Τον Ιούνιο του 1983, σε ένα στενό δρομάκι στο κέντρο της Λαμίας, μπαίνει μέσα σε ένα τσαγκάρικο ένα κύριος Γιάννης Τσεκούρας* για να επισκευάσει τα πεδιλάκια της κόρης του. Αναγκάστηκε όμως να περιμένει, καθώς προηγούνταν μια κυρία που θα παραλάμβανε τα επιδιορθωμένα παπούτσια της. Η αναμονή όμως του άρεσε, γιατί το ραδιοφωνάκι που είχε δίπλα του ο μάστορας έβγαζε όμορφους ήχους, πολύ όμορφους. Ήταν ιταλική μουσική… «ο κουρέας της Σεβίλλης». Ο Γιάννης δεν κρατήθηκε: «Πόσο απολαμβάνω αυτό που ακούω»! Ο τσαγκάρης, τον κοίταξε από τη κορυφή ως τα νύχια, καθώς τύλιγε αργά τα παππούτσια.

Ads

Περίπου επτά δεκαετίες πριν,  δηλαδή λίγο μετά το 1900, βρέθηκε στην περιοχή της Λαμίας μια Ιταλίδα. Ήταν η κόρη ενός Ιταλού εργοδηγού που εργαζόταν στην εταιρεία που είχε αναλάβει την επέκταση του εθνικού σιδηροδρομικού δικτύου στην περιοχή της Λαμίας και συγκεκριμένα στον Μπράλλο.

Το έργο είχε ξεκινήσει το 1900 από τη γαλλική εταιρεία Μπατινιόλ και έφτασε έως τη Λάρισα,  γι’ αυτό και ο Σιδηροδρομικός Σταθμός των Αθηνών λέγεται ακόμη και σήμερα «Σταθμός Λαρίσης».

Στη Φθιώτιδα το πρώτο τρένο έφτασε το 1905 μέχρι τον Μπράλλο. Στη συνέχεια, έγινε επέκταση του δικτύου μέχρι το Λιανοκλάδι και, έπειτα έως τη Στυλίδα.

Ads

Η Ιταλίδα όμως έτυχε να ερωτευθεί ένα Έλληνα μηχανικό -πάντα κατά τις μαρτυρίες- που εργαζόταν επίσης στις γραμμές, όπως και ο πατέρας της, τον οποίο παντρεύτηκε. Τα χρόνια προχώρησαν και το ζευγάρι έκανε δύο γιούς. Ήρθαν όμως οι καιροί που στην πατρίδα της Ιταλίδας, τη δεκαετία του 1920, ανέλαβαν τη διακυβέρνηση οι φασίστες, οι οποίοι τον Οκτώβριο του 1940 κήρυξαν τον πόλεμο στην χώρα του συζύγου της, την Ελλάδα.

Στη διάρκεια του πολέμου λοιπόν, οι δύο γιοί της επιστρατεύτηκαν και έφυγαν για το μέτωπο στην Αλβανία, να πολεμήσουν για την… Ελλάδα. Ωστόσο, κάποιοι Λαμιώτες, σύμφωνα με μαρτυρίες, «επισκέφθηκαν» το σπίτι της Ιταλίδας μάνας –απ’ έξω- για να την προπηλακίσουν.

Ήταν, εξάλλου, μια «παλιοϊταλίδα» της οποίας η χώρα επιτέθηκε στην Ελλάδα. Την ίδια στιγμή, οι γιοί της όχι μόνο πολεμούσαν, αλλά όπως λένε οι μαρτυρίες, ανδραγάθησαν. Δεν ξέρω αν ήταν γνωστό ότι οι γιοί της πολεμούσαν στο μέτωπο, αλλά μικρή σημασία έχει. Μια γυναίκα, η οποία φέρεται να μην είχε καμία σχέση με τον φασισμό, ενώ ζούσε πολλά χρόνια στην πόλη στοχοποιήθηκε.

Εν πάση περιπτώση, μετά τον πόλεμο τα πνεύματα ηρέμησαν. Οι γιοί επιστρέψανε από το μέτωπο και ασχολήθηκαν με την… επιδιόρθωση παππουτσιών.

Ο ένας εξ΄ αυτών δέχτηκε στο μαγαζί του το καλοκαίρι του 1983 τον Γιάννη, που ήθελε να επισκευάσει τα πέδιλα της κόρης του. Όταν, λοιπόν, ρώτησε εκείνον το βετεράνο του 1940 τι του χρωστάει για την επιδιόρθωση, ο μάστορας του απάντησε «δεν κάνει τίποτα».

«Για ποιο λόγο;» αναρωτήθηκε ο φιλόμουσος πελάτης. «Γιατί κύριέ μου, τόσα χρόνια που δουλεύω, κανείς δεν με ρώτησε για την μουσική που ακούω εδώ μέσα στο τσαγκαράδικο» αποκρίθηκε ο ηλικιωμένος τσαγκάρης.

*Η ιστορία βασίζεται αποκλειστικά σε μαρτυρία του Γιάννη Τσεκούρα από τη Λαμία, αλλά και σε πληροφορίες του ιδίου από τον Βαγγέλη Γιαννιτσιώτη που δεν είναι εν ζωή. Στη φωτογραφία, που είναι από το Λεύκωμα του Νίκου Δαβανέλλου “Η παλιά Λαμία” (1982), φαίνονται πανοραμικά ταπεινά χαρακτηριστικά κτήρια της Λαμίας στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ανάμεσα στα οποία ήταν χωμένο και το τσαγκαράδικο.

**O Βαγγέλης Γεωργίου είναι ερευνητής δημοσιογράφος με καταγωγή από τη Φθιώτιδα. Πρόσφατα δημοσιεύτηκε το βιβλίο του «ΕΛΛΑΣ-ΕΟΚ: Εμπιστευτικό» αποκαλύπτοντας το πολιτικό και διπλωματικό παρασκήνιο της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ/ΕΕ μέσα από τα αρχεία του ΥΠΕΞ που έρχονται στο φως για πρώτη φορά.