Τα τελευταία χρόνια γίνεται κατανοητό ότι οι ανάπηροι αποτελούν την πιο φτωχή και αποκλεισμένη κοινωνική ομάδα. Από την οπτική της οικονομίας, οι ανάπηροι υφίστανται διακρίσεις στην εργασία βάσει του δίπολου ικανός-ανίκανος για εργασία ή παραγωγικός-μη παραγωγικός.

Ads

Οι κοινωνικές αδικίες, όπως η αποστέρηση, η οικονομική εκμετάλλευση και η περιθωριοποίηση που έχουν τις ρίζες τους στο κοινωνικο-οικονομικό πεδίο, επιχειρήθηκε να επανορθωθούν μέσω της πολιτικής της αναδιανομής των κρατικών προνοιακών προγραμμάτων. Μέσω αυτής της πολιτικής, αναγνωρίζεται η ύπαρξη κοινωνικών τάξεων που προσδιορίζονται από τη σχέση τους με τα μέσα παραγωγής και επιχειρείται η έως ένα βαθμό οικονομική αναδιάρθρωση με στόχο την ανακατανομή του εισοδήματος και την αναδιοργάνωση της εργασίας.

Τα προνοιακά προγράμματα που σχετίζονταν με την αναδιανομή εισήχθησαν την περίοδο του New Deal και σχεδόν από την αρχή της εισαγωγής τους καλλιέργησαν ακόμη περισσότερο την ιδέα ότι οι αιτούντες προνοιακή υποστήριξη παίρνουν πολλά χωρίς να κάνουν τίποτα.

Στη σημερινή συγκυρία στοχοποιήθηκε κάθε έννοια «καλής εξάρτησης» και με μεθοδευμένα επικοινωνιακά τρόπο παρουσιάστηκε ως «χάρη».

Ads

Η εξάρτηση, που στην αρχική φάση της βιομηχανικής οργάνωσης της κοινωνίας, ήταν αναγκαία, έπρεπε τώρα να αποφευχθεί πάση θυσία. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, ως εξαρτημένο ορίζεται το άτομο με ασταθή, παρεκκλίνουσα συμπεριφορά και ενδογενείς βλάβες.
Συνεπώς, στη σύγχρονη φάση του καπιταλισμού κάθε μορφή εξάρτησης εξατομικεύεται, γίνεται αντικείμενο ψυχολογικοποίησης και θεωρείται εξευτελιστική από τη στιγμή που το κυρίαρχο δόγμα θεωρεί αυτονόητο και επιβεβλημένο ότι ο κάθε «άριστος» οφείλει να ικανοποιεί μόνος του τις οικονομικές του ανάγκες και να μην εκμεταλλεύεται τα οικονομικά πλεονάσματα.

Ειδικότερα σε περιόδους οικονομικής κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε, αποκρύπτονται τα δομικά αίτια της εξάρτησης, οι πρακτικές εξουσιαστικής καθυπόταξης και οι μηχανισμοί κοινωνικού ελέγχου.

Η συγκεκριμένη συζήτηση μας παραπέμπει στην εξέταση των επιδομάτων και των κοινωνικών παροχών για την αναπηρία στην Ελλάδα. Ειδικότερα, ο ΟΟΣΑ (2013) ερευνώντας το πλαίσιο για την αναπηρία διαπίστωσε ότι τα επιδόματα αναπηρίας (περιοδικά και μόνιμα) αφορούν σε 500.000 δικαιούχους. Το μέσο εισόδημα σε επίπεδο νοικοκυριού ανερχόταν σε 7.300 ευρώ το 2009 (ΟΟΣΑ 2013).

Τα δεδομένα της οικονομικής ανάλυσης του ΟΟΣΑ αποδεικνύουν τη φτώχεια των αναπήρων στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του ΟΟΣΑ:

* Οι παροχές αναπηρίας είναι χαμηλές σε σύγκριση με το τι ισχύει διεθνώς (ΟΟΣΑ 2013, 62)

* Η Ελλάδα έχει τη χαμηλότερη δαπάνη διεθνώς για παροχές αναπηρίας ως ποσοστό του ΑΕΠ (ΟΟΣΑ 2013, 62)

* Η δαπάνη για τα έτη 2001-2007 ήταν ελάχιστα κάτω από το 1% του ΑΕΠ σε σύγκριση με το 2%-5% (του ΑΕΠ) των άλλων χωρών (ΟΟΣΑ 2013, 63).

Κι ενώ οι ερευνητές του ΟΟΣΑ (2013) επισημαίνουν την ελλιπή επιδοματική πολιτική, κρίνουν τελικά απαραίτητη την αναδιάρθρωσή της συγκρίνοντας δεδομένα από άλλες χώρες της Ευρώπης οι οποίες διαθέτουν διαφορετική κοινωνική οργάνωση και παροχές στους ανάπηρους, κοινωνική πολιτική αρθρωμένη εδώ και δεκαετίες και διαμόρφωση δομών για την εκπαίδευση και την εργασία.
Ο ΟΟΣΑ (2013) παρόλα αυτά κρίνει απαραίτητη αυτή την αναδιάρθρωση για δύο λόγους: πρώτον ο αριθμός των αναπήρων που λαμβάνουν επίδομα είναι ο μισός (50%), ενώ στα άλλα ευρωπαϊκά κράτη ανέρχεται στο 25% έως και 35%, και δεύτερον, ενώ οι ίδιοι οι ανάπηροι δηλώνουν κατά 25% ότι δεν τους περιορίζει η βλάβη τους, τελικά δεν εργάζονται.

Στην Ελλάδα, οι εργασιακές συνθήκες και οι υποδομές για τους ανάπηρους δεν έχουν τροποποιηθεί και δεν έχουν ανασυγκροτηθεί σε βάθος προκειμένου να ανταποκρίνονται στις ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ανάγκες του συγκεκριμένου πληθυσμού.

Στα τελικά συμπεράσματα που διατυπώνουν οι ερευνητές του εν λόγω Οργανισμού προτείνουν τη μείωση των επιδομάτων για να επιτευχθεί δημοσιονομική εξοικονόμηση.

Ειδικότερα, προτείνεται το εξής: «Η στόχευση στο φτωχότερο 30% του (ανάπηρου) πληθυσμού όσον αφορά στα επιδόματα αναπηρίας θα εξοικονομούσε 0,4% του ΑΕΠ και θα μείωνε το ποσοστό φτώχειας κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες» (ΟΟΣΑ 2013, 72). Προτείνουν δηλαδή στόχευση στο 30% των 228.000 αναπήρων που παίρνουν επιδόματα, παρά το ότι το μέσο εισόδημα είναι ύψους 7.300 ευρώ ανά άτομο.

Η λογική αυτή αντιμετωπίζει τους ανάπηρους ως παράσιτα και «οικονομικά πλεονάζοντα» άτομα.

Γίνεται κατανοητό ότι υπό το πρίσμα της ιδεολογίας του ατομικισμού, η φτώχεια, οι εκφάνσεις και οι επιπτώσεις της, αποκτούν μια διάσταση ατομική, προσωπική, και με αυτόν τον τρόπο ελαχιστοποιείται η σημασία της κοινωνικής υποστήριξης και διευκόλυνσης.

Η οικονομική υποστήριξη για τους ανάπηρους διαφοροποιείται όχι μόνο βάσει της σωματικής ικανότητας και ανικανότητας, αλλά και ανάλογα με τη σοβαρότητα της βλάβης και τα συνοδά ζητήματα που τους αποτρέπουν από την εργασία.

Η “λογική” αυτών των συμπερασμάτων συνάδει με την κοινή λογική για τους ορισμούς της αναπηρίας ως προσωπικής τραγωδίας και ανικανότητας.

Από την άλλη, δεν συζητιούνται στη μελέτη του ΟΟΣΑ τα ποσοστά ανεργίας στο σύνολο του πληθυσμού για τη συγκεκριμένη περίοδο στην Ελλάδα, ούτε και ο κόσμος της εργασίας. Κατά αυτόν τον τρόπο θεμελιώνεται η αντίληψη ότι η κοινωνική παροχή δεν είναι συλλογικό κατακτημένο δικαίωμα, αλλά ατομική παροχή μη αυτονόητη και υπό ενδελεχή οικονομικό εξατομικευμένο έλεγχο.

Οι αξιώσεις του Δ.Ν.Τ. αναφορικά με τα αναπηρικά επιδόματα και συντάξεις την περίοδο 2015 που προσωρινά ανακόπηκαν είχαν ακριβώς αυτήν τη “λογική”.
Οριζόντιες περικοπές με δούρειο ίππο την αξιολόγηση «λειτουργικότητας» για να εξοικονομηθεί 1 δις για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.

Ταυτόχρονα, η υπόσχεση παραχώρησης της υγείας σε ιδιωτικά κέντρα μάς παραπέμπει στο «μοντέλο» διαχείρισης των νεοφιλελεύθερων στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η ATOS Healthcare πραγματοποιεί αξιολογήσεις στα ανάπηρα άτομα εξ ονόματος του Υπουργείου Εργασίας και Συντάξεων (DWP).

Από την έναρξη της Αξιολόγησης Ικανότητας Εργασίας (WCA), 10.600 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους μέσα σε έξι εβδομάδες από τη στιγμή που θεωρήθηκαν «κατάλληλοι για εργασία» από τους μισθοφόρους της ATOS.

Περίπου 1.600 ανάπηρα άτομα πεθαίνουν κάθε χρόνο στο Η.Β. αφού απορρίπτονται τα αιτήματά τους για παροχές αναπηρίας.

Τα στοιχεία του Τμήματος Εργασίας και Συντάξεων (DWP) αποκαλύπτουν ότι 7,990 ανάπηρα άτομα που υπέβαλαν αίτηση πληρωμής ανεξάρτητης διαβίωσης (PIP) πέθαναν εντός έξι μηνών από την καταχώρηση του απορριπτέου αιτήματός τους.

Τα αποτελέσματα της ιδιωτικοποίησης στην υγεία περιγράφονται στην συγκλονιστική ταινία «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ» του Κεν Λόουτς.

Με την ευχή ότι δεν θα χρειαστεί να μετρήσουμε και άλλες απώλειες, καλώ τους/τις συνανάπηρούς/ές μου παρά τις όποιες δυσκολίες πρόσβασης να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα.

Οι ζωές των αναπήρων μετράνε.

• Αντώνης Ρέλλας Σκηνοθέτης – Ανάπηρος ακτιβιστής