομοθετική ρύθμιση προστατεύει την υγεία. Οι καταναλωτές πρέπει να γνωρίζουν τι καταναλώνουν και να έχουν σαφείς πληροφορίες περί των κινδύνων για την υγεία τους και της ελαχιστοποίησης τους. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να είναι σε θέση να ρυθμίζουν το καθεστώς των προμηθευτών και των καταστημάτων με βάση το πόσο μεγάλη βλάβη μπορεί να προξενήσει  μία ουσία. Οι πιο επικίνδυνες ναρκωτικές ουσίες δεν θα πρέπει ποτέ να είναι διαθέσιμες ελεύθερα, παρά μόνο με ιατρική συνταγογράφηση. Κι αυτό για καταγεγραμμένους, ως εξαρτώμενους, χρήστες, όπως συμβαίνει ήδη στην Ελβετία. 

Οδηγοί στην διαμόρφωση της πολιτικής για τα ναρκωτικά πρέπει να είναι η επιστημονική τεκμηρίωση και η μέριμνά μας για την υγεία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Τούτο σημαίνει, ότι θα γίνει προσπάθεια να εξασφαλιστεί ότι λιγότεροι άνθρωποι θα πεθαίνουν από υπερβολική δόση, ενώ οι μικρο-παραβάτες του νόμου περί ναρκωτικών δεν θα καταλήγουν στην φυλακή, όπου το πρόβλημα του εθισμού τους θα επιδεινωθεί. Έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου για μια εξυπνότερη προσέγγιση της πολιτικής για τα ναρκωτικά, η οποία θα βασίζεται στην επιδίωξη της υγείας.

Επίσης, έχει φτάσει η στιγμή και για τις χώρες, όπως η Γερμανία, που έχουν ήδη υιοθετήσει καλύτερες πολιτικές στο εσωτερικό, να  υποστηρίξουν σθεναρά την αλλαγή πολιτικής προς το καλύτερο, και στο εξωτερικό. Η δε ειδική σύνοδος της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών για το παγκόσμιο ζήτημα των ναρκωτικών, θα αποτελούσε το κατάλληλο μέρος για να  γίνει ένα τέτοιο ξεκίνημα.